Η επιστροφή στην Ελλάδα των κλεμμένων από τον λόρδο Έλγιν γλυπτών του Παρθενώνα είναι ένα εθνικό αίτημα που, παρ’ όλες τις προσπάθειες μέσα στο χρόνο, δεν έχει ευοδωθεί και έμοιαζε αδύνατο να δικαιωθεί, μέχρι σήμερα.
Το κλίμα όμως έχει αλλάξει, ευνοώντας την ελληνική πλευρά. Τη μεταστροφή σηματοδοτούν οι Times του Λονδίνου, που αλλάζουν στρατόπεδο και τασσόμενοι με την πλειοψηφία των Βρετανών υποστηρίζουν πλέον την άμεση επιστροφή των κλεμμένων αρχαιοτήτων στην Ελλάδα.
Η υπόθεση του επαναπατρισμού των γλυπτών επανήλθε στην επικαιρότητα μετά το σχετικό αίτημα του πρωθυπουργού της Ελλάδας Κυριάκου Μητσοτάκη στον ομόλογό του, Μπόρις Τζόνσον αλλά και χάρη στην συμφωνία με την Ιταλία για την επιστροφή του μαρμάρινου θραύσματος της θεάς Άρτεμης με αντάλλαγμα άλλες ελληνικές αρχαιότητες.
«Η επιστροφή των Ελγίνειων Μαρμάρων στην Αθήνα έχει γίνει επιτακτική» γράφει σε κύριο άρθρο της η εφημερίδα Times του Λονδίνου, η οποία ανοικτά και ξεκάθαρα πλέον στηρίζει τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων .
«Τα Ελγίνεια Μάρμαρα απεικονίζουν υπέροχα την ανθρώπινη μορφή και την αίσθηση της κίνησης. Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν θαυμάσει αυτά τα γλυπτά που κάποτε κοσμούσαν τον Παρθενώνα. Αλλά τους τελευταίους δύο αιώνες βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Πρόκειται για τα ομορφότερα όλων των αποκτημάτων του», σημειώνει η έγκριτη εφημερίδα που εκφράζει τη φωνή του βρετανικού κατεστημένου.
«Για περισσότερα από 50 χρόνια, καλλιτέχνες και πολιτικοί υποστήριξαν ότι αυτά τα τόσο θεμελιώδη τεχνουργήματα για την πολιτιστική ταυτότητα ενός έθνους πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το μουσείο και η βρετανική κυβέρνηση, με την υποστήριξη της εφημερίδας Times, αντιστάθηκαν σε αυτήν την πίεση. Οι καιροί όμως και οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Τα γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Και πρέπει τώρα να επιστραφούν».
Όπως ανέφερε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η γραμματέας της Βρετανικής Επιτροπής για την Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, Μάρλεν Κοτγούιν, «αυτή η παρέμβαση θα συμβάλει ουσιαστικά στον δημόσιο διάλογο του μακροχρόνιου αιτήματος της επιστροφής των Γλυπτών στην Αθήνα».
Η εφημερίδα Times αναφέρεται επίσης στην πρόσφατη συμφωνία με την Ιταλία για την επιστροφή του “θραύσματος Fagan“. Με αυτό ως δεδομένο η βρετανική εφημερίδα προτείνει να γίνει το ίδιο και με τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Να επιστραφούν δηλαδή στην Αθήνα και η Ελλάδα να στέλνει «εκ περιτροπής εκθέσεις με μερικά από τα καλύτερα κλασικά της αντικείμενα που δεν εκτίθενται μόνιμα».
Σύμφωνα με τους Times η πρόταση αυτή έφτασε κοντά σε συμφωνία αλλά απέτυχε να ολοκληρωθεί καθώς οι δύο πλευρές διαφωνούν για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η Βρετανία επιμένει ότι τα έχει αγοράσει και συνεπώς τής ανήκουν νόμιμα, γράφει η εφημερίδα, ενώ η Ελλάδα λέει ότι έχουν λεηλατηθεί και ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είχε το δικαίωμα να τα διαθέσει.
Αυτός ο «γραφειοκρατικός παραλογισμός», όπως γράφουν οι Times, μπορεί να επιλυθεί γρήγορα με το «να πουληθούν τα γλυπτά στην Ελλάδα σε τιμή κόστους». Στην τιμή δηλαδή που τα αγόρασε το βρετανικό Κοινοβούλιο από τον λόρδο Έλγιν. Προτρέπει δε τη βρετανική Βουλή να το κάνει άμεσα. «Ας εγκρίνει λοιπόν τώρα το Κοινοβούλιο την επιστροφή τους», τονίζει χαρακτηριστικά.
Οι Times καταλήγουν επισημαίνοντας ότι η επιστροφή τους θα ήταν μια γενναιόδωρη χειρονομία σε μια εποχή που η Βρετανία χρειάζεται να αναζωπυρώσει τις ευρωπαϊκές της φιλίες.
Το κλίμα διεθνώς έχει αλλάξει ούτως ή άλλως. Όπως ανέφερε ο αρθρογράφος των Times, Michael Binyon, σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΪ, τα μουσεία δεν μπορούν πλέον να διατηρούν στην κατοχή τους πολιτιστική κληρονομιά που ανήκει σε άλλες χώρες, οι οποίες μάλιστα την διεκδικούν υποστηρίζοντας πως είναι απαραίτητη για την δική τους πολιτισμική και πολιτική ταυτότητα.
Την περασμένη χρονιά πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ανακοίνωσαν πολιτικές αποκατάστασης και επέστρεψαν αντικείμενα που εκτίθεντο σε μουσεία τους στις χώρες προέλευσής τους. Η Γερμανία ανακοίνωσε ότι ξεκινώντας από το 2022 θα επιστρέψει στη Νιγηρία περίπου 1.100 τεχνουργήματα, γνωστά ως “Χάλκινα του Μπενίν” ενώ το ίδιο έπραξε ήδη η Γαλλία που επίσης είχε στην κατοχή της τεχνουργήματα του Μπενίν. Η δε κυβέρνηση του Βελγίου έχει συμφωνήσει σε ένα σχέδιο για τη επιστροφή κλεμμένων αντικειμένων από τα μουσεία της στις αφρικανικές χώρες της προέλευσής τους .
Τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα λεηλατημένης πολιτισμικής κληρονομιάς και πλέον οι υποστηρικτές της επιστροφής τους πλειοψηφούν. Η διεθνής πρακτική πιέζει και εκθέτει το Βρετανικό Μουσείο και τα επιχειρήματα για την παραμονή τους σε αυτό έχουν πλέον καταρριφθεί.
To ιστορικό της διεκδίκησης
Από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του λόρδου Έλγιν, πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη, δρούσαν στην Ακρόπολη, διαμελίζοντας τον σωζόμενο γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα.
Ο Έλγιν δεν είχε την επίσημη άδεια του Σουλτάνου για την αφαίρεση του γλυπτού και αρχιτεκτονικού διακόσμου του μνημείου, αντιθέτως χρησιμοποίησε με έντεχνο τρόπο μια ανεπίσημη επιστολή αξιωματούχου που αντικαθιστούσε τον Μέγα Βεζίρη στην Κωνσταντινούπολη, η οποία του επέτρεπε την ανασκαφή γύρω από τα θεμέλια του Παρθενώνα με τον όρο να μην προκληθούν βλάβες στο μνημείο.
Τα ανεκτίμητης αξίας γλυπτά, αναπόσπαστο μέρος ενός μοναδικού ιστορικού μνημείου παρά τον ακρωτηριασμό τους, μεταφέρθηκαν στην Μεγάλη Βρετανία και ανήκουν από το 1816 στη συλλογή του Βρετανικού Μουσείου.
Οι αντιδράσεις για την κλοπή τους ξεκίνησαν σχεδόν αμέσως μετά την αφαίρεση των γλυπτών.
Το 1842, κηρύχθηκε από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή, γραμματέα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, η πρώτη επίσημη αιτίαση της Ελλάδας κατά του Έλγιν και διατυπώθηκε η προσδοκία επιστροφής των διαρπαχθέντων γλυπτών.
Το αίτημα επαναλήφθηκε το 1924, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από το θάνατο του λόρδου Βύρωνα.
Όπως αναφέρει το Υπουργείο Πολιτισμού στο ιστορικό της διεκδίκησης των γλυπτών, το 1961, ο Δήμαρχος της Αθήνας αλλά και η Ακαδημία Αθηνών, ζήτησαν από την Αγγλία τον επαναπατρισμό των Μαρμάρων του Παρθενώνα και το 1982 απετέλεσε έτος – σταθμός για το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, καθώς στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO για την Πολιτιστική Πολιτική στο Μεξικό, η Μελίνα Μερκούρη τότε Υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών, προέβαλε το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Η ελληνική αντιπροσωπεία υπέβαλε σχέδιο Σύστασης υπέρ της επιστροφής του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα στην Ελλάδα, που υπερψηφίστηκε με 56 ψήφους υπέρ, 12 κατά και 24 αποχές. Τον Οκτώβριο του 1984 η Ελλάδα υπέβαλλε επίσημο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και τον Απρίλιο του ίδιου έτους η βρετανική πλευρά απέρριψε το ελληνικό αίτημα. Τις επόμενες δεκαετίες το αίτημα επαναλήφθηκε, ειδικά εν όψει των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας το 2004, με την βρετανική πλευρά να το απορρίπτει ξανά και ξανά.
Από το 1987, το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα έχει ενταχθεί στην επίσημη ατζέντα των θεμάτων της UNESCO, συζητείται ανά διετία στις συνεδριάσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής και κάθε φορά υιοθετείται σύσταση από τα κράτη-μέλη για την προώθηση του ζητήματος.
Περισσότερο από δύο αιώνες έπειτα από την αρπαγή τους, και έπειτα από αγώνες δεκαετιών η επιστροφή των γλυπτών και η επανένωση του ιστορικού μνημείου μοιάζει σήμερα επιτέλους εφικτή. “Τα γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Πρέπει να επιστρέψουν” υπογραμμίζουν οι συντηρητικοί Times.
Η Μελίνα Μερκούρη στη διάρκεια της ακάματης εκστρατείας της για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στον τόπο τους, την Αθήνα, είχε απευθύνει και αυτά τα λόγια στις Βρετανικές Αρχές: «…πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για μας. Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας…».
Photo: Getty Images/Ideal Image