Η Σμαράγδα είναι πλάσμα φωτεινό. Ακόμα και στη μελαγχολία της, φως εκπέμπει. Για όσους έχουμε τη χαρά να τη γνωρίζουμε χρόνια, παραμένει η αιώνια έφηβη που αυτοσαρκάζεται, κινείται και αγαπά με μια φυσικότητα που θυμίζει ανεμελιά παραμυθιού.
Ποτέ δεν έμεινε στην ομορφιά και τη λάμψη της. Θα έλεγε κανείς ότι τις υποβάθμισε ώστε να ζει πιο κανονικά και αβασάνιστα. Φέτος μας εκπλήσσει ευχάριστα αφού αποφάσισε να ξεβολευτεί, να αφήσει το comfort zone της, όπως θα διαβάσετε παρακάτω, και να κάνει challenge με το βαθιά ταλαντούχο εαυτό της.
Επέλεξε να σκηνοθετήσει το έργο του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή «Του Κουτρούλη ο γάμος», στο οποίο και πρωταγωνιστεί μαζί με τον Νίκο Κουρή, αλλά και να εγκαταλείψει το θεατρικό κέντρο της Αθήνας μετακομίζοντας στο ιστορικό θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου στον Κεραμεικό.
Ήθελες από καιρό να σκηνοθετήσεις;
Το σκεφτόμουν εδώ και καιρό και πίστευα πως μια μέρα θα το κάνω. Ο λόγος που δεν το αποφάσιζα ήταν ο συνδυασμός τεμπελιάς και φόβου. Έρχονταν συνεχώς άλλα πράγματα στη δουλειά και το ανέβαλλα. Έφτασα όμως σε ένα σημείο που δεν με ενδιέφερε να κάνω τίποτε άλλο. Σκεφτόμουν δηλαδή «ήρθε ένας νέος ρόλος και τι έγινε;».
Ήταν τέλμα;
Όχι, είναι η στιγμή που αρχίζεις να βλέπεις μια παράσταση σφαιρικά, ως σύνολο, και δεν σε νοιάζει ο εαυτός σου. Αυτό λοιπόν μου συμβαίνει εδώ και χρόνια. Είχα ιδέες για το πώς θα μπορούσαν να γίνουν τα πράγματα. Ούτε πάνω στη σκηνή κοιτάω την πάρτη μου. Ξέρω τι γίνεται συνολικά εκείνη τη στιγμή. Με ενδιαφέρει η ιστορία που διηγούμαστε! Ως σκηνοθέτης, λοιπόν, την ιστορία τη λες συνολικά, με τον τρόπο σου, την αισθητική σου, και σύμφωνα με όσα θέλεις να φωτίσεις. Το έργο που σκηνοθετώ το έχω φωτίσει με το δικό μου τρόπο, το έχω αλλάξει, έκανα μπρος-πίσω, αλλά δεν το έχω αποδομήσει. Δεν θα δει κανείς κομμάτια και σπαράγματα του Ραγκαβή. Μου αρέσουν τα έργα να έχουν αρχή, μέση και τέλος και οι άνθρωποι να τα καταλαβαίνουν.
Περνούσες ιδέες σου στον εκάστοτε σκηνοθέτη;
Πάντοτε μιλούσα. Έχω δουλέψει με ακομπλεξάριστους ανθρώπους, στους οποίους έλεγα τη γνώμη μου άμεσα και straight. Όταν ήταν κομπλεξικοί, το έκανα με πιο «ύπουλο» τρόπο.
Ένιωθες ότι ήθελες να σκηνοθετήσεις στο θέατρο ή σε ταινία;
Περισσότερο σκεφτόμουν να κάνω μια ταινία απ’ ό,τι μια παράσταση. Είναι πιο εύκολη η παράσταση από οικονομική σκοπιά, αν και στις μέρες μας ταινία μπορείς να γυρίσεις και με το κινητό σου.
Θα έλεγε κανείς ότι η στιγμή που βιώνεις είναι κομβική. Μπορεί από εδώ και στο εξής να μην ξαναγυρίσεις αποκλειστικά στην υποκριτική, αλλά να σκηνοθετείς παράλληλα. Σωστά;
Μπήκα σε «κακό δρόμο». Παρόλο που έχω αγχωθεί πολύ, υπάρχουν κομμάτια που μου αρέσουν τρομερά. Συμμετέχω σε μια πρωτόγνωρη διαδικασία: διαχειρίζομαι από το πρωί μέχρι το βράδυ πάρα πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Εγώ πήγαινα στην άκρη μου και ασχολούμουν με τη δουλίτσα μου. Τώρα είμαι αναγκασμένη να μπω στη διαδικασία του άλλου. Εδώ και τρεις μήνες μιλώ πολύ, εξηγώ συνεχώς και το βράδυ με πονά η γλώσσα μου. Κυριολεκτικά! Κι αν χάσω την ψυχραιμία μου καμιά φορά, ξεσπώ σε κάποιο δικό μου άνθρωπο. Ανακάλυψα όλα όσα μπορώ να κάνω και ως δημιουργός αλλά και στη διαχείριση προσώπων και πραγμάτων.
Ο νέος δρόμος της σκηνοθεσίας έχει να κάνει, πιστεύεις, και με την ηλικία σου καθώς μεγαλώνοντας αναθεωρούμε και επανεξετάζουμε τα πράγματα;
Δεν αναθεώρησα, έγινα λιγότερο φοβική. Μεγαλώνοντας μπορείς να πέσεις σε τέλμα και να αισθάνεσαι ότι γερνάς εσωτερικά. Καλό είναι λοιπόν να έχουμε εναλλακτικές. Εγώ ανανεώθηκα μέσα από τη διαδικασία της σκηνοθεσίας.
Νιώθεις ανασφάλειες ως γυναίκα σήμερα;
Ναι, φυσικά και νιώθω, αλλά δεν πρόκειται να σας πω τι δεν μου αρέσει πάνω μου γιατί τότε θα με κοιτάτε συνεχώς στα «αδύναμα σημεία» μου, τα οποία, παρεμπιπτόντως, έχω αποδεχθεί.
Ο Θοδωρής έχει το ταλέντο να σε κάνει να νιώθεις όμορφη, πλήρης και ευτυχισμένη;
Προφανώς! Ο Θοδωρής με πιστεύει και είναι σπουδαίο να έχεις ψυχολογική στήριξη από τον άνθρωπό σου. Με στηρίζει στα πάντα, με γουστάρει ως άνθρωπο γενικότερα και μου το δείχνει.
Αισθάνθηκες ποτέ ότι είχες τεμπελιάσει;
Με έναν τρόπο ναι. Δεν τεμπέλιασα ποτέ πάνω στη σκηνή, αλλά είναι μια μορφή τεμπελιάς να βαδίζεις στην πεπατημένη σου.
Γιατί επέλεξες το συγκεκριμένο έργο;
Κατ’ αρχάς, το διάβασα τον περασμένο Ιανουάριο και διαπίστωσα ότι είναι ανοιχτό πεδίο για να παίξεις. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις επειδή δεν είναι ρεαλιστικό. Το είδα σαν ένα παραμύθι που μπορείς να φτιάξεις με όποια υλικά επιθυμείς και να το βάλεις σε όποιο σκηνικό χώρο επιλέξεις. Εγώ δεν το κράτησα στο καφενείο που περιγράφει ο συγγραφέας, αλλά σε ένα εικαστικό δάσος, γιατί αυτή την εικόνα είχα όταν το διάβασα. Νιώθω σαν παιδί που βρήκε φίλους συνωμότες και θα παίξουν λέγοντας μια ιστορία. Επίσης, η καθαρεύουσα ως γλώσσα μού αρέσει. Τη βρίσκω αστεία και ειρωνική, διαθέτει μουσικότητα. Με ενδιέφερε η φόρμα του έργου. Ξεκινά σαν Μολιέρος και καταλήγει σαν Αριστοφάνης. Επιπλέον, το περιεχόμενο είναι σύγχρονο καταδεικνύοντας ότι δεν έχει αλλάξει τίποτε τα διακόσια τελευταία χρόνια στο ελληνικό κράτος.
Τι υπογραμμίζει δηλαδή;
Όταν ένας αγράμματος ράφτης από τη Σύρο, ο Κουτρούλης, για να τον δεχθεί η νεόπλουτη Ανθούσα ως σύζυγο, αναγκάζεται να κυνηγήσει το αξίωμα του υπουργού, κατανοεί κανείς ότι κάθε απαίδευτος μπορεί να πάρει μια θέση. Αναφέρεται εξάλλου στο έργο ότι «όλοι οι άχρηστοι παίρνουν αξιώματα και θέσεις γιατί εμείς βέβαια τους το επιτρέπουμε». Θίγει τις πελατειακές σχέσεις των πολιτικών, τις σχέσεις της εξουσίας με τον Τύπο. Ο Ραγκαβής το έγραψε το 1845, καθώς ένα χρόνο πριν είχε απολυθεί από το Υπουργείο Εσωτερικών, όπου εργαζόταν, όταν εφαρμόστηκε ο νόμος που απαγόρευε την υπηρέτηση ετεροχθόνων στο Δημόσιο. Οι αυτόχθονες φυσικά ήταν οι πιο αγράμματοι τότε καθώς δεν γνώριζαν καν την ελληνική γλώσσα και μιλούσαν αρβανίτικα. Κοινώς, ο Ραγκαβής σατιρίζει τα κακώς κείμενα.
Ήταν συμπαραστάτης σου ο Θοδωρής (Αθερίδης) στην επιθυμία σου να σκηνοθετήσεις;
Μόλις του το ανακοίνωσα, μου είπε «άντε, επιτέλους!». Χρόνια τώρα μου έλεγε ότι πρέπει να σκηνοθετήσω πιστεύοντας πως μπορώ να το κάνω. Και να γράψω με παρακαλεί χρόνια. Μου είπε λοιπόν «για να σε δω, άντε, επιτέλους θα το κάνεις;».
Σε βοήθησε στην επιλογή του έργου;
Καθόλου! Το είχα βρει ήδη και τον παρακαλούσα να το διαβάσει – εκείνος το ανέβαλλε συνεχώς και τελικά τον κάθισα κάτω και του το διάβασα εγώ μόλις τον Αύγουστο. Έτσι το άκουσε.
Μοιράζεσαι μαζί του το όραμά σου για το εν λόγω έργο;
Επειδή πλέον έχει δει δυο-τρεις πρόβες, ξέρει τι κάνω. Γνωρίζει ότι όποια τρελή ιδέα είχα την έβαλα σε εφαρμογή.
Συμπρωταγωνιστής σου είναι ο Νίκος Κουρής. Πώς οδηγήθηκες στη συγκεκριμένη επιλογή;
Δεν περίμενα να μην είχε κλείσει θέατρο. Είναι δυσεύρετος και πολύτιμος ηθοποιός και λογικά θα έπρεπε να είχε κλείσει όταν του πρότεινα τον «Κουτρούλη». Αλλά κι εκείνος, όπως κι εγώ, ήταν σε μια περίεργη φάση – ήθελε κάτι άλλο. Όταν μου είπε το ναι, ενθουσιάστηκα. Είναι από τους πιο σπουδαίους ηθοποιούς της γενιάς μας και κάνει ανατροπή. Δεν είναι αναμενόμενο, φυσιογνωμικά, να υποδυθεί ο Νίκος Κουρής τον Κουτρούλη.
Επιπλέον, ήρθες σε ένα θέατρο εκτός κέντρου. Συνήθως σε βρίσκουμε κάπου στο κέντρο της Αθήνας.
Σωστά, από το 2002 μέχρι σήμερα ήμουν στο Σύνταγμα – από το Αθηνών, στο Παλλάς και στο Μικρό Παλλάς. Σε αυτό το τρίγωνο κινούμουν τόσα χρόνια, μεταξύ Βουκουρεστίου και Αμερικής. Άλλαξα λοιπόν και γειτονιά. Το θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου είναι καταπληκτικό και διαθέτει μια σκηνή που σου επιτρέπει να κάνεις τα πάντα. Έχει δυνατότητες που δεν προσφέρουν άλλα θέατρα στο κέντρο. Το φρόντισε στο maximum η Μαριάννα Τόλη.
Σμαράγδα, σε έχουμε στο μυαλό μας ως την ηθοποιό που επιλέγει λίγα πράγματα ανά σεζόν κάνοντας οικονομία του εαυτού της. Φέτος όμως καλείσαι να κάνεις και λάντζα.
Δεν διανοείσαι! Μου κάνει όμως καλό. Όπως μου λέει ο βοηθός μου, Γιώργος Σουλεϊμάν, που παίζει και στην παράσταση, έχω βγει από το comfort zone μου, ξεβολεύτηκα, κι αυτό είναι καλό. Ξυπνάω το βράδυ με ιδέες, έχω υπερένταση, υπερδιέγερση, δεν κοιμάμαι. Είμαι πάνω απ’ όλα. Είναι αγχωτικό και κουραστικό, αλλά μου δίνει απερίγραπτη χαρά. Ακόμα κι αν η παράσταση δεν πάει καλά, εγώ ξέρω ότι από όλη αυτήν τη διαδικασία θα έχω τεράστιο κέρδος ως άνθρωπος του θεάτρου.
Οι φίλοι σου, όπως ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, τι σου λένε;
Ο Κωνσταντίνος μού είπε «επιτέλους, κάν’ το!» –όπως ακριβώς και ο Θοδωρής–, και ήταν αυτός που μας έφερε κοντά με τον Νίκο Κουρή, μας έκανε το προξενιό. Οι φίλοι μου ευτυχώς με πιστεύουν πολύ!
Είδες φέτος κάτι στην τηλεόραση που σου άρεσε;
Δεν πρόλαβα να δω τα πάντα. Είδα όμως τις «Άγριες Μέλισσες» –που μου άρεσαν πάρα πολύ– και κατάλαβα γιατί πηγαίνουν τόσο καλά, καθώς διαθέτουν όλα τα συστατικά της επιτυχίας. Το «Έρωτας Μετά» είναι καλοφτιαγμένο και καλοπαιγμένο επίσης. Μου άρεσε πολύ και το «Λόγω Τιμής». Αυτά μόνο πρόλαβα να δω. Έχω κενά, θα δω όλες τις σειρές μόλις χαλαρώσω. Νιώθω όμως χαρά που ξεκίνησε πάλι η μυθοπλασία στην τηλεόραση και ο κόσμος την απολαμβάνει.
Είχες προτάσεις για τηλεόραση;
Ναι, αλλά δεν τις αποδέχθηκα λόγω του «Κουτρούλη». Είχα προτάσεις και για τηλεπαιχνίδια και για σίριαλ – δεν θα πω όμως για ποια γιατί τα κάνουν κάποιοι άλλοι αυτήν τη στιγμή.
Πώς βιώνει ο Θοδωρής τη νέα περίοδο της ζωής του;
Μου αρέσει που δεν λες τη λέξη «παππούς»!
Μάλλον δεν μου βγαίνει επειδή είναι πολύ νέος.
Ως παππούς, λοιπόν, το βιώνει όπως κάθε άνθρωπος: είναι χαρούμενος και συγκινημένος. Δεν τον είδα να αλλάζει. Λατρεύει την κόρη του έτσι κι αλλιώς, και όλο αυτό ήταν κάτι που ήρθε με απόλυτα φυσιολογικό τρόπο. Ο Θοδωρής είναι ένας νέος παππούς, αλλά ήταν και νέος για πατέρας – έκανε παιδί στα 23 του. Νέος μπαμπάς, νέος παππούς!
Μέσα στην καθημερινότητά του έχει μπει και ο χρόνος για τον εγγονό του;
Φυσικά! Θα πάει να δει το εγγόνι του, το οποίο ωστόσο είναι βρέφος ακόμη. Αργότερα πιστεύω πως θα είναι πολύ πιο ενεργός παππούς.
Από τον ΑΡΗ ΚΑΒΑΤΖΙΚΗ
ΦωτογράφοΣ: ΚΟΣΜΑΣ ΚΟΥΜΙΑΝΟΣ
Επιμέλεια: Χρηστος αλεξανδροπουλος
ΜΑΚΙΓΙΑΖ: ΓΩΓΩ ΝΙΚΗΦΟΡΑΚΗ
ΧΤΕΝΙΣΜΑ: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ (D-TALES)
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ πολυ ΤΟ ΑΝΘΟΠΩΛΕΙΟ STUDIO 7 Florescence
(Λ. ΤΑΤΟΪΟΥ 127, ΚΗΦΙΣΙΑ, ΤΗΛ. 210 6833366,
STUDIO7.GR, Facebook: Studio 7 – Florescence, Instagram: studio7flowers) ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ
στους χώρους του