Η Ζωή Λάσκαρη, στις 18 Αυγούστου του 2017, είχε βρεθεί νεκρή από ανακοπή καρδιάς στο σπίτι της στο Πόρτο Ράφτη.
Η οικογένειά της παρακαλεί, αντί στεφάνων, να γίνουν δωρεές στην Κιβωτό του πατέρα Αντώνιου και η κηδεία της προβάλλεται σε ζωντανή μετάδοση. Οι κόρες της, Μαρία-Ελένη Λυκουρέζου και Μάρθα Κουτουμάνου, η εγγονή της, Ζένια Μπονάτσου, και, φυσικά, ο άντρας της ζωής της, Αλέξανδρος Λυκουρέζος, τη συνοδεύουν στην τελευταία της κατοικία, εμφανώς καταβεβλημένοι.
Ο γνωστός ποινικολόγος θα εκφωνήσει, συντετριμμένος, τον επικήδειό της. Θα μιλήσει σαν η Ζωή Λάσκαρη να στέκεται απεναντι του: «Παρακαλώ τους αγγέλους την έγνοια σου να έχουν, μα οι άγγελοι απάντησαν “αγγέλους δεν προσέχουν”. Σου στάθηκα μία φορά και εσύ μου στάθηκες δέκα. Το στεφάνι που μας έδεσε πριν από σαράντα ένα χρόνια είναι και θα παραμείνει όπως το θέλεις: ζωντανό και φωτεινό. Δεν βρίσκεται άνθρωπος που να σου μοιάζει».
Ζωή Λάσκαρη – Αλέξανδρος Λυκουρέζος
Το ζευγάρι γνωρίστηκε το 1976, εντελώς τυχαία. Η Ζωή Λάσκαρη πήγε ως πελάτισσα στο δικηγορικό του γραφείο. Εκείνος λίγο μετά την επαγγελματική γνωριμία τους της πρότεινε να πάνε για φαγητό στην ταβέρνα του Ζαφείρη, ενώ, όπως είπε αργότερα σε συνέντευξή του, δεν είχε δει έως τότε καμία ταινία της.
Στο πρώτο τους ραντεβού πήγε και τον πήρε εκείνη με ένα διθέσιο αυτοκίνητο –γιατί εκείνος δεν είχε αμάξι– από τα γραφεία που στέγαζαν τα ιστορικά ΝΕΑ, στη Χρήστου Λαδά 4. Της ζήτησε να περιμένει για λίγο έξω για να ανεβεί και να καλέσει το φίλο του, ποιητή και δημοσιογράφο, Λευτέρη Παπαδόπουλο να τη γνωρίσει.
«Τι σας τράβηξε σ’ αυτόν;» θα τη ρωτήσει δεκαετίες αργότερα ο δημοσιογράφος Θανάσης Φωτίου. «Πως ήταν φευγάτος. Καλέ, πέρναγε έξω από το μαγαζί που είχα, μια μπουτίκ στην Ακαδημίας και Πινδάρου, με ένα κοντό αμπέχονο και το μαλλί ίσα πάνω, σαν να είχε βγει από ανατριχιαστική ταινία. Γι’ αυτό μου άρεσε» είχε εκμυστηρευτεί η καλλονή Ζωή.
Παντρεύτηκαν την ίδια χρονιά, αλλά η Ζωή δεν ήταν καθόλου σίγουρη για αυτό το γάμο. Λίγο πριν από το μυστήριο είχε προσπαθήσει να αποδράσει. Έφτασε στην εκκλησία με κλάματα. Τελικά παντρεύτηκαν στο μετόχι του Παναγίου Τάφου στην Πλάκα, με κουμπάρο τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, χωρίς κάμερες, χωρίς φωτογράφους.
Η εμπειρία της από τον έγγαμο βίο ήταν κάθε άλλο παρά θετική. Πριν τον Λυκουράζο είχε παντρευτεί τον Πέτρο Κουτουμάνο, που προσπάθησε να την κλείσει σε ένα χρυσό κλουβί.
Ο Κουτουμάνος
Το 1966 η Ζωή Λάσκαρη βρίσκεται στο απόγειο της της καριέρας της με τις ταινίες της να σπάνε κάθε ρεκόρ εισιτηρίων. Η Ζωή Λάσκαρη γίνεται το αγαπημένο κορίτσι του Φίνου και του Γιάννη Δαλιανίδη που την καθιερώνουν σε ένα από τα δημοφιλέστερα αστέρια της εποχής.
Εκείνη την χρονιά κάνει και την πρώτη θεατρική της εμφάνιση σε επιτυχημένη περιοδεία στην Κύπρο με τα έργα “Η παγίδα” του Ρομπέρ Τομά, “Βαθιά γαλάζια θάλασσα ” του Τέρενς Ράττιγκαν και “Μιας πεντάρας νιάτα” των Πρετεντέρη-Γιαλαμά. Την περίοδο αυτή μέσω κοινών φίλων θα γνωρίσει τον επιχειρηματία Πέτρο Κουτουμάνο τον οποίο θα ερωτευθεί και ένα χρόνο αργότερα, στις 23 Οκτωβρίου του 1967 θα ανέβει μαζί του τα σκαλιά της εκκλησίας στον Άγιο Διονύσιο στο Κολωνάκι.
Ντυμένη με ένα υπέροχο και απλό νυφικό και κότσο στολισμένο με λευκά λουλούδια, θα υποδεχθεί μετά το μυστήριο στην δεξίωση που θα ακολουθήσει στο κοσμικό κέντρο της παραλιακής “Στορκ” (φωτο), αγαπημένους φίλους και συναδέλφους σε μια βραδιά γεμάτη κέφι και χορό.
Τον Μάιο του 1968 θα αποκτήσουν την κόρη τους Μάρθα, στην πορεία όμως του έγγαμου βίου τα διαφορετικά ωράρια και η επιθυμία του συζύγου να σταματήσει την καριέρα της θα οδηγήσει στην φθορά του ζευγαριού και τρία χρόνια αργότερα σε σκληρό διαζύγιο, με τον Κουτουμάνο να παίρνει την επιμέλεια της Μάρθας και να της απαγορεύει να βλέπει το παιδί.
Είχε ήδη γνωρίσει τον Τόλη Βοσκόπουλο, το καλοκαίρι του 1970 στην πρώτη θεατρική της εμφάνιση στην Αθήνα με το “Μαριχουάνα Στοπ” του Δαλιανίδη. Ο έρωτας τους εξοργίζει τον Κουτουμάνο που την εκδικείται μέσω της Μάρθας.
«Ο Πέτρος Κουτουμάνος δεν με άφηνε να περνάω πολύ χρόνο με τη Μάρθα. Είχε όλη την οικογένειά του στο σπίτι. Αυτό έκανε κακό και σε μένα και στο παιδί. Δεν μου επέτρεπε ούτε στο πάρκο να πάω μαζί της. Κι όταν χωρίσαμε, πάλι δεν με άφηνε να τη βλέπω. Δεν κατάλαβα ποτέ μου το γιατί. Με έβαζε τιμωρία λέγοντάς μου “άλλες είκοσι μέρες δεν θα δεις το παιδί”. Του απαντούσα “Δεν κάνεις κακό σε μένα, αλλά στο παιδί”. Γι’ αυτό και όταν έμεινα έγκυος στη Μαρία-Ελένη, είπα στον Αλέξανδρο ότι θα τη μεγαλώσω εγώ. Δεν ήθελα κανέναν άλλο. Με τη Μάρθα ακόμη προσπαθούμε να αναπληρώσουμε εκείνο το κενό. Της έλεγα συχνά ότι όσο δεν μου μιλάει η απόσταση θα μεγαλώνει και δεν θα υπάρχουν γέφυρες επικοινωνίας» είχε εξομολογηθεί η Ζωή Λάσκαρη σε συνέντευξή της στο People.
Ίσως για αυτό αφιερώθηκε τόσο στη δεύτερη κόρη της, Μαρία- Ελένη. Χωρίς βοήθεια, τα έκανε όλα μόνη της. Με την κόρη της, Μαρία Ελένη Λυκουρέζου. «Τα πάντα έκανα στο σπίτι. Εγώ δεν αισθάνθηκα ποτέ σταρ. Τι; Να παριστάνω την Γκρέτα Γκάρμπο με ένα τσιγάρο στο χέρι; Είναι βασανιστικό να πρέπει να υποδύεσαι ένα ρόλο και μέσα στο σπίτι σου» είχε αναφέρει σε μια συνέντευξή της, για να επανέλθει στο θέμα σε μια μεταγενέστερη: «Είμαι κανονικός άνθρωπος, παιδί μου. Θα σηκωθώ το πρωί, θα σκουπίσω, θα μαγειρέψω. Δεν παριστάνω τη Νόρμα Ντέσμοντ στη “Λεωφόρο της Δύσης”. Δεν υπήρξα ποτέ έτσι. Τι βαρετό, Χριστέ μου!».
Ο φλογερός έρωτας με τον Τόλη Βοσκόπουλο
Ηταν ο απόλυτος έρωτας, πριν από 50 χρόνια. Εκείνος φτασμένος λαϊκός τραγουδιστής, εκείνη πανέμορφη σταρ του σινεμά. Η «ξανθή αγαπημένη Παναγιά». Ενας έρωτας που τάραξε τα νερά της Αθήνας και συζητήθηκε όσο λίγοι.
Η θρυλική Ματούλα, ένα πρόσωπο πασίγνωστο στα στέκια του Κoλωνακίου και της Μυκόνου που έζησε το ζευγάρι όσο ήταν μαζί είχε μιλήσει για τον χωρισμό του Τόλη και της Ζωής.
«Το καλοκαίρι του ’73 είναι το σκοτεινό καλοκαίρι που γράφτηκε ο επίλογος της σχέσης τους. Τότε ο Τόλης είχε κλείσει μια σειρά συναυλιών στη Νέα Υόρκη. Ο Τόλης φοβόταν πολύ τα αεροπλάνα. Δεν ταξίδευε ποτέ. Έτσι αποφασίσαμε να πάμε εγώ, ο Τόλης, η Ζωή και η Μάρθα Καραγιάννη με το πλοίο. Το ταξίδι κράτησε 30 μέρες, εκεί ο Τόλης θα έμενε δύο εβδομάδες και μετά θα επέστρεφε πάλι με το καράβι. Η Ζωή όμως έπρεπε να επιστρέψει πιο γρήγορα για να γυρίσει τον Αστερισμό της Παρθένου. Επιστρέφει στην Ελλάδα και κατά κάποιον τρόπο εξαφανίζεται».
Ο Τόλης Βοσκόπουλος μπήκε μέχρι και σε αεροπλάνο που το φοβόταν για να προλάβει τη Ζωή Λάσκαρη
Ο θρίαμβος του Τόλη στη Νέα Υόρκη γρήγορα μετατράπηκε σε εφιάλτη. Η Ματούλα εξηγεί: «Εγώ ήμουν στην Ρώμη, όσο ο Τόλης ήταν στην Αμερική. Μου τηλεφωνεί μια μέρα η Ζωή και μου λέει “μάζεψε τα πράγματά σου και έλα επειγόντως στην Αθήνα, αποφάσισα να τελειώσει η ιστορία με τον Τόλη. Πρέπει να έρθεις και να πας στο αεροδρόμιο να τον παραλάβεις”. Έκανα ό,τι μου είπε η Ζωή. Τον περιμένω στο αεροδρόμιο και τον βλέπω να έρχεται στην αίθουσα σχεδόν συντετριμμένος. Συνέβησαν πολλά και τίποτα. Απλώς η Ζωή αποφάσισε να περάσει στο επόμενο κεφάλαιο της προσωπικής της ζωής και ποτέ δεν είπε στον Τόλη «χωρίζουμε». Απλώς εξαφανίστηκε, δεν απαντούσε στα τηλέφωνα και εκείνος τρελαινόταν ακόμη περισσότερο. Ακόμη και σε αεροπλάνο μπήκε, που τα έτρεμε, για να έρθει στην Αθήνα και να μάθει τι γίνεται.
Ο φόβος ότι έχανε τη Ζωή υπερνίκησε τη φοβία του για τις πτήσεις, δεν καταλάβαινε τίποτα. Η μόνη, λοιπόν, που θα μπορούσε να τον παραλάβει ήμουν εγώ. Ήμουν η πιο κατάλληλη για να τον παρηγορήσει, να του εξηγήσει, να τον ηρεμήσει. Γιατί κατά τη διάρκεια της σχέσης τους, ήμασταν οι τρεις μας συνέχεια μαζί και έτσι ανέλαβα τον ρόλο να του ανακοινώσω ότι όλα τελείωσαν.
Αμέσως από το αεροδρόμιο πήγαμε στον Αστέρα Βουλιαγμένης, στις καμπάνες στη Γλυφάδα και μείναμε για λίγο καιρό εκεί. Εκείνη την περίοδο μάθαινε νέα της Ζωής, το πώς ήταν και συχνά έκλαιγε σαν μωρό παιδί. Κάθε βράδυ περνούσε με το αυτοκίνητό του έξω από το σπίτι της, καθόταν περίπου μία ώρα από κάτω και έφευγε. Ήταν απαρηγόρητος. Είχε κλειστεί στον εαυτό του και δεν ήθελε να βλέπει άνθρωπο.
Η φράση “τα λόγια είναι περιττά” ήταν ένας τίτλος που βγήκε γι’ αυτήν τη σχέση. Για εμένα ο Τόλης Βοσκόπουλος δυο γυναίκες αγάπησε μόνο. Τη Ζωή Λάσκαρη και την Άντζελα Γκερέκου. Απλώς τη Ζωή τη γνώρισε σε μια εποχή που ήταν και οι δύο πολύ νέοι και είχε κατά κάποιον τρόπο ο δεσμός τους ημερομηνία λήξης».
Ο χωρισμός τους στοίχισε πολύ στον τραγουδιστή που έφτασε στο σημείο να διαλύσει το σπίτι που έμεναν μαζί.
Η Κική Σεγδίτσα είχε πει για την ψυχολογική κατάσταση του Τόλη εκείνη την περίοδο: «Όταν ο Τόλης γύρισε από την Αμερική, πήγε στο σπίτι όπου έμεναν, στους πρόποδες του Λυκαβηττού και το έσπασε ολόκληρο. Έσκισε όλα τα φουστάνια, είχε μίσος. Και μετά εξαφανίστηκε από όλους μας. Μια μέρα τηλεφώνησα στο σπίτι της Ματούλας. Ήταν εκεί, τον βρήκα. Και μου λέει: “Κική, τα διέλυσα όλα. Όλα έγιναν συντρίμμια. Ψυχή μου, αυτό στοίχισε όλη μου τη ζωή”!».
Ζωή Λάσκαρη: Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Η Ζωή Κουρούκλη – όπως ήταν το πραγματικό της όνομα- γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 12 Δεκεμβρίου του 1944 και μεγάλωσε με τους παππούδες της. Ήταν η μοναχοκόρη του αξιωματιτικού Δημητρίου Κουρούκλη, ο οποίος σκοτώθηκε από άνδρες του ΕΛΑΣ το 1945.
Ο Δημήτριος Κουρούκλης ήταν βασιλόφρων υπολοχαγός εξ εφέδρων και αδελφός του στρατηγού Γεωργίου Κουρούκλη – υπασπιστή του Γεωργίου Κονδύλη το 1935 που έγινε η παλινόρθωση της βασιλείας στην Ελλάδα. Η μητέρα της Ζωής είχε ανάλογο τέλος με τον πατέρα της: Λίγους μήνες πριν από το τέλος του Εμφυλίου, ομάδα κομουνιστών την συνέλαβαν με την κατηγορία ότι ήταν «χήρα του βασιλόφρονος υπολοχαγού Κουρούκλη» και την εκτέλεσαν. Από τότε οι παππούδες της αναλαμβάνουν το ρόλο των γονιών της Ζωής.
Σε συνέντευξή της είχε πει για τον πατέρα της: «Ο πατέρας μου σκοτώθηκε 24 ετών στη Νέα Χαλκηδόνα, καθώς λένε με τσουγκράνα, δεν είναι τίποτα σίγουρο. Αγνοούμενος είναι μέχρι σήμερα στα χαρτιά, γραμμένος…».
Ζωή Λάσκαρη: Από star Ελλάς… star του κινηματογράφου
Στις 20 Ιουνίου του 1959 η Ζωή Λάσκαρη πήρε μέρος στα Καλλιστεία, που διοργάνωσε η εφημερίδα «Απογευματινή» και στέφθηκε σταρ Ελλάς: «Tο βράδυ του Σαββάτου 20 Iουνίου 1959, στην φαντασμαγορικήν χοροεσπερίδα εις τα Aστέρια της Γλυφάδας, εξελέγη Σταρ Eλλάς 1959 η 18ετίς δεσποινίς Ζωΐτσα Kουρούκλη, με το ψευδώνυμον Aμαρυλλίς – αριθμός 12 – υπό τας επευφημίας του πλήθους που είχε κατακλύσει το κέντρον».
Στη συνέχεια, εκπροσώπησε την Ελλάδα στον διαγωνισμό «Μις Υφήλιος» στις ΗΠΑ. Δυο χρόνια μετά την εντοπίζει ο Φιλοποίμην Φίνος και την επιλέγει για πρωταγωνίστρια την ταινία «Κατήφορος». Ο Φίνος ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε το επίθετο της Ζωής και από Κουρούκλη (ήδη η εξαδέλφη της, Ζωή Κουρούκλη έκανε καριέρα στο τραγούδι) το έκανε Λάσκαρη, δίνοντάς της το όνομα ενός Ιταλού φίλου του.
Ένα χρόνο αργότερα θα βρεθεί στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια κερδίζοντας τις εντυπώσεις με την ανεπιτήδευτη ομορφιά της, αλλά δε θα καταφέρει να στεφθεί Μις Υφήλιος. Λίγο αργότερα, το 1961, ο Φιλοποίμην Φίνος τής προτείνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη «Ο Κατήφορος». Έτσι, η Ζωή Λάσκαρη υποδύεται τη Ρέα Νικολάου στο πλευρό του Νίκου Κούρκουλου παίρνοντας το «βάπτισμα του πυρός» και γίνεται σταρ, αλλά και ερωτικό σύμβολο από την πρώτη στιγμή.
Σήμερα με αφορμή τα 7 χρόνια από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή Η κόρη της, Αίθρα Λυκουρέζου, προχώρησε σε μια πολύ συγκινητική ανάρτηση μέσα από τον λογαριασμό της στο instagram.
Συγκεκριμένα έγραψε δίπλα σε μια φωτογραφία των γονιώ της:
18/8/2017 – 18/8/2024
7 χρόνια..
7 χρόνια αλλαγών, πόνου, κατάθλιψης, έντασης, εντάσεων….
7 Χρόνια χωρίς….
7 χρόνια που με άλλαξαν μέσα μου αλλά και έξω μου….
Τεράστιο μάθημα η απώλεια.. η απώλεια της μάνας..
ενηλικιώνεσαι
Αλλάζεις θες δεν θες.
Μεταμορφώνεσαι!
.Χρειάζεται να πονέσεις για να αλλάξεις.
Να πονέσεις για να καταλάβεις….
Να πονέσεις για να συμπονέσεις…
Μην ξεχνάς πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και για πάντα!