Ο Γιάννης Μπέζος περιοδεύει με τον «Οθέλλο» σε όλη την Ελλάδα και ετοιμάζεται για μια νέα σεζόν στην ΕΡΤ, όπου θα πέσει… «Σε ξένα χέρια».
Από την Έφη Θεοδωρίδου
Πώς νιώθετε που μετά από πολύ καιρό βρίσκεστε ξανά στη θεατρική σκηνή;
Δεν θα σας πω κάτι που συνηθίζεται. Δεν νιώθω κάτι ιδιαίτερο. Γιατί είχα εργαστεί πάρα πολύ και το χειμώνα δεν πρόκειται να είμαι σε κάποια παράσταση. Αισθάνομαι όπως αισθάνομαι συνήθως όταν παίζω στο θέατρο.
Η επιλογή του έργου έγινε σε συζήτηση με τον Αιμίλιο Χειλάκη, ο οποίος ανέλαβε και τη σκηνοθεσία;
Η επιλογή του έργου έγινε από τον Αιμίλιο Χειλάκη εδώ και δύο χρόνια. Ήταν μια επιθυμία του παλιότερη και η αρχική σκέψη ήταν να γίνει στη χειμερινή σεζόν, αλλά κατόπιν συζητήσεων και λόγω πανδημίας, αποφασίσαμε να το κάνουμε το καλοκαίρι, στα ανοιχτά θέατρα.
Ο «Οθέλλος» είναι ένα πολύ δυνατό έργο που μιλά για την καρδιά της ανθρώπινης ύπαρξης, για όλα τα θετικά και τα αρνητικά μαζί.
Είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα αυτό του Οθέλλου. Εκτός από τη ζήλια, που είναι το πρώτο στοιχείο του ήρωα, υπάρχει η ανθρώπινη αδυναμία σε συνδυασμό με τη φυλετική καταγωγή του, καθώς είναι Άραβας, μελαψός, και ζει σε μια ευρωπαϊκή κοινωνία, στη Βενετία, η οποία ήταν ρατσιστική. Η κοινωνία δεν τον αποδέχεται, τον ανέχεται όμως λόγω των ιδιαίτερων ικανοτήτων του. Και υπάρχει και το θέμα της θέσης της γυναίκας μέσα σε μια κοινωνία. Ο Σαίξπηρ την ονομάζει πολύ έντονα μέσα από την Αιμιλία, τη γυναίκα του Ιάγου. Είναι ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο που πολλές φορές δεν του δίνουμε μεγάλη σημασία. Και το άλλο κομμάτι έχει να κάνει με το πώς οι άνθρωποι γίνονται υποχείρια διάφορων χειριστικών τύπων, όπως ο Ιάγος. Είναι συμπεριφορές που τις βλέπουμε και δίπλα μας. Όχι σε αυτό το μέγεθος, αλλά τις βλέπουμε. Όλα αυτά, όταν είναι γραμμένα με ποιητικό οίστρο, μας δίνουν αριστουργήματα, όπως είναι ο «Οθέλλος».
Τη νέα σεζόν θα σας δούμε στην καθημερινή σειρά της ΕΡΤ «Σε ξένα χέρια». Ποιος είναι ο δικός σας ρόλος;
Υποδύομαι έναν επιχειρηματία ο οποίος έχει προβλήματα με την επιχείρησή του και υπάρχει ένας ανταγωνιστής, που θέλει να τον εξαγοράσει. Και μέσα σε όλα αυτά, υπάρχουν διάφορα οικογενειακά θέματα που δίνονται βεβαίως με χιούμορ, γιατί μιλάμε για κωμωδία.
Η ΕΡΤ έκανε ένα καλό ξεκίνημα πέρυσι και την επόμενη σεζόν βγάζει αρκετές νέες σειρές. Πιστεύετε ότι κάποια στιγμή η δημόσια τηλεόραση θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά;
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Ξέρω, όμως, ότι είναι υποχρέωσή της να κάνει πρόγραμμα με διαφορετική θεματολογία. Γιατί επί σειρά ετών δεν έκανε τίποτα. Απευθύνεται σε όλο τον κόσμο, συντηρείται από το δημόσιο και τις εισφορές όλων μας, είτε τη βλέπουμε είτε δεν τη βλέπουμε, επομένως έχει υποχρέωση να είναι πιο τολμηρή, χωρίς να καθορίζεται από στον ανταγωνισμό των ιδιωτικών. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάνει πράγματα που θα τα βλέπουν μόνο οι υπάλληλοι. Θα πρέπει να κάνει πράγματα που να ακουμπάνε τον κόσμο, αλλά να τα κάνει πιο τολμηρά και πιο ακριβά, με την έννοια όχι μόνο την οικονομική αλλά της αισθητικής και του γούστου.
Πρόσφατα δηλώσατε ότι η ελληνική τηλεόραση παραμένει συντηρητική στη θεματολογία. Ποια θέματα δεν έχει αγγίξει;
Έχει αγγίξει ποτέ τη θέση της γυναίκας; Όχι. Τα θέματα των μειονοτήτων, τα φυλετικά, του σεξουαλικού προσανατολισμού, τη σχέση των παιδιών με τους γονείς; Και αν τα αγγίζει, το κάνει επιφανειακά. Ακόμα και οι κωμωδίες είναι συντηρητικές, το λεξιλόγιο είναι συντηρητικό. Πάνε και βάζουν «μπιπ» πάνω από τα λόγια. Αυτά είναι αστεία πράγματα το 2021. Φοβάμαι ότι πολλές φορές ο κόσμος προηγείται και εμείς είμαστε από πίσω και είναι λάθος.
Φέτος θα είναι μια σεζόν που θα θυμίζει παλιές εποχές.
Ελπίζω πως όχι, γιατί οι παλιές εποχές ήταν χάλια!
Εννοώ από άποψη αριθμού σειρών, υπάρχει μια ποικιλία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι και ποιοτικές. Δεν σημαίνει ότι επειδή το πράγμα θα είναι πολύ ότι θα είναι και καλό. Θα πρέπει να καταλαβαίνουμε τι κάνουμε, πού ξοδεύονται τα χρήματα, ποιοι είναι αυτοί που γράφουν, ποιοι είναι αυτοί που σκηνοθετούν, ποιοι είναι αυτοί που παίζουν, ποιοι είναι οι παραγωγοί. Μην τα κάνουμε τα πράγματα απλά και μόνο για να βγαίνει το πρόγραμμα, γιατί αυτό γινόταν το ’90 και το 2000 και φτάσαμε τελικά εδώ που φτάσαμε. Θέλει μεγαλύτερη προσοχή και μεγαλύτερη τόλμη. Και πάνω απ’ όλα θέλει ανανέωση.
Σε ό,τι αφορά τους νέους ηθοποιούς, αυτούς που πιθανότατα έχουν προτεραιότητα το θέατρο και αποφεύγουν την τηλεόραση γιατί δεν ξέρουν πώς θα καταλήξει το σενάριο που τους δείχνουν, πώς μπορεί να τους πείσει κανείς να δουν το μέσο αυτό με άλλο μάτι;
Το θέμα είναι πώς θα τους δει η ίδια η τηλεόραση. Δεν μπορείς να φέρνεις έναν ηθοποιό που εκτιμάς, ο οποίος έχει μια διαδρομή στο θέατρο και εμφανίζεται τώρα στην τηλεόραση, και να τον βγάζεις μετά σε εκπομπές να τον ρωτούν ανοησίες. Ο ηθοποιός δεν είναι προϊόν αναλώσιμο, να τον βγάζεις παντού. Είναι για να παίξει ένα ρόλο, να δημιουργήσει έναν κόσμο, να μιλήσει και πέντε φορές δημόσια και να τελειώσει η ιστορία. Εμείς έχουμε μείνει στα παλιά, παίρνουμε τους ηθοποιούς και τους περιφέρουμε σαν μαϊμούδες σε όλες τις εκπομπές. Σας λέω ένα ακραίο παράδειγμα τώρα. Δεν θα δεχτούν οι ηθοποιοί που σέβονται τον εαυτό τους να κάνουν αυτό το πράγμα. Πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία. Και το λέω εγώ που είμαι ο παλιότερος στην τηλεόραση.
Πηγή: 7ΜΕΡΕΣTV