Ο Desmond Child –κατά κόσμον Τζον-Τσαρλς Μπάρετ– μιλάει στο HELLO! που κυκλοφορεί και τη Σόνια Μαγγίνα για την επικείμενη συναυλία του, στις 27 Ιουνίου, στο Ηρώδειο.
Ο ενθουσιασμός του πηγάζει κατά βάση από την αγάπη του στην Ελλάδα και τη δυνατότητα προσφοράς στη χώρα όπου περνά τα καλοκαίρια του εδώ και πολλά χρόνια καθώς η συναυλία πραγματοποιείται υπέρ της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα.
Με αφορμή λοιπόν τη μεγάλη βραδιά, μας εξιστορεί πώς ο γιος μιας φτωχής Κουβανής στιχουργού κατέκτησε την κορυφή, αλλά και πώς δημιούργησε την οικογένειά του, η οποία τον έδεσε άρρηκτα με την Ελλάδα.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα αυτής της συναυλίας;
Εδώ και χρόνια, φίλοι μου στην Ελλάδα με ρωτούσαν πότε θα κάνω μια συναυλία στην Αθήνα. Φέτος –κάτι για το οποίο νιώθω τιμή– με πήρε κάτω από τις φτερούγες του ο Φοίβος και με τον κοινό μας φίλο Γιώργο Λεμπέση με ενθάρρυναν προς αυτή την κατεύθυνση. Επίσης, η εταιρεία του Φοίβου, Spicy Music, ανέλαβε τη διοργάνωση κάνοντας εξαιρετική δουλειά. Από την αρχή, ωστόσο, δεν θέλαμε να δώσουμε απλώς μια συναυλία, θέλαμε αυτή να έχει και καλό σκοπό. Η συναυλία θα γίνει στο Ηρώδειο, στη σκιά του Παρθενώνα, και γι’ αυτό σκέφτηκα το μνημείο να είναι το επίκεντρό της, να ενώσουμε τις φωνές μας υπέρ του αιτήματος της επιστροφής των Μαρμάρων. Είμαστε ενθουσιασμένοι για την ανταπόκριση που έχουμε, τόσο από τους καλλιτέχνες που θα συμμετάσχουν όσο και από το κοινό. Με το σύζυγό μου, Κέρτις, ερχόμαστε στην Ελλάδα κάθε καλοκαίρι εδώ και δεκαπέντε χρόνια, από τότε που οι γιοι μας ήταν μικροί. Τώρα είναι 20 ετών και εργάζονται στην παραγωγή της συναυλίας –πρόκειται για την πρώτη τους δουλειά καθώς σπουδάζουν ακόμη–, της πρώτης μας σε αυτήν τη χώρα που αγαπάμε τόσο πολύ. Είναι μια συναυλία που διαθέτει μεγάλη ποικιλία – κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κουμπωθούν σωστά πολλά κομμάτια. Κάθε σκηνή έχει τη δική της σημασία, τη δική της μουσική και έναν ξεχωριστό σταρ να τραγουδά, κι όλες μαζί δημιουργούν ένα αρμονικό σύνολο. Κατάλαβα πολύ γρήγορα ότι το Ηρώδειο είναι ένας ναός, κι αυτό με οδήγησε στην αίσθηση πως δεν πρέπει να κάνουμε μια συναυλία, πρέπει να προσφέρουμε μια πνευματική εμπειρία. Από την αρχή έως το τέλος, υπάρχει ποιητική ευλάβεια, χωρίς να λείπουν βέβαια οι μεγάλες επιτυχίες, από την πρώτη μου, «I was made for loving you», μέχρι την πιο πρόσφατη, «Kings & Queens», με την Ava Max. Όλα αυτά σε ένα εκπληκτικό σκηνικό. Ο Φωκάς Ευαγγελινός έχει σχεδιάσει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί στο Ηρώδειο. Το στυλ μου, είτε στη σύνθεση είτε στους στίχους, είναι πάντα ανυψωτικό, έχει μέσα του ελπίδα, με τέλειο παράδειγμα το «Livin’ on a prayer». Όταν έγραψα αυτό το τραγούδι με τον Τζον Μπον Τζόβι και τον Ρίτσι Σαμπόρα, θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι που να μιλά για την εργατική τάξη, η οποία παλεύει τόσο σκληρά, και να δίνει ελπίδα. Αυτή η αίσθηση της ανύψωσης, της ελπίδας, διατρέχει όλη τη συναυλία στο Ηρώδειο.
Ποιοι είναι οι προσωπικοί σας δεσμοί με την Ελλάδα;
Με τον Κέρτις αρχίσαμε να ερχόμαστε για διακοπές στην Ελλάδα όταν οι γιοι μας ήταν 4 ετών. Έχουμε ταξιδέψει παντού, σε όλη τη χώρα, αλλά πάντα καταλήγουμε στο αγαπημένο μας νησί, τη Φολέγανδρο, όπου περνάμε όλο το καλοκαίρι. Δεν είμαστε τουρίστες, ζούμε εκεί και αποτελούμε μέρος της κοινωνίας του χωριού όπου διαμένουμε. Οι γιοι μας μεγάλωσαν παίζοντας με μεγάλη ελευθερία και χωρίς φόβο. Εδώ και χρόνια, είναι φίλοι με παιδιά από τη Φολέγανδρο, έχουν μεγαλώσει μαζί. Φέτος, βέβαια, που είναι 20 ετών, δεν περιμένουμε να τους βλέπουμε και πολύ κατά τη διάρκεια της ημέρας. Θα πάμε στο νησί μετά τη συναυλία – είναι το ευτυχισμένο μέρος μας. Υπάρχει όμως και κάτι που μας συνδέει με την Ελλάδα πριν ακόμα γεννηθούν τα παιδιά. Έχω συνεργαστεί με τον Φοίβο και τον Σάκη Ρουβά στα τραγούδια του δίσκου «Όλα Καλά». Όταν ήμαστε σε συζητήσεις για τη συνεργασία, ο Σάκης είχε έρθει στη Στοκχόλμη για να μιλήσουμε από κοντά. Εντυπωσιάστηκα αμέσως, ειδικά από το χαμόγελό του! Μετά μας επισκέφθηκε στο Μαϊάμι μαζί με τον Φοίβο και αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί. Μία από τις αρχικές συναντήσεις μας επρόκειτο να γίνει στις 13 Σεπτεμβρίου 2001 στην Κρήτη. Εκείνη την περίοδο είχαμε κάνει την εξωσωματική γονιμοποίηση στο Λος Άντζελες με την παρένθετη μητέρα, την Άντζελα. Στη συνέχεια πήγα στο Παρίσι για να συναντηθώ με τον Πασκάλ Ομπίσπο και να ταξιδέψουμε στη Στοκχόλμη για να κάνουμε ένα ντέμο για ένα καινούριο τραγούδι, το «Live for love united», το οποίο προοριζόταν για μια φιλανθρωπική συναυλία του. Την ημέρα που γράφαμε το ντέμο, έγινε η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους στις ΗΠΑ, την οποία παρακολουθούσαμε σοκαρισμένοι στην τηλεόραση. Στην επιστροφή στο Παρίσι –ο Πασκάλ δεν ήθελε να ταξιδέψει αεροπορικώς, αλλά τον έπεισα–, ήμαστε μόνο οι δυο μας στο αεροπλάνο και τα αεροδρόμια ήταν γεμάτα ανθρώπους με τις αποσκευές τους που δεν ταξίδευαν. Δεν μπορούσα να επικοινωνήσω με τον Κέρτις και αποφάσισα να είμαι τουλάχιστον συνεπής στο ραντεβού μου με τον Σάκη στην Κρήτη. Έτσι, στις 13 Σεπτεμβρίου 2001, ήμουν στο φανταστικό Πόρτο Ελούντα του Ηλία Κοκοτού, σε μια μικρή ταβέρνα η οποία σέρβιρε ψάρια και θαλασσινά που είχαν ψαρέψει οι ιδιοκτήτες την ίδια ημέρα, και χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν ο Κέρτις και η Άντζελα, που μου ανακοίνωσαν τα νέα της εγκυμοσύνης και ότι όλα έδειχναν πως θα αποκτούσαμε δίδυμα. Αυτό με συνδέει πάντα βαθιά με την Ελλάδα – και στη συνέχεια η ζωή που χτίσαμε εδώ, οι φίλοι μας.
Πώς παραμένει προσγειωμένος και ισορροπημένος ένας άνθρωπος που έχει κάνει τεράστιες, διαχρονικές επιτυχίες και είναι μέρος ενός πολύ λαμπερού star system;
Χάρη στο σύζυγό μου. Είναι πολύ προσγειωμένος και κρατά και μένα προσγειωμένο. Το έκανε και τις φορές που παραλίγο να χάσω την επαφή μου με την πραγματικότητα. Σε γενικές γραμμές, όμως, έχω και καλή αίσθηση των πραγμάτων. Πάντα πίστευα πως γεννήθηκα για να γίνω σταρ και η μοίρα με οδήγησε να γίνω δημιουργός επιτυχίων για τους σταρ. Ωστόσο, για μία βραδιά, στο Ηρώδειο, κάτω από την Ακρόπολη, θα αφεθώ να νιώσω σαν σταρ. Σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου ξέρω ότι είμαι ο σταρ στην καρδιά του συζύγου μου.
Οι ρίζες σας ήταν και το κίνητρό σας;
Ήμαστε πολύ φτωχοί, υποφέραμε. Θυμάμαι τη μητέρα μου να κλαίει πολύ συχνά γιατί δεν είχε περισσότερα από 5 δολάρια στο πορτοφόλι της. Είπα στον εαυτό μου: «Θα τα καταφέρω και η μαμά μου δεν θα ξανακλάψει ποτέ». Γύρω στα 25, έκανα την πρώτη μου επιτυχία και δεν κοίταξα ποτέ πίσω. Το πρώτο που έκανα όταν έβγαλα χρήματα ήταν να αγοράσω ένα διαμέρισμα και καινούρια έπιπλα και ρούχα για τη μητέρα μου. Τη φρόντιζα μέχρι πριν από δέκα χρόνια, όταν πέθανε. Για να την τιμήσω, ίδρυσα μαζί με τον Ρούντι Πέρεζ το Latin Songwriters Hall of Fame. Ήταν γνωστή ως «La Musa» και καθιερώσαμε τα βραβεία La Musa επίσης προς τιμήν της. Πάντα προσπαθώ να προσφέρω με κάποιον τρόπο. Η συναυλία μου στο Ηρώδειο είναι η προσπάθειά μου να προσφέρω στην Ελλάδα, στους Έλληνες, και να συνεισφέρω σε αυτό που προσωπικά ονομάζω «επανένωση» –και όχι «επιστροφή»– των Μαρμάρων του Παρθενώνα.