Έλβις Πρίσλεϊ: Με πωλήσεις άνω του 1 δισεκατομμυρίου δίσκων αλλά και με ακατάρριπτο το ρεκόρ των 149 τραγουδιών «Hot 100» των charts του Billboard και των 150 δίσκων που έγιναν χρυσά, πλατινένια και πολυπλατινένια.
Αν η Μέριλιν Μονρό είναι η βασίλισσα της ποπ κουλτούρας έως σήμερα, ο Έλβις Πρίσλεϊ είναι ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς του ροκ εν ρολ.
Από την Σόνια Μαγγίνα
Η συμβολή του στην παγκόσμια καθιέρωση του είδους υπήρξε καθοριστική, ενώ συνεχίζει να κατέχει το ρεκόρ του πιο επιτυχημένου εμπορικά καλλιτέχνη στην ιστορία της μουσικής.
Με πωλήσεις άνω του 1 δισεκατομμυρίου δίσκων αλλά και με ακατάρριπτο το ρεκόρ των 149 τραγουδιών «Hot 100» των charts του Billboard και των 150 δίσκων που έγιναν χρυσά, πλατινένια και πολυπλατινένια.
Ταυτόχρονα υπήρξε κινηματογραφικό είδωλο –μέσα σε 25 χρόνια καριέρας πρόλαβε να γυρίσει πάνω από 30 ταινίες–, καθώς και ο άνθρωπος που σόκαρε τον πλανήτη με την επί σκηνής σεξουαλικότητά του.
Όλα αυτά μέσα σε μόλις 42 χρόνια ζωής. Οι εκατομμύρια θαυμαστές του δεν δέχτηκαν και συνεχίζουν να μη δέχονται τον θάνατό του, με αποτέλεσμα να κυκλοφορούν θεωρίες συνωμοσίας με επίκεντρο το ότι ο βασιλιάς ζει.
Η δημοφιλέστερη είναι πως ο ίδιος σκηνοθέτησε τον θάνατό του και εξαφανίστηκε από τα φώτα της δημοσιότητας.
Αυτή η θεωρία έχει δύο εκδοχές, η μία είναι πως διέφυγε αεροπορικώς στο Μπουένος Άιρες, στην Αργεντινή, με το ψευδώνυμο Τζον Μπάροους.
Η άλλη υποστηρίζει πως ένα μαύρο ελικόπτερο προσγειώθηκε στην Γκρέισλαντ λίγο προτού ανακοινωθεί ο θάνατός του και τον μετέφερε στις Βερμούδες.
Η δεύτερη πιο δημοφιλής θεωρία είναι πως ο Έλβις κατέδωσε μέλη της Μαφίας στο FBI και μπήκε σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.
Φυσικά κυκλοφορούν αναρρίθμητες ακόμη, με πιθανές και απίθανες λεπτομέρειες της εξαφάνισής του.
Το μόνο σίγουρο είναι πως ο μύθος του ζει και ο ίδιος παραμένει ο αδιαφιλονίκητος βασιλιάς, μία εμβληματική καλλιτεχνική προσωπικότητα, με επιβλητική φωνή και χαρισματική σκηνική παρουσία με έντονα σεξουαλικό χαρακτήρα, που πυροδότησε μια μουσική επανάσταση.
Η γέννηση ενός μύθου
Ο Έλβις Άαρον Πρίσλεϊ γεννιέται στο Τούπελο της πολιτείας Μισισίπι στις 8 Ιανουαρίου 1935, 35 λεπτά μετά τον δίδυμο αδελφό του, που γεννιέται νεκρός.
Το γεγονός αυτό εξηγεί την τεράστια αδυναμία που τρέφει γι’ αυτόν η μητέρα του, Γκλάντις, την οποία της ανταποδίδει και ο ίδιος.
Άλλωστε τον μεγαλώνει μέσα σε έναν σάκο, για να τον έχει μαζί της όσο είναι μωρό, στα βαμβακοχώραφα όπου δουλεύουν εκείνη και ο σύζυγός της, Βέρνον.
Σε ηλικία 6 ετών βρίσκεται με την οικογένειά του στο Μέμφις του Τενεσί, όπου ζει σε οικονομική ανέχεια μεν, με πολλή αγάπη δε.
Το μπόλιασμα με τα μπλουζ, τα γκόσπελ και την τζαζ είναι αναπόφευκτο. To 1953, στα 18 του, και ενώ δουλεύει στο Parker Machinists Shop, πληρώνει 3,98 δολάρια στο Memphis Recording Service, της δισκογραφικής εταιρείας Sun Label, για να ηχογραφήσει ένα ντέμο με τα τραγούδια «My Happiness» and «That’s When Your Heartaches Begin» ως δώρο γενεθλίων για τη μητέρα του.
Ο Σαμ Φίλιπς, παραγωγός και ιδιοκτήτης της εταιρείας, εντυπωσιασμένος από το λευκό αγόρι που τραγουδά με φωνή και γυρίσματα μαύρου, αλλά και από την έκταση της φωνής του, τον καλεί έναν χρόνο αργότερα να ηχογραφήσει τα τραγούδια «That’s All Right Mamma», αφιερωμένο στα γενέθλια της μητέρας του, και «Blue Moon Of Kentucky», τον Ιούλιο του 1954.
Τα πέντε τραγούδια που ηχογραφεί για λογαριασμό της Sun γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία σε τοπικό επίπεδο και φέρνουν το συμβόλαιο με την RCA Victor, για το μυθικό για την εποχή ποσό των 35.000 δολαρίων, με 5.000 δολάρια προσωπικό μπόνους για τον Έλβις – επίτευγμα του Τομ Πάρκερ, γνωστού και ως «Συνταγματάρχης», μάνατζέρ του για περίπου δύο δεκαετίες.
Το τελευταίο σινγκλ του για τη Sun και ταυτόχρονα το πρώτο για την RCA, το «I Forgot To Remember To Forget», ανεβαίνει στο Νο1 του πίνακα επιτυχιών της κάντρι μουσικής.
Ακολουθεί το «Heartbreak Hotel», που ηχογραφεί δύο μέρες μετά τα 21α γενέθλιά του και μένει στην κορυφή για οκτώ εβδομάδες.
Το αστέρι του Έλβις έχει μόλις ανατείλει και η λάμψη του μαγνητίζει την αμερικανική νεολαία. Ο φυσικός ξανθός Έλβις έχει ήδη επανεφεύρει τον εαυτό του, λανσάροντας ένα κατάμαυρο, λαμπερό και ογκώδες μαλλί (στις αρχές χρησιμοποιεί μαύρο γυαλιστικό παπουτσιών για να το φτιάξει), ενώ κουνά τους γοφούς του με τρόπο που κανείς έως τότε δεν είχε τολμήσει.
Μάλιστα, ένα από τα πρώτα παρατσούκλια του είναι το Elvis the Pelvis («pelvis» στα αγγλικά είναι η λεκάνη του ανθρώπινου σώματος), καθώς το λίκνισμά του σκανδαλίζει την ενήλικη συντηρητική αμερικανική κοινωνία, προκαλεί, ωστόσο, φρενίτιδα στα νεαρά κορίτσια.
Ακολουθούν μεγάλες επιτυχίες, όπως τα τραγούδια «Don’t Be Cruel», «Hound Dog», «Love Me Tender», «All Shook Up» και «Jailhouse Rock».
Το 1956 γυρίζει την πρώτη από τις συνολικά 33 ταινίες του, με τίτλο «Love Me Tender» – για την ακρίβεια, πρόκειται για ένα γουέστερν στο οποίο εμφανίζεται για λίγα μόλις λεπτά, ωστόσο η επιτυχία του «Love Μe Tender», που μόλις έχει κυκλοφορήσει ο Έλβις, κάνει τους παραγωγούς να τιτλοφορήσουν έτσι και την ταινία.
Το 1956 είναι γενικότερα χρονιά-σταθμός, με μεγάλες επιτυχίες, ταινίες και εμφανίσεις. Ξεκινά με μια –ιστορική πλέον– τηλεοπτική εμφάνισή του, στο «The Dorsey Brothers Stage Show», όπου ο Έλβις, με τις τολμηρές κινήσεις των γοφών του, προκαλεί παραλήρημα σε χιλιάδες κορίτσια.
Το 1957 ξεκινά με τον ίδιο τρόπο, με την τηλεοπτική του εμφάνιση στο δημοφιλές «The Ed Sullivan Show», που μένει θρυλική, καθώς απαγορεύεται από το κανάλι η μετάδοση της πλήρους εικόνας του ερμηνευτή, με εντολή στις κάμερες να εστιάζουν στο επάνω μέρος του κορμού του.
Την ίδια χρονιά γυρίζει και την τεράστια επιτυχία του, «Jailhouse Rock», στην οποία ακούγεται το εξίσου επιτυχημένο, ομότιτλο τραγούδι – και τα δύο θεωρήθηκε πως συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάπτυξη του είδους της ροκ όπερας.
Το 1957, έναντι του τεράστιου για την εποχή ποσού των 100.000 δολαρίων, αγοράζει και τη θρυλική Γκρέισλαντ – μέσα στην οποία, ωστόσο, η μητέρα του δείχνει να μην μπορεί να προσαρμοστεί.
Όπως άλλωστε δυσκολευόταν να διαχειριστεί τη φήμη του γιου της, καθώς το προσωπικό τής κάνει παρατηρήσεις να μην κάνει μπουγάδα μόνη της και να μην ταΐζει τις κότες της.
«Μακάρι να ήμασταν και πάλι φτωχοί!» φέρεται να είχε αναφωνήσει. Μέσα σε περίπου μία τετραετία, ο Έλβις έχει προλάβει να παραγάγει τεράστιο μουσικό και κινηματογραφικό έργο, να αλλάξει την παγκόσμια μουσική ιστορία και να βάλει τις βάσεις πάνω στις οποίες στέκει ακόμη ο μύθος του.
Ακολουθεί, το 1958, στη Γερμανία, η στρατιωτική θητεία του, η οποία καθίσταται κομβική για την προσωπική του ζωή, καθώς εκεί γνωρίζει την 14χρονη Πρισίλα Μπολιέ, μέλλουσα σύζυγό του, με την οποία αποκτά μία κόρη, τη Λίζα-Μαρί.
Στις 14 Αυγούστου του 1958 ο Έλβις χάνει τη μητέρα του – «ράγισε η καρδιά μου» θα πει αργότερα. Η Πρισίλα τον ακολουθεί στην Αμερική, το 1961, έναν χρόνο μετά τη δική του επιστροφή, όπου ζει με τον πατέρα του Έλβις και πηγαίνει σχολείο, απομονωμένη εν πολλοίς από το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής του Έλβις, την καριέρα του.
Παντρεύονται το 1967 στο Λας Βέγκας, με την κόρη τους να γεννιέται εννέα μήνες μετά τον γάμο τους, και χωρίζουν το 1973, διατηρώντας ωστόσο φιλικές σχέσεις.
Ανάκαμψη
Μετά την απόλυσή του από τον στρατό ο Έλβις αποτραβιέται από τις ζωντανές εμφανίσεις, δίνοντας βάση στη δισκογραφία και στις ταινίες, χωρίς ωστόσο να φτάσει στα επίπεδα που είχε αγγίξει τη δεκαετία του ’50 – είναι άλλωστε η εποχή που νέα αστέρια ανατέλλουν, όπως οι Beatles και οι Rolling Stones, που εκπροσωπούν τη λεγόμενη «βρετανική εισβολή».
Ο Έλβις στα μέσα του ’60 έχει μεταμορφωθεί σε βασιλιά της μπαλάντας. Ωστόσο, τόσο ο Τζον Λένον, με το σχόλιο «πριν από τον Έλβις δεν υπήρχε τίποτα. Αν δεν είχε υπάρξει ο Έλβις, δεν θα είχαν υπάρξει οι Beatles», όσο και ο Μικ Τζάγκερ, που τον χαρακτηρίζει «αυθεντικό καλλιτέχνη, κάτι πρωτότυπο σε έναν χώρο μιμητών», αναγνωρίζουν την τεράστια συμβολή του.
Κατά παράδοξο τρόπο, λοιπόν, αυτοί που απειλούν την πρωτοκαθεδρία του Έλβις έχουν «γεννηθεί» από τον ίδιο. «Ο Έλβις είναι η μεγαλύτερη πολιτιστική δύναμη του 20ού αιώνα. Έβαλε ρυθμό στα πάντα, μουσική, γλώσσα, ρούχα.
Είναι μια νέα κοινωνική επανάσταση» λέει την ίδια εποχή ο συνθέτης Λέοναρντ Μπέρνσταϊν. Ο Έλβις, όμως, ζει εντέλως διαφορετικά αυτή την εποχή.
Μέχρι το 1965 μετρά 19 ταινίες, που συνοδεύονται από τραγούδια στενά συνδεδεμένα με αυτές. Ο Έλβις είναι μόνο 30 ετών και μοιάζει να έχει ήδη ζήσει δύο τεράστιες καριέρες μέσα σε μία δεκαετία, δημιουργώντας πολλαπλά και διαφορετικά είδη κοινού – γιατί στο μεταξύ με τις ταινίες του, συνήθως για όλη την οικογένεια, έχει κερδίσει και τους μεσοαστούς Αμερικανούς.
Το 1968 είναι, ίσως, η πιο κομβική χρονιά στην καριέρα του: μετά από σχεδόν οκτώ χρόνια χωρίς ζωντανή ή τηλεοπτική εμφάνιση, ετοιμάζει μια έκτακτη τηλεοπτική εκπομπή, η οποία μένει στην ιστορία ως «’68 Special» και «’68 Comeback», παρότι ο επίσημος τίτλος της είναι «Έλβις».
Τον Ιούνιο του 1968 ο βασιλιάς δείχνει από τι είναι φτιαγμένος. Αφήνει στην άκρη τις σειρήνες του Χόλιγουντ, που τόσο τον είχαν έλξει, χωρίς ωστόσο να του δώσουν κάνενα περιθώριο ως ηθοποιού, αναγκάζοντάς τον να επαναλαμβάνει αυτό που θεωρούνταν συνταγή επιτυχίας, και επιστρέφει στο αρχικό του μονοπάτι, φτιαγμένο από ένα μοναδικό μείγμα ποπ, ροκ, κάντρι, R&B και γκόσπελ επιρροών, όπως και ο ίδιος.
Όλη η εκπομπή είναι η ζωή του – το ταξίδι ενός νεαρού που παίζει κιθάρα, μέσα από δυσκολίες, κινδύνους και συμβιβασμούς, αυτά που χάνονται στον δρόμο, το όνειρο που πραγματοποιείται αλλά αφήνει την επίγευση του ανικανοποίητου, γιατί ο αληθινός εαυτός του μένει πίσω.
Έτσι, όταν τραγουδά «δεν θα είμαι ποτέ τίποτα παραπάνω από αυτό που είμαι, ένας μικρός κιθαρίστας», όλοι καταλαβαίνουν πως ο Έλβις επιστρέφει στις ρίζες του, είναι ο τραγουδιστής, ο μουσικός, ο αληθινός Έλβις.
«Υπάρχει κάτι μαγικό στο να παρακολουθείς έναν άνθρωπο που έχασε τον εαυτό του να βρίσκει τον δρόμο του. Τραγούδησε με μια δύναμη που δεν περιμένουμε πια από τραγουδιστές της ροκ εν ρολ» και «ήταν η καλύτερη μουσική της ζωής του.
Αν ποτέ μπορούσε να αιμορραγήσει μουσική, θα ήταν αυτή» έγραψαν κριτικοί της εποχής.
Η κατάρρευση
Παρ’ όλη την αποθέωση που γνωρίζει το 1968, το νέο του ξεκίνημα με συναυλίες και τις περίφημες εμφανίσεις του με τα θεαματικά σόου στο Λας Βέγκας –«όταν σκέφτεσαι το Βέγκας, σκέφτεσαι τον Έλβις» έχει πει η Μπιγιόνσε– ο Έλβις, από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, αρχίζει να καταρρέει.
Προλαβαίνει να δώσει δύο από τα ωραιότερα και πιο ώριμα τραγούδια του, «In The Ghetto» και «Suspicious Minds», αλλά αρχίζει να βαραίνει, να παχαίνει επικίνδυνα –λίγο πριν το τέλος ζυγίζει πάνω από 130 κιλά– και να χάνει τη μεγαλύτερη δύναμή του, τη φωνή του, ενώ καταρρέει δύο φορές επί σκηνής.
Κακή διατροφή, οικογενειακό ιστορικό στα καρδιακά προβλήματα –μάλιστα και η κόρη του, Λίζα-Μαρί πέθανε πέρυσι, σε ηλικία 54 ετών, από καρδιακή ανακοπή– και εθισμός στα συνταγογραφούμενα οπιοειδή οδηγούν στον ξαφνικό θάνατό του στις 16 Αυγούστου 1977 στο ανάκτορό του στο Μέμφις.
Τον βρίσκει νεκρό η αρραβωνιαστικιά του, Τζίντζερ Όλντεν, και ο θάνατός του αποδίδεται σε φυσικά αίτια – καρδιακή αρρυθμία προκληθείσα από τη χρόνια χρήση φαρμάκων.
Παρότι στις 16 Αυγούστου συμπληρώθηκαν 46 χρόνια από τον θάνατό του, ο μύθος του Έλβις παραμένει ολοζώντανος, το μουσικό αποτύπωμά του δημιουργεί νέες γενιές θαυμαστών, συνεχίζει να είναι προσοδοφόρος και να αποσπά διακρίσεις, ενώ η Γκρέισλαντ, ιστορικό μνημείο των ΗΠΑ από το 2006, είναι τόπος προσκυνήματος για ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο.
Φωτογραφίες: Getty Images