Η Μαρινέλλα και ο Στέλιος Καζαντζίδης υπήρξαν ένα από τα εμβληματικά ζευγάρια του Ελληνικού τραγουδιού.
Η Μαρινέλλα και ο Στέλιος Καζαντζίδης βίωσαν για δέκα ολόκληρα χρόνια έναν θυελλώδη έρωτα, ο οποίος έμελλε να καταλήξει σε έναν βραχυπρόθεσμο γάμο.
Γνωρίστηκαν το 1956 στη Θεσσαλονίκη, όταν ο Καζαντζίδης ήταν ακόμη με την Καίτη Γκρέι με την οποία είχαν αρραβωνιαστεί, δεν παντρεύτηκαν όμως ποτέ καθώς την τραγουδίστρια δεν ενέκρινε η μητέρα του Στέλιου Καζαντζίδη, Γεσθημανή, την οποία ο λαϊκός βάρδος λάτρευε και υπολόγιζε όσο καμία άλλη γυναίκα στη ζωή του.
Έτσι κάπως ξαφνικά μπήκε στη ζωή του η Μαρινέλλα. Ο Καζαντζίδης την άκουσε ένα βράδυ να τραγουδά. Η ίδια η Μαρινέλλα είχε διηγηθεί σε ραδιοφωνική συζήτηση με τον Αντώνη Ρέμο: «Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα από τον Στέλιο Ζαφειρίου. Εγώ δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, δεν τον ήξερα. Μου λέει «Τραγουδάς ωραία, μπράβο! Σεκόντα ξέρεις να κάνεις»; Λέω «Ξέρω» και μετά μου λέει «Ψαρεύεις»; Λέω «Βεβαίως» και με ρωτά «Πάμε για ψάρεμα»; Ψαρέψαμε, δεν πιάσαμε τίποτε, αλλά μάλλον έπεσε ένα φλερτάκι εκεί θυμάμαι. Φορούσα μαγιό και φαίνεται ότι έτσι του άρεσα του Στέλιου. Τσαχπινομπουρμπουλήθρα ήμουν, ένα γλυκό συμπαθητικό κορίτσι, αλλά δεν ήμουν όμορφη. Αυτό δεν εμπόδισε κανέναν να με αγαπήσει πάρα πολύ»!
Σαν τραγουδιστικό δίδυμο έγραψαν ιστορία με τραγούδια όπως η «Μαντουμπάλα», και η «Ζιγκουάλα» και στα μαγαζιά που εμφανίζονταν για πρώτη φορά η αναδυόμενη τότε αστική τάξη καθόταν δίπλα δίπλα με τους ανθρώπους του μεροκάματου, αλλά και του περιθωρίου.
Μαζί ταξίδεψαν στις Ελληνικές παροικίες στο εξωτερικό όπου αποθεώθηκαν, αν και η Μαρινέλλα τραγουδιστικά έκανε τα ρεφρέν στα κομμάτια και ο ρόλος της ήταν περιορισμένος.
Η προσωπική τους ζωή δεν ήταν και πολύ προσωπική καθώς έμεναν στο σπίτι του Καζαντζίδη στη Νέα Ιωνία, μαζί με τη μητέρα του.
Αν και όλοι ήξεραν ότι είναι ζευγάρι, χρειάστηκε να περάσουν οκτώ χρόνια μέχρι οι δυο τους να παντρευτούν. Η μητέρα του δεν παραβρέθηκε στην τελετή, όπως και κανένας άλλος συγγενής από την πλευρά του γαμπρού. Κουμπάροι ο φίλος του γαμπρού Στέλιος Πελαγίδης μαζί με το Μανώλη Χιώτη και τη Μαίρη Λίντα.
Ο αστικός μύθος θέλει τη συμβίωση του ζευγαριού δύσκολη. Ο παλιός φίλος και μουσικός του Στέλιου Καζαντζίδη Δημήτρης Τζάρας είχε πει σχετικά: «Η Μαρινέλλα -η Κίτσα, όπως τη φωνάζαμε τότε- ήταν και είναι πολύ άξια. Γι’ αυτό και ανέβηκε στο υψηλότερο βάθρο και θεωρείται σήμερα κορυφαία. Δουλέψαμε πολύ μαζί με τη Μαρινέλλα και τον Καζαντζίδη. Βοηθούσε όλους όσους ήταν τριγύρω της. Δεν θα ξεχάσω στα πρώτα της βήματα, όταν ο Στέλιος είχε ήδη γίνει φίρμα, η Μαρινέλλα ήταν πολύ φτωχή κοπέλα. Ο Στέλιος δεν της είχε πάρει ούτε ένα παλτό. Και όταν ήταν να βγάλουμε αναμνηστικές φωτογραφίες για να στείλουμε σε καρτ ποστάλ, με το παλτό της γυναίκας μου έβγαζε φωτογραφίες, γιατί δεν της έπαιρνε τίποτα ο Στέλιος.»
Ένα άλλο θέμα που απασχολούσε το μουσικόφιλο κοινό ήταν και το γιατί το ζευγάρι δεν αποκτούσε παιδί. Σύμφωνα με τον Καζαντζίδη πάντως, ο ίδιος δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά εξ αιτίας ενός ατυχήματος που είχε στο στρατό.
Το σίγουρο είναι ότι δύο χρόνια αργότερα ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο.
Ο Καζαντζίδης είχε πει στην μεγάλη του συνέντευξη στην Όλγα Μπακομάρου: «Με τη Μαρινέλλα γνωριστήκαμε όταν πρωτοδούλεψα στη Θεσσαλονίκη το ’56, δεθήκαμε, κατεβήκαμε στην Αθήνα και συνεργαστήκαμε κάπου δέκα χρόνια. Σαν ζευγάρι καλλιτεχνικό οπωσδήποτε διαπρέψαμε, δεν υπήρχαν μεταξύ μας ζήλιες, καβγάδες, είχαμε συνεννόηση με τα μάτια. Στη ζωή όμως δεν ταιριάζαμε. Ο γάμος μας κράτησε απ’ το 64 ως το 65 κι αιτία του χωρισμού μας ήταν η απόφασή μου να σταματήσω απ’ τα κέντρα. Η Μαρινέλλα μού είχε δηλώσει πως δεν είναι διατεθειμένη ν’ αφήσει την καριέρα της.»
Η Μαρινέλλα όμως ήταν ακόμα διψασμένη και επιθυμούσε την αυτονόμησή της. Αυτό δημιούργησε ρήγμα και ζήλιες ανάμεσά τους, και τελικά το χωρισμό τους το 1966.
«Παντρεμένοι ήμασταν μόνο δύο χρόνια. Χωρίσαμε γιατί αυτός δεν ήθελε να δουλεύει, εγώ το αντίθετο. Παραμείναμε, όμως, πολύ καλοί φίλοι μέχρι το τέλος, θα πει η Μαρινέλα, που θα ταξιδέψει μέχρι το Όφενμπαχ της Γερμανίας, όπου ο Στέλιος Καζαντζίδης υποβλήθηκε σε ραδιοθεραπεία έναντι του καρκίνου, όπως θα πει η ίδια η Μαρινέλλα στο βιβλίο του «Μαρινέλλα: Οι νύχτες που έγιναν μεσημέρια», εκδόσεις Διόπτρα. «Όταν νοσηλευόταν στο Όφενμπαχ της Γερμανίας είχα πάει να τον δω. Έμεινα 15 μέρες, του μιλούσα, του τραγουδούσα, τον τάιζα. Έχω πάντα στην κρεβατοκάμαρα μου μία φωτογραφία από τότε που ήμασταν πολύ νέοι και πολύ ερωτευμένοι. Την κοιτάω και του μιλάω. “Γιατί έπρεπε να φύγεις τόσο γρήγορα χριστιανέ μου; Γιατί δεν πρόσεξες τον εαυτό σου; Είναι καλύτερα εκεί που είσαι τώρα;” του λέω και καμιά φορά θυμώνω».
«Έφυγα από τον Καζαντζίδη μ ένα κατοστάρικο στην τσέπη. Δεν είχα πού να πάω, και πάλι δεν είχα άγχος. Λέω: ο Θεός είναι μεγάλος, ξέρει και τα δίνει κατά την καρδιά του ανθρώπου.» έχει πει η Μαρινέλλα για τον χωρισμό της.
Οι δυο τους ακολούθησαν διαφορετικές πορείες: Η Μαρινέλλα σηκώθηκε από την καρέκλα που ήταν καθηλωμένη επί σκηνής και μεταμορφώθηκε σε μια νέας κοπής entertainer που θα έγραφε ιστορία, ενώ ο Καζαντζίδης σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα φώτα και τη δημοσιότητα. Κάποιοι ήθελαν να συμβαίνει αυτό επειδή είχε χάσει τη «γυναίκα της ζωής του».
Η Όλγα Μπακομάρου είχε ρωτήσει τον Καζαντζίδη: «Ο κόσμος θέλει να πιστεύει σ’ ένα μεγάλο έρωτα, που σας έκανε να εγκαταλείψετε τα πάντα, που σας άφησε αθεράπευτα πληγωμένο, όταν η ιστορία σας τέλειωσε. Ήταν, ωστόσο, αυτό που λέμε «η γυναίκα της ζωής σας»;»
–«Μπορεί, για ένα διάστημα. Αλλά ότι απομονώθηκα επειδή χωρίσαμε και όλα τ’ άλλα που είπατε, όχι, είναι υπερβολές. Εξάλλου είμαστε φίλοι με τη Μαρινέλλα.»
«Έφυγα από τον Καζαντζίδη μ ένα κατοστάρικο στην τσέπη. Δεν είχα πού να πάω, και πάλι δεν είχα άγχος. Λέω: ο Θεός είναι μεγάλος, ξέρει και τα δίνει κατά την καρδιά του ανθρώπου.» έχει πει η Μαρινέλλα για τον χωρισμό της. Οι δυο τους ακολούθησαν διαφορετικές πορείες: Η Μαρινέλλα σηκώθηκε από την καρέκλα που ήταν καθηλωμένη επί σκηνής και μεταμορφώθηκε σε μια νέας κοπής entertainer που θα έγραφε ιστορία, ενώ ο Καζαντζίδης σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα φώτα και τη δημοσιότητα. Κάποιοι ήθελαν να συμβαίνει αυτό επειδή είχε χάσει τη «γυναίκα της ζωής του». Η Όλγα Μπακομάρου τον είχε ρωτήσει «Ο κόσμος θέλει να πιστεύει σ’ ένα μεγάλο έρωτα, που σας έκανε να εγκαταλείψετε τα πάντα, που σας άφησε αθεράπευτα πληγωμένο, όταν η ιστορία σας τέλειωσε. Ήταν, ωστόσο, αυτό που λέμε «η γυναίκα της ζωής σας»;» –«Μπορεί, για ένα διάστημα. Αλλά ότι απομονώθηκα επειδή χωρίσαμε και όλα τ’ άλλα που είπατε, όχι, είναι υπερβολές. Εξάλλου είμαστε φίλοι με τη Μαρινέλλα.»Ο Καζαντζίδης αποφάσισε στα 35 του να σταματήσει από τα βραδινά μαγαζιά. Αιτία ένα σπασμένο μπουκάλι που πέρασε σύριζα από το κεφάλι του, κατευθυνόμενο από έναν μεθυσμένο θαμώνα. Δεν του άρεσε η νύχτα και τα σκοτάδια της του Καζαντζίδη.
Επεδίωκε να κρατάει χαμηλά τις τιμές και να ελέγχει την ποιότητα του φαγητού και των ποτών ώστε να μην γίνεται ασυδοσία. Χαρακτηριστικά η Μαρινέλλα αναφέρει πως μόνο στο μαγαζί που ο Καζαντζίδης δούλευε απαγορευόταν (από τον ίδιο φυσικά) οι τραγουδίστριες να κάθονται στα τραπέζια των εύρωστων οικονομικά πελατών.
Η αποχώρηση του Καζαντζίδη από το πάλκο, «…αποτελεί την πιο δραματική μορφή σιωπηλής διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αμείλικτο σύστημα διαπλοκής από νεόπλουτους θαμώνες, αφεντικά της δισκογραφίας και μπράβους της νύχτας…».