«H Régine άνοιξε την πρώτη ντισκοτέκ στον κόσμο και έδωσε νέο αέρα στη νυχτερινή ζωή χτίζοντας μια αυτοκρατορία από αστραφτερές “παιδικές χαρές” για τους Beautiful People στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη και όχι μόνο» έγραψαν οι New York Times για τη γυναίκα που έγινε γνωστή ως η βασίλισσα της νύχτας για έναν exclusive κύκλο διασημοτήτων και vips.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Rachelle Zylberberg. Είχε γεννηθεί στο Βέλγιο το 1929. Η ανύπαντρη μητέρα της την εγκατέλειψε και έμεινε μόνη στα 12 όταν ο πατέρας της, ένας μόνιμα μεθυσμένος Πολωνός πρόσφυγας συνελήφθη από τους Ναζί στη Γαλλία. Η Rachelle κρύφτηκε σε ένα μοναστήρι, όπου την ξυλοκόπησαν επειδή ήταν εβραία. Μετά τον πόλεμο, πουλούσε σουτιέν στους δρόμους του Παρισιού και κάπου εκεί ορκίστηκε μια μέρα να γίνει πλούσια και διάσημη.
Το 1957, αποκαλώντας τον εαυτό της Régine, δανείστηκε χρήματα και άνοιξε ένα υπόγειο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης σε στενό δρόμο του Παρισιού. Δεν μπορούσε να έχει ζωντανή μουσική καθώς δεν μπορούσε να πληρώσει μουσικούς, έτσι οι θαμώνες χόρευαν σε ένα τζουκ μποξ. Τα πράγματα δεν πήγαιναν όμως καλά και η Régine ανακάλυψε πως το πρόβλημα ήταν το τζουκ μποξ.
«Όταν άλλαζε δίσκους και σταματούσε η μουσική, χαλούσε η ατμόσφαιρα. Έτσι πήρα δύο πικάπ, ώστε να μην υπάρχει κενό στη μουσική. Ήμουν μπάρμαν, πορτιέρης, καθαρίστρια στο μπάνιο, οικοδέσποινα και έβαζα και τους δίσκους. Ήταν η πρώτη ντισκοτέκ και εγώ ήμουν η πρώτη ντίσκ τζόκεϊ στον κόσμο».
Και έτσι ξεκίνησε το Chez Régine, η πρώτη ντισκοτέκ στον κόσμο. Στη δεκαετία του 1970, η Régine είχε στην κατοχή της μια αυτοκρατορία αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων με 23 κλαμπ στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αμερική, συμπεριλαμβανομένου του Régine’s στο Μανχάταν, το πιο διάσημο νυχτερινό κέντρο της εποχής του, με τους αστέρες της τέχνης και της ψυχαγωγίας, τις διασημότητες της high society, τους πρίγκιπες, τους playboys και τους beautiful people να απαρτίζουν την σταθερή του πελατεία.
Η Régine, η αλυσίδα κλαμπ της οποίας έφτασε στο απόγειο της επιτυχίας στη δεκαετία του 1980 και παρήκμασε μέχρι τα τέλη αυτής του 1990, έφυγε από τη ζωή την Κυριακή. Ήταν 92 ετών.
Τον θάνατό της ανακοίνωσε στο Instagram ο φίλος της, Γάλλος ηθοποιός και κωμικός Pierre Palmade, ο οποίος όμως δεν διευκρίνισε την αιτία ή τον τόπο του θανάτου της.
Η Régine είχε παντρευτεί στα 16 της παντρεύτηκε τον Leon Rothcage με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Lionel Rotcage. Χώρισαν μετά από λίγα χρόνια και το 1969 παντρεύτηκε ξανά τον Roger Choukroun, ο οποίος τη βοήθησε στη διαχείριση της περιουσίας της. Χώρισαν το 2004 ενώ ο γιος της πέθανε το 2006.
Με τα χαρακτηριστικά κατακόκκινα μαλλιά και την μάλλον πληθωρική σιλουέτα, η Ρεζίν ήταν γνωστή ως «η Βασίλισσα της Νύχτας». Έκανε τα εγκαίνια του κλαμπ της στη Νέα Υόρκη με μεγάλες τυμπανοκρουσίες το 1976 στο ισόγειο του ξενοδοχείου Delmonico, στην γωνία 59th Street και Park Avenue. Πολύ σύντομα όμως μετακόμισε στο ρετιρέ…
Η Régine έκανε την αποκλειστικότητα μορφή τέχνης. Προσέλκυσε τα μέλη των ελίτ πουλώντας 2.000 συνδρομές στο κλαμπ της για 600 δολάρια την κάθε μία, επιβάλλοντας αυστηρό dress code για σμόκιν και βραδινές τουαλέτες για να μπουν μέσα. Τοποθέτησε μια πινακίδα που έγραφε «το κλαμπ είναι γεμάτο» και αναβόσβηνε ακριβώς απ’ έξω για να αποθαρρύνει τους άσχετους περαστικούς από το να μπουν, ενώ μέσα από ένα ματάκι στην είσοδο ο πορτιέρης επιθεωρούσε όσους ζητούσαν να εισέλθουν στον παράδεισο της…
Λάτρευε τις διασημότητες: Ο Salvador Dalí, ο Yves Saint Laurent, ο Karl Lagerfeld, η Joan Collins, ο Andy Warhol, ο Milos Forman, ο Mick Jagger,ο Anthony Quinn, η Brooke Shields, η Χριστίνα Ωνάση, ήταν φίλοι και πελάτες της. Ο Φεντερίκο Φελίνι της είχε κάνει δώρο ένα βόα και μια βραδιά η Régine εμφανίστηκε στο κλαμπ τυλιγμένη με αυτόν!
Μια άλλη βραδιά αρνήθηκε την είσοδο στον Mick Jagger επειδή φορούσε αθλητικά παπούτσια. Κάποτε πέρασε μια νύχτα χορέυοντας μόνο με τον Gene Kelly και μετά εξαφανίστηκε μαζί του για 15 ημέρες. «Ναι, είχαμε ιδιωτικές επαφές», εξομολογήθηκε στο Elle το 2011.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, η επέκταση της αυτοκρατορίας της Régine κορυφώθηκε. Εκτός από τις ναυαρχίδες στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, είχε κλαμπ στο Μόντε Κάρλο, το Ρίο ντε Τζανέιρο, το Σάο Πάολο, το Σεν Τροπέ, το Λονδίνο, το Ντίσελντορφ, το Λος Άντζελες, το Μαϊάμι, το Κάιρο, την Κουάλα Λουμπούρ και πολλές άλλες πόλεις.
Είχε επίσης εστιατόρια, καφετέριες και ένα περιοδικό. Έβαζε την υπογραφή της σε σειρές ρούχων και αρωμάτων και έκανε και μια μικρή καριέρα στη showbiz παίζοντας σε ταινίες και σειρές- την θυμόσαστε στις «Αμαρτίες» με την Joan Collins; Αλλά και ως τραγουδίστρια με μια γαλλική εκδοχή του “I Will Survive” της Gloria Gaynor.
Η δημοτικότητα των κλαμπ της Régine άρχισε να φθίνει από τη δεκαετία του 80 καθώς ο τρόπος διασκέδασης άλλαζε και το drug culture άρχισε να παρεισφρέει. Τα πρωτεία είχε πλέον το Studio 54.
«Δεν ένιωθες ότι θα μπορούσες να αρχίσεις να κάνεις κοκαΐνη στα τραπέζια του Regine’s», θα εξηγούσε ο δημοσιογράφος Bob Colacello. «Δεν μοίραζαν quaaludes στους αστέρες του κινηματογράφου. Δεν είχε ημίγυμνους μπάρμαν. Δεν είχε αυτά που ήθελε πλέον ο κόσμος».
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η αυτοκρατορία της Régine είχε συρρικνωθεί σε μια χούφτα κλαμπ στη Γαλλία, ένα κλαμπ στην Κωνσταντινούπολη και ένα εστιατόριο-lounge στη Νέα Υόρκη με το όνομα Rage.
Τα τελευταία χρόνια η Régine ζούσε στο Παρίσι, ασχολείτο με τη φιλανθρωπία έκανε περιστασιακά πάρτι και έβλεπε παλιούς φίλους. Το 2015, δημοσίευσε ένα βιβλίο με φωτογραφίες και αναμνήσεις, το «Mes Nuits, Mes Rencontres» (Οι νύχτες μου, οι συναντήσεις μου).
«Ο γιος μου είναι το μόνο πράγμα που μου λείπει», είχε πει σε μια από τις τελευταίες της συνεντεύξεις. «Δεν θέλω οι άνθρωποι να με λυπούνται. Αυτό δεν με ενδιαφέρει. Θέλω να γελούν μαζί μου και να είναι χαρούμενοι».
Photo: Getty Images/Ideal Image