Με την άνεση και την ειλικρίνεια δύο ανθρώπων που πραγματικά γνωρίζονται πολύ καλά, αγαπιούνται βαθιά και είναι επί της ουσίας ζευγάρι, η Ματίνα Νικολάου και ο Βασίλης Πορφυράκης μας ανοίγουν τις πόρτες του προσωπικού τους σύμπαντος, το οποίο είναι συνυφασμένο με τις τέχνες και μίλησαν στο περιοδικό HELLO! και στη Σόνια Μαγγίνα.
Πώς είναι ένα συνηθισμένο 24ωρο της καθημερινότητάς σας;
ΜΑΤΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ: Το 24ωρο δεν φτάνει και προσπαθούμε φιλότιμα να τα χωρέσουμε όλα. Ξυπνάμε το πρωί, πηγαίνουμε μια βόλτα το σκύλο μας, κάνουμε κάποιες δουλειές κι έπειτα εγώ φεύγω κατά τις 11 για να ετοιμαστώ για την εκπομπή «Καλό Μεσημεράκι» στον ΣΚΑΪ. Στη συνέχεια πηγαίνω κατευθείαν στο θέατρο Μουσούρη, όπου παίζω στην παράσταση «Ο κήπος με τις αλήθειες», και αργά το βράδυ επιστρέφω στο σπίτι. Αυτό γίνεται καθημερινά, με λίγα ρεπό, στα οποία προσπαθώ να κάνω όσα δεν προλαβαίνω τις υπόλοιπες ημέρες. Η πραγματική ώρα επικοινωνίας μας με τον Βασίλη είναι αργά το βράδυ.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΟΡΦΥΡΑΚΗΣ: Η Ματίνα έδωσε τη σύντομη εκδοχή, το τρέξιμο είναι απίστευτο. Εγώ ασχολούμαι με τα projects μου, κάνω μαθήματα φωνητικής και, παράλληλα, έχω μια βοηθητική δουλειά ως part time. Ο Τσίκο, ο σκύλος μας, επίσης θέλει το χρόνο του και παρέα. Όλοι όσοι είμαστε στο μουσικό χώρο βρισκόμαστε σε μεταβατική περίοδο επαγγελματικά, εν αναμονή των εξελίξεων. Σε κανονικές συνθήκες, φεύγω για δουλειά όταν η Ματίνα επιστρέφει από το θέατρο.
Ένα δικό σας, ιδανικό 24ωρο;
Μ.Ν.: Η αλήθεια είναι ότι περάσαμε μαζί όλες τις καραντίνες και τα 24ωρά μας ήταν ατελείωτα – ήμαστε μαζί στο σπίτι, μιλήσαμε, λύσαμε τα θέματά μας.
Β.Π.: Παίξαμε επιτραπέζια, κάναμε ένα σωρό πράγματα μαζί.
Μ.Ν.: Ήταν συμπυκνωμένος χρόνος, επομένως τώρα δεν μας είναι πρόβλημα το πόσο βρισκόμαστε μέσα στην ημέρα. Μας αρκεί που είμαστε μαζί το βράδυ.
Β.Π.: Εγώ πάντως θα πω ότι ένα ιδανικό 24ωρο θα ξεκινούσε με brunch, είτε σπιτικό είτε έξω – μας αρέσουν τα ταξίδια, οπότε, αν αυτό συνδυαζόταν με ένα όμορφο μέρος, π.χ. το νότιο Παλέρμο, ακόμα καλύτερα.
Μ.Ν.: Έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα, μοιάζει μακρινό όνειρο ένα ταξίδι, αλλά προσπαθούμε να το οργανώσουμε.
Καλλιτεχνικά, έχετε βγει από τις καραντίνες με περισσότερη όρεξη;
Β.Π.: Η στέρηση της διά ζώσης επαφής με το κοινό είναι κάτι που μας λείπει πολύ, και γι’ αυτό η όρεξη έχει δεκαπλασιαστεί. Ανυπομονώ να επιστρέψω στην κανονική ροή της δουλειάς μου, το βλέπω στον ύπνο μου. Ευτυχώς, αρχίζει να αχνοφαίνεται. Μπορεί να κάνεις ένα streaming στο instagram ή να ανεβάσεις ένα τραγούδι στο YouTube και να πάρεις σχόλια από τον κόσμο, αλλά η ζωντανή εμφάνιση είναι όλη η ουσία. Τουλάχιστον εγώ αυτό αγαπώ να κάνω πάνω απ’ όλα, να μοιράζομαι τραγούδια με το κοινό.
Μ.Ν.: Εγώ, από την άλλη πλευρά, δεν έκανα τεράστια παύση –ήμαστε για λίγο καιρό εκτός στούντιο–, οπότε υπήρχε η επαφή μου, δεν είχα απομονωθεί χάρη στην τηλεόραση. Βέβαια, πάντα έχω όρεξη, σωματικές αντοχές δεν έχω τόσες με τηλεόραση και θέατρο ταυτόχρονα. Γι’ αυτό, πριν από δύο χρόνια, αποφάσισα να μην εργάζομαι το καλοκαίρι, για να μπορώ να ξεκουράζομαι και να έχω χρόνο με τους ανθρώπους μου.
Ματίνα, αυτό το φοβερό τηλεοπτικό κορίτσι, τη Βάνια, σου παίρνει ώρα να το δημιουργήσεις;
Μ.Ν.: Όχι, μία ώρα περίπου, το πολύ μιάμιση. Είναι η τέταρτη χρονιά που την υποδύομαι και όλα είναι πολύ οργανωμένα. Μετά αλλάζω τα πάντα για το θέατρο, για αυτό τον εντελώς διαφορετικό ρόλο που ενσαρκώνω φέτος έπειτα από πρόταση του Σταμάτη Φασουλή. Μου άρεσαν ο ρόλος, το έργο και όλοι οι συνεργάτες και θεώρησα πως ήταν μια καλή ευκαιρία να αποφορτιστώ λίγο από τη Βάνια, να τη μαλακώσω κάπως μέσα μου, καθώς είναι πολλές ώρες μαζί μου κάθε μέρα. Επιθυμούσα μια ισορροπία σε αυτή την τρέλα.
Υπήρξε στιγμή που σκέφτηκες πως μπορεί η Βάνια να επισκιάσει κάθε άλλη πλευρά σου;
Μ.Ν.: Ποτέ, κι ευτυχώς, γιατί, αν έκανα τέτοιες σκέψεις, δεν θα μπορούσα να αφήσω τον εαυτό μου ελεύθερο να εκφραστεί. Δεν φοβήθηκα ποτέ τη Βάνια. Ξέρω πολύ καλά τι άλλο μπορώ να κάνω ως ηθοποιός, έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και σε αυτά που μου λένε άνθρωποι που εκτιμώ.
Εσένα, Βασίλη, η σχέση σου με τη μουσική έχει περάσει διάφορες φάσεις, σωστά;
Β.Π.: Ναι, έχει περάσει πολλές φάσεις. Πρωτίστως είμαι μουσικός, έχω σπουδάσει τρομπέτα από μικρός. Μετέπειτα, στην ηλικία της προενηλικίωσης, αγάπησα το τραγούδι. Δούλεψα μια τετραετία πολύ γεμάτη, από το 2008, σε μια ωραία Ελλάδα που έβγαινε έξω και σε μια εξαιρετική νύχτα με εξωστρέφεια. Αποσύρθηκα για έξι χρόνια, στα 22 μου, όταν έφυγε από τη ζωή η μητέρα μου και ανέλαβα τα τρία μικρότερα αδέρφια μου, και επέστρεψα στο «X Factor» στα 28 μου. Η επιστροφή μου έγινε σε ιδιαίτερα χρόνια, λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, αλλά έχω την ελπίδα πως όλο αυτό θα φέρει κάτι καινούριο.
Τι θέλεις από τη μουσική;
Β.Π.: Βλέπω τη σχέση μου με τη μουσική σαν έναν μαραθώνιο, όπου το βασικό είναι να έχεις μια σταθερή πορεία. Μπορεί να άφησα στην άκρη την τρομπέτα, αλλά δεν θα κάνω το ίδιο με το τραγούδι. Αγαπώ πολύ την ψυχαγωγία, αυτό που άγει την ψυχή.
Ενδεχομένως, τραγουδώντας και στο θέατρο;
Β.Π.: Το μιούζικαλ είναι κάτι που έχω στο μυαλό μου. Νομίζω πως σε μια τέτοια συνθήκη θα μπορούσα να κάνω πολύ όμορφα πράγματα.
Ιδανικά, τι θα ήθελες να κάνεις μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες;
Β.Π.: Θα ήθελα μια μικρή μπουάτ, ένα δικό μου χώρο. Από την άλλη, νιώθω πως ήρθε η ώρα για το πρώτο μεγάλο νυχτερινό κέντρο στην Αθήνα, να συστήσω τις τρεις δουλειές μου σε ευρύτερο κοινό. Αν κλείσω τα μάτια, όμως, μια μπουάτ είναι αυτό που φαντάζομαι. Το πρόγραμμα ήδη το δουλεύω με μια ορχήστρα πέντε ανθρώπων και είμαι βέβαιος ότι θα το παρουσιάσουμε αυτήν τη χρονιά.
Στη μέχρι τώρα πορεία σας, τι θεωρείτε σταθμούς και σε ποιους νιώθετε πως χρωστάτε ένα ευχαριστώ;
Μ.Ν.: Σε πολλούς. Πρώτα απ’ όλα –πάντα θα το λέω, παρότι μου έχει πει να σταματήσω–, στον Νίκο Μουτσινά. Του έχω πει πολλές φορές ευχαριστώ και μου το έχει πει κι εκείνος. Νομίζω πως εκεί στηρίζεται η πολύ καλή σχέση μας. Ο Νίκος με έχει αγκαλιάσει και με έχει βοηθήσει πολύ πάνω στη δουλειά. Ένα μεγάλο ευχαριστώ θέλω να πω επίσης στους ανθρώπους που με έκαναν να αγαπήσω το θέατρο: από τη Θεατρική Ομάδα Μαρκοπούλου, όπου ξεκίνησα, μέχρι τους δασκάλους μου στο Θέατρο Τέχνης, όπου έμαθα το θέατρο απ’ όλες τις πλευρές του, και τους συμφοιτητές μου, με τους οποίους μοιραστήκαμε τόσα και τόσα στη σχολή. Αντίστοιχα, όλες οι εμπειρίες μου στο Θέατρο Τέχνης ήταν ξεχωριστές έως ότου έφυγα για να αναλάβω τον πρώτο μου πρωταγωνιστικό ρόλο, στο ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων, με διευθυντή τον Παντελή Παπαδόπουλο, στο «Φιντανάκι». Ήμουν πιο ευτυχισμένη από ποτέ που με επέλεξε ο δάσκαλός μου για πρωταγωνιστικό ρόλο. Πολύ σημαντική στιγμή επίσης, χαραγμένη στο μυαλό και στην καρδιά μου, ήταν οι «Ήρωες» της Ελένης Γκασούκα, μια πραγματικά σπουδαία παράσταση – κι αυτό δεν το λέμε μόνο εμείς που ήμαστε μέσα και θα μας μείνει αξέχαστο όλο αυτό το ταξίδι. Έπειτα ήρθε η πρώτη μου επαφή με τον Νίκο και, παρόλο που μετράμε αρκετά χρόνια συνεργασίας πλέον, δεν έχω χάσει τη λαχτάρα μου να παίζω μαζί του. Με έχει στηρίξει πολύ και ο Σταμάτης Φασουλής, με τον οποίο συνεργαζόμαστε για δεύτερη φορά. Έχω μάθει πολλά από αυτό τον άνθρωπο.
Β.Π.: Χρωστώ ένα ευχαριστώ στη μητέρα μου που με κυοφόρησε και με γέννησε υπό τους ήχους του φλάουτου και μου μετέδωσε το ταλέντο της να το κουβαλώ ως κληρονομιά και στον παππού μου που με δίδαξε την αγάπη της μουσικής με λεπτότητα και ευγένεια. Στη συνέχεια είχα εξαιρετικούς δασκάλους στην τρομπέτα και τη φωνητική, όπως τον Χρήστο Λυριτζή, ενώ ο Ιγνάτιος Μάγκος μου έδωσε σπουδαίες δουλειές δίπλα στη Νατάσα Θεοδωρίδου και στον Βασίλη Καρρά σε δύσκολα χρόνια. Ειδικά όσον αφορά τη Νατάσα Θεοδωρίδου, ξεχωρίζω τη συνεργασία μας το 2010, όταν είχε βγάλει το τραγούδι «Κόκκινη Γραμμή» και είχαμε κάνει μια μεγάλη περιοδεία. Οφείλω να πω επίσης ότι η καρδιά μου γέμισε μέσα από τη συνεργασία μου με τον Γιώργο Θεοφάνους επειδή είπα τραγούδια που μόνο ονειρευόμουν έως τότε. Ήταν μια ολοκληρωμένη στιγμή. Να αναφέρω, τέλος, το Εθνικό Ωδείο, το οποίο έχει μπει στη ζωή μου εδώ και τρία-τέσσερα χρόνια, και τη δασκάλα μου, Φιλιώ Επιφανίου, η οποία με έχει αγκαλιάσει σαν γιο της.
Ποια είναι η μεταξύ σας καλλιτεχνική σχέση;
Β.Π.: Τριβής θα τη χαρακτήριζα, παίρνει ο ένας πράγματα από τον άλλο.
Μ.Ν.: Παίζουμε θέατρο στο σπίτι – τον έχω τσεκάρει, μπορεί και να παίξει. Υποδυόμαστε διάφορους ρόλους, κουβαλώ και τη Βάνια καμιά φορά στο σπίτι, δεν μπορώ να το κρύψω. Φυσικά, ανταλλάσσουμε απόψεις καθώς έχουμε και οι δύο καλλιτεχνικό μάτι και μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλο. Έχω μάθει πολλά από τον Βασίλη.
Β.Π.: Για παράδειγμα, φέτος η Ματίνα ξεκίνησε μαθήματα φωνητικής. Έχουμε γενικά δούναι και λαβείν. Τη βοηθώ και σε θεατρικές εκφράσεις συναισθημάτων – δεν είμαι πολύ καλός σε αυτά, άσχετα αν ισχυρίζεται το αντίθετο για να μη με στενοχωρεί.
Η αναγνωρισιμότητα που προέκυψε στον έναν από τους δυο σας –εν προκειμένω, στη Ματίνα λόγω της τηλεοπτικής περσόνας της– επηρέασε τις ισορροπίες σας;
Μ.Ν.: Καθόλου!
Β.Π.: Υπάρχει άλλη βάση στη σχέση μας. Όταν γνωριστήκαμε, δεν υπήρχε η Βάνια, ήταν ένας παλιότερος θεατρικός ρόλος.
Μ.Ν.: Η τηλεοπτική περσόνα της Βάνιας χτίστηκε μετά τη σχέση μας, ενώ υπήρξε περίοδος κατά την οποία ο Βασίλης ήταν πολύ πιο αναγνωρίσιμος από μένα λόγω του X Factor, όπου τον αγάπησε πολύ ο κόσμος. Κι εγώ το έβλεπα τότε και είχα ξεχωρίσει τον Βασίλη, χωρίς να μου έχει περάσει από το μυαλό πως μπορεί να συναντιόμασταν.
Πώς γνωριστήκατε, αλήθεια;
Μ.Ν.: Όπως ανέφερα, τον θαύμαζα από το talent show. Στη συνέχεια γνωριστήκαμε από κοινούς γνωστούς μέσω των social media. Συγκεκριμένα, η πρώτη επαφή έγινε στο instagram.
Β.Π.: Ακόμη διαπραγματευόμαστε το ποιος έστειλε πρώτος μήνυμα.
Μ.Ν.: Ο Βασίλης έστειλε, ξεκάθαρα.
Β.Π.: Εγώ έστειλα.
Μ.Ν.: Το παραδέχθηκε επιτέλους! Μετά το πρώτο μήνυμα, άρχισαν οι συζητήσεις.
Β.Π.: Και κάποια στιγμή οι συζητήσεις έγιναν από κοντά, κι αυτό ήταν η αρχή μας.
Πώς οργανώσατε την κοινή σας ζωή;
Μ.Ν.: Κατ’ αρχάς, έχω ένα γιο, τον Παναγιώτη, ο οποίος είναι 14 χρονών και έχει μεγαλώσει αρκετά, αλλά δεν έχει μεγαλώσει ταυτόχρονα. Είναι στην εφηβεία, που σημαίνει ότι χρειάζεται προσοχή και άλλου είδους φροντίδα. Προσπαθώ να τις έχει ολοκληρωτικά, η αλήθεια όμως είναι ότι λείπω αρκετά λόγω δουλειάς. Αν υπάρχει ωστόσο καλή θέληση, ξεπερνιούνται οι δυσκολίες, κι εδώ υπάρχει καλή θέληση απ’ όλες τις πλευρές. Έχουμε καλή επικοινωνία με τον Παναγιώτη ώστε να μπορώ να του εξηγήσω την επιλογή μου να κάνω και θέατρο φέτος. Έχω πάρει την άδειά του! Έχω φυσικά και την πολύτιμη βοήθεια της μητέρας μου προκειμένου να μπορώ να εργάζομαι τόσες ώρες.
Β.Π.: Επιπλέον, ζήσαμε τις δυσκολίες που περνούν όλες οι σχέσεις αυτή την εποχή. Ήμαστε ένα χρόνο μαζί όταν ήρθε ο κορονοϊός, οπότε ανακαλύψαμε ο ένας τον άλλο πολύ άμεσα μέσα στο σπίτι. Η συνθήκη της πανδημίας έφερε το τέλος για κάποια ζευγάρια, εμείς απλώς γνωριστήκαμε πολύ καλά. Εκείνη την περίοδο εγώ δούλευα με τον Γιώργο Θεοφάνους, συν την πρωινή μου απασχόληση, ενώ η Ματίνα ήταν στην παράσταση «Βερβερίτσα» και στο «Καλό Μεσημεράκι» και ξαφνικά βρεθήκαμε στο σπίτι.
Μ.Ν.: Για μένα ήταν δύσκολη και η επαναφορά μετά τις καραντίνες, το να βρούμε ρυθμό στην καθημερινότητα.
Βασίλη, η δική σου σχέση με τον Παναγιώτη πώς είναι;
Β.Π.: Λόγω των αδερφών μου, έχω εμπειρία από εφήβους, ξέρω πώς μιλούν και επικοινωνούν. Είμαστε καλοί φίλοι με τον Παναγιώτη και έχουμε κοινά ενδιαφέροντα – παίζουμε κιθάρα, κάνει σκέιτμπορντ όπως κι εγώ στην εφηβεία μου, παίζουμε μαζί PlayStation. Για παράδειγμα, έψαχνε ένα άθλημα να ασχοληθεί και του έδωσα την ιδέα του πόλο, η οποία του άρεσε, το σκέφτεται.
Ποια είναι η δυσκολία που έχετε ξεπεράσει και που σας έχει ωριμάσει, σας έχει κάνει καλύτερους ανθρώπους;
Μ.Ν.: Εγώ δυσκολεύτηκα λίγο όταν πήρα διαζύγιο έχοντας ένα παιδί 2 ετών, αλλά, με το πέρασμα του χρόνου, κατάλαβα ότι πράξαμε σωστά και τώρα έχουμε και οι δύο υπέροχη σχέση με το γιο μας. Ήταν μια δυσκολία που με δίδαξε πολλά και μου έδωσε δύναμη. Πλέον είμαι πιο ψύχραιμη και έχω μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου γιατί κατάφερα πράγματα που δεν πίστευα πως μπορούσα να πετύχω.
Β.Π.: Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισα ήταν με τα αγόρια και τα κορίτσια μου –τα τρία αδέρφια μου και τη γιαγιά μας– μετά το θάνατο της μητέρας μου. Ό,τι έκανα το έκανα ανιδιοτελώς, παρότι ήταν ένα ρίσκο αφού ήμουν μικρός κι εγώ. Τα αδέρφια μου μεγάλωσαν και παίρνω πίσω δεκαπλάσια αγάπη απ’ ό,τι είχα ποτέ ονειρευτεί. Είμαι δεκαπλά κερδισμένος και δεν θεωρώ πως έκανα θυσία αφήνοντας το τραγούδι για έξι χρόνια. Έδωσα απλόχερα τα πάντα και θα μπορούσα να δώσω άλλα τόσα. Κι αν άφησα εγώ το τραγούδι στα 22 μου, δεν με άφησε αυτό ποτέ, και το διαπίστωσα στα 28 μου.
Ματίνα, σου τραγουδά;
Μ.Ν.: Πολύ! Ειδικά στο μπάνιο, κάνει ολόκληρο πρόγραμμα που χωρά τα πάντα –και σε σφύριγμα!–, από μπαλάντες και βαριά λαϊκά μέχρι νησιώτικα.
Β.Π.: Ό,τι μπορούμε να σφυρίξουμε μπορούμε και να τραγουδήσουμε. Και η Ματίνα τραγουδά πολύ καλά, ήταν σε χορωδία.
Μ.Ν.: Ήμουν για πολλά χρόνια στη Χορωδία του Δήμου Μαρκοπούλου, έχω κάνει κιθάρα και πιάνο, αλλά παραμέλησα τη μουσική για χάρη του θεάτρου.
Σε ένα μιούζικαλ θα παίζατε μαζί;
Μ.Ν.: Γιατί όχι; Σε κάτι που θα ταίριαζε και στους δυο μας.
Β.Π.: Πάντως στο σπίτι καλά τα καταφέρνουμε, κάνουμε και τα ντουέτα μας, πρώτες, δεύτερες φωνές, τα πάντα.
Ως ζευγάρι που γνωρίστηκε καλύτερα στην καραντίνα, ρομαντισμός υπάρχει στη σχέση σας;
Μ.Ν.: Το παλέψαμε και το παλεύουμε ακόμη. Ανεξαρτήτως καραντίνας, ο ρομαντισμός θέλει προσπάθεια. Με τον Βασίλη όμως έχουμε πολύ σωστή επικοινωνία, είμαστε καλά μαζί ακόμα κι αν είμαστε σιωπηλοί.
Β.Π.: Στη βάση κάθε σχέσης είναι η σωστή ισορροπία των συναισθημάτων.
Τι αγαπάτε και τι θα αλλάζατε ο ένας στον άλλο;
Μ.Ν.: Αγαπώ πολύ τον Βασίλη για το πώς σκέφτεται και για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε την οικογενειακή του δυσκολία – είναι άξιος θαυμασμού, απαιτεί τρομερή εσωτερική δύναμη. Τον θαυμάζω επίσης ως καλλιτέχνη καθώς έχει εξαιρετική φωνή και όμορφη ψυχή. Σε προσωπικό επίπεδο, μου προσφέρει πολλά, με βασικότερα την ηρεμία και την ησυχία, τη σιγουριά πως θα είναι δίπλα μου σε ό,τι χρειαστώ. Οτιδήποτε με απασχολεί, από το μικρότερο έως το πιο σοβαρό, από ανησυχίες μου για τη δουλειά έως αγωνίες για το παιδί μου, ο άνθρωπος με τον οποίο θα το μοιραστώ είναι ο Βασίλης. Θα ήθελα ωστόσο να είναι λίγο πιο τακτικός. Δεν μου χαλά όμως το σύνολο.
Β.Π.: Εγώ στη Ματίνα αγαπώ την τρυφερότητα και την ηρεμία που προσφέρει στην ψυχή μου και μου αρέσει να της τις προσφέρω κι εγώ, αυτό είναι που μας κάνει ένα. Θέλω να της προσφέρω ό,τι μπορώ γιατί η ψυχή της με ηρεμεί. Θα άλλαζα ωστόσο την απαίτησή της να είμαι τακτικός.
Πιστεύετε πως στην εποχή μας θα έπρεπε να έχουν εξαλειφθεί οι ερωτήσεις για τη διαφορά ηλικίας ενός ζευγαριού ή για το αν σχεδιάζει να παντρευτεί;
Μ.Ν.: Μας ρωτούν πάντα για τη διαφορά ηλικίας μας, αλλά δεν με ενοχλεί. ΟK, έχουμε διαφορά ηλικίας, δεν το έχουμε κρύψει όμως ποτέ, όπως κι εγώ δεν έχω κρύψει την ηλικία μου. Δεν είναι κάτι που μας έχει απασχολήσει ποτέ, ούτε εμένα ούτε τον Βασίλη.
Β.Π.: Ποτέ όμως! Με τη Ματίνα είμαστε τόσο κοντά από την πρώτη ημέρα –κυρίως στα θέλω μας και στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα– που είναι σαν να μην υπάρχει διαφορά ηλικίας μεταξύ μας. Νομίζω ωστόσο πως η ερώτηση γίνεται λόγω στερεοτύπων, επειδή είμαι εγώ μικρότερος. Αν συνέβαινε το αντίστροφο, δεν θα μας ρωτούσαν.
Μ.Ν.: Όσο για το γάμο, δεν είναι κάτι που έχουμε σκεφτεί. Σχεδιάζουμε να κάνουμε πολλά πράγματα μαζί, αλλά όχι γάμο.
Β.Π.: Τουλάχιστον, όχι τώρα.
Μ.Ν.: Πήραμε σκύλο μαζί, σκεφτόμαστε να αλλάξουμε σπίτι και να πάμε σε ένα λίγο μεγαλύτερο, κάνουμε τα σχέδια που κάνει κάθε ζευγάρι, που ενδεχομένως θα ήταν και παντρεμένο. Δεν έχουμε κάποια αγωνία να παντρευτούμε ούτε το έχουμε ανάγκη ως σχέση.
Β.Π.: Ακριβώς όπως τα είπε η Ματίνα.
Δεν θέλετε να κάνετε ένα παιδί μαζί;
Μ.Ν.: Εγώ έχω ένα γιο και ο Βασίλης έχει μεγαλώσει τρία παιδιά. Νομίζω πως είμαστε καλά.
Β.Π.: Εγώ έχω μόλις τρία χρόνια που έφυγα από το σπίτι μου και ακολουθώ το δρόμο μου και το τραγούδι, αφού πρώτα πέρασα ό,τι περνά ένας γονιός με δύο αγόρια σε δημοτικό και γυμνάσιο και ένα κορίτσι στο λύκειο ταυτόχρονα. Ευτυχώς, η αδελφή μου, η Ειρήνη, ήταν μεγαλύτερη και πιο διαχειρίσιμη. Ήταν εμπειρία ζωής, αλλά γύριζα σε τρεις αγκαλιές, και είναι σπουδαίο αυτό. Επί τρία τα φιλιά, τα «σ’ αγαπάω» και οι δυσκολίες, διά τρία οι ιδιαιτερότητες και οι νταλκάδες – επί τέσσερα και διά τέσσερα μάλλον, μην ξεχνώ τη γιαγιά μου. Αυτό μου είχε πει η μάνα μου πριν φύγει: «Σου αφήνω τη μεγαλύτερη κληρονομιά, τα αδέρφια σου». Σήμερα καταλαβαίνω περισσότερο από ποτέ τι εννοούσε.
Τι ονειρεύεστε για το μέλλον;
Β.Π.: Μια ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά, ένα άλμπουμ ρεπερτορίου. Πάνω απ’ όλα, όμως, υγεία – επειδή είναι βιωματικό, το εύχομαι πάντα, όχι μόνο τώρα λόγω κορονοϊού. Όσον αφορά τα δικά μας, τα προσωπικά, έχουμε ονειρευτεί πολλά πράγματα με τη Ματίνα και θέλω να έχουμε τις ευκαιρίες, την ελευθερία και τη διάθεση να τα πραγματοποιήσουμε όλα. Το πρώτο που θέλουμε να κάνουμε είναι ένα πολύ μεγάλο ταξίδι.
Μ.Ν.: Σίγουρα θέλω να κάνω αυτήν τη δουλειά για πολλά χρόνια ακόμη. Την αγαπώ πολύ, δεν μπορώ να με φανταστώ σε κάτι άλλο. Ίσως γι’ αυτό ονειρεύομαι συνεργασίες με ανθρώπους και όχι ρόλους. Θέλω ακόμα, μέσα από την αγάπη και τη σχέση που έχουμε με τον Βασίλη, να μπορούμε να ονειρευόμαστε μαζί. Να είμαστε καλά, να μοιραζόμαστε τα όνειρά μας και να τα πραγματοποιούμε.
Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος/STUDIO 13 ATHENS
Επιμέλεια: Παρή Ακριτίδη
Μακιγιάζ – Μαλλιά: Ελευθερία Σαββοπούλου
Ευχαριστούμε το Brown Acropol by Brown Hotels