H σειρά «Μια νύχτα του Αυγούστου», όπου πρωταγωνιστεί o ηθοποιός, το τηλεπαιχνίδι «Πες τη λέξη» –και τα δύο στην κρατική τηλεόραση–, η ανάγκη που είχε από μικρή ηλικία να βοηθά τους συνανθρώπους του, η γενναιοδωρία της μοιρασιάς, η απώλεια που τον σημάδεψε, η δύναμη που απαιτεί η αλήθεια, η συνειδητοποίηση της θνητότητας, το μάθημα που πήρε στην Αμερική, η ψυχανάλυση αλλά και η ομορφιά της συγχώρησης.
Ο Γιώργος Καραμίχος έχει πολλούς λόγους να είναι από τα πιο προβεβλημένα πρόσωπα. Η πίστη του στον άνθρωπο, η προσωπική δουλειά που έχει κάνει με τον εαυτό του και όλα όσα πρεσβεύει είναι σίγουρα σπάνια και άκρως ενδιαφέροντα.
Από τον Γιάννη Βίτσα
Έχεις μια πολύ δημιουργική χρονιά φέτος καθώς πρωταγωνιστείς στη σειρά της ΕΡΤ1 «Μια νύχτα του Αυγούστου» και, παράλληλα, παρουσιάζεις το τηλεπαιχνίδι «Πες τη λέξη» στο ίδιο κανάλι.
Παράλληλα είναι για σας. Εγώ έχω αποφασίσει να κάνω ένα πράγμα τη φορά. Ολοκληρώθηκαν τα γυρίσματα του σίριαλ και τώρα έχω γυρίσματα μόνο για το τηλεπαιχνίδι. Πραγματοποιώ βέβαια και τα σεμινάρια διδάσκοντας τη δική μου τεχνική ανά την Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ συνεχίζω να παραδίδω μαθήματα στη σχολή Στέλα Άντλερ στο Λος Άντζελες, όπου θα πρέπει να ξαναπάω για ένα δίμηνο. Έχω, επίσης, ένα guest σε μια σειρά που έγραψε και σκηνοθετεί η φίλη μου Δωροθέα Πασχαλίδου. Εγώ έχω κάνει τη σεναριακή επιμέλεια και παίζω και σε ένα επεισόδιο, σε ένα ρόλο εντελώς διαφορετικό απ’ ό,τι έχω υποδυθεί μέχρι τώρα. Το σίριαλ ονομάζεται «Ζωή» και θα βγει από την ψηφιακή πλατφόρμα του ANT1 μέσα στο ’23.
Ποιο ρόλο θα κρατάς δηλαδή;
Υποδύομαι ένα δικηγόρο που ονομάζεται Ξεκάρφωτος, και είναι όντως ξεκάρφωτος – μέσα στο σκοτάδι και στην καταστροφή! Μέχρι που τον πείθουν η πρωταγωνίστρια, η Ζωή, την οποία ενσαρκώνει η Μαρία Καβογιάννη, και η φίλη της, η Γιάννα, την οποία παίζει η Ευδοκία Ρουμελιώτη, να αναλάβει μια υπόθεση που έχει να κάνει με bullying σε ένα παιδί κι επιτέλους βρίσκει στόχο στη ζωή του. Συνδέεται ξανά με τη δημιουργικότητά του και την ανάγκη του να βοηθήσει άλλους ανθρώπους.
Εσύ την ανάγκη να βοηθάς τους ανθρώπους –διότι στην ουσία αυτό κάνεις και μέσα από τα σεμινάρια– σε ποια ηλικία την ένιωσες;
Νομίζω, σε πολύ μικρή ηλικία. Είναι κάτι που έμαθα από τους γονείς μου. Στο χωριό όπου ζούσα, όλοι βοηθούσαμε ο ένας τον άλλο. Στο σπίτι μας έρχονταν πολλοί για να τους κάνουν διάφορα γιατροσόφια, αρχικά ο παππούς μου και μετά η μητέρα μου. Ζούσα σε ένα σπίτι όπου ερχόταν κόσμος για να γίνει καλά. Πάντα προσφέραμε φρούτα, λαχανικά, γάλατα, τυριά, ό,τι είχαμε. Οπότε, από μικρός έμαθα να δίνω, ότι έτσι είναι η ζωή. Βέβαια, για αρκετά μεγάλο διάστημα, μπλέχτηκα με το «θέλω να ικανοποιώ, θέλω να αρέσω» και εξαρτιόμουν από το αν με εγκρίνουν οι άλλοι, αλλά σιγά σιγά, στην πορεία, μαθαίνω να απαλλάσσομαι από αυτή την τάση.
Πότε κατάλαβες ότι έπρεπε να το κάνεις;
Όταν ξεκίνησα να διδάσκω και έκανα ένα ιδιαίτερο στη φίλη μου πλέον και έξοχη ηθοποιό Μαρλέν Σαΐτη, που ήταν η πρώτη μου μαθήτρια, και στον Αλέξανδρο Μπαλαμώτη. Ο τρίτος μαθητής μου ήταν ο Δημήτρης Σαμόλης. Τότε, λοιπόν, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι αυτό που έχω πρέπει να το μοιράζομαι – ακόμα κι αν έχει πολύ «δεν ξέρω» μέσα του. Μετά άρχισα να διδάσκω στο Θέατρο των Αλλαγών. Ό,τι ανακάλυπτα στη δουλειά μου το εφάρμοζα και στους μαθητές μου και συνεχίζω να είμαι σε αυτήν τη φάση. Όσο μεγαλώνω, μάλιστα, συνδέομαι με το «δεν ξέρω, πάμε να το ανακαλύψουμε μαζί».
Απαιτεί μεγάλη γενναιοδωρία το να μπορείς να μοιράζεσαι.
Έχω μια φυσική τάση. Μέσα από τη δουλειά έμαθα ότι αν θέλεις να φτάσεις πιο μακριά, πρέπει να βάλεις εμπόδια στον εαυτό σου, να μην αφεθείς στις ευκολίες σου. Γι’ αυτό και οι ηθοποιοί που πάντα μου άρεσαν και που θαύμαζα είναι εκείνοι που αλλάζουν, τσαλακώνονται, δεν επαναλαμβάνονται σε κάθε ρόλο. Όσες φορές μού έχει ζητηθεί να επαναλάβω κάτι που είχα κάνει σε έναν επιτυχημένο ρόλο, έχω αρνηθεί. Οπότε, δεν έχω διαλέξει τον εύκολο δρόμο. Αυτό που λέω στους μαθητές μου κάθε φορά στο πρώτο μάθημα είναι ότι για να θέλουν να γίνουν ηθοποιοί, σημαίνει ότι δεν είναι καλά. Δεν είναι φυσιολογικό για έναν άνθρωπο να θέλει να εκτίθεται – και να θέλει να αρέσει κιόλας. Ωστόσο, ακόμα κι αν ο στόχος είναι να γίνεις εξώφυλλο και διάσημος, βαθιά μέσα σου επιθυμείς να είσαι ευτυχισμένος. Όπως έλεγαν ο Σωκράτης και ο Αριστοτέλης, ο κοινός στόχος όλων των ανθρώπων είναι η ευτυχία. Το θέμα είναι ότι για κάποιους η ευτυχία μπορεί να ταυτίζεται με υλικά αγαθά. Το να έχουν δηλαδή πράγματα τους κάνει ευτυχισμένους. Αυτό που εγώ καταλαβαίνω, όμως, στην πορεία είναι ότι ο μοναδικός τρόπος για να γίνεις ευτυχισμένος είναι να αγαπάς και να αγαπιέσαι.
Πότε έμαθες να αγαπάς και να αγαπιέσαι;
Ακόμη το μαθαίνω.
Σε ποια συγκυρία της ζωής σου είπες «εγώ ψάχνω κάτι άλλο, θέλω να μπω ακόμα πιο βαθιά σε αυτό το συναίσθημα»;
Στα 20 μου, όταν είχα μια απώλεια. Ύστερα από ένα δυστύχημα, έφυγε η κοπέλα μου. Ήταν πολύ δυνατό ταρακούνημα για μένα, όχι απαραίτητα συνειδητό. Βίωσα όλα τα στάδια του πένθους: άρνηση, θυμό, φόβο. Τότε ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα ότι δεν είναι σωστό να χάνουμε το χρόνο μας σε πράγματα που δεν μας γεμίζουν. Πέρασα στη φάση του να διαφημίζω τις απόψεις μου, τις ιδέες μου. Κι εκεί μπαίνει το εγώ – δεν είναι κακό το εγώ, αρκεί να του βάζουμε όρια.
Ύστερα από αυτή την απώλεια, πόσο εύκολο ήταν να ξαναμπείς σε μια σχέση;
Σε μένα λειτούργησε διαφορετικά. Έμπαινα συνεχώς σε σχέσεις, καθώς ήμουν σε άρνηση, και παράλληλα πήγαινα επί χρόνια στο Α΄ Νεκροταφείο για να πω τα εσώψυχά μου σε έναν τάφο. Ακόμα και τώρα, όταν περνώ από το συγκεκριμένο νεκροταφείο, χαιρετώ.
Πιστεύεις ότι, ακόμα κι όταν φεύγουν οι άνθρωποι, οι ψυχές τους επικοινωνούν;
Από πλευράς μου, είναι ένας ανοιχτός διάλογος, με τη διαφορά ότι δεν παίρνεις feedback και είναι πολύ πιο δύσκολο. Η απάντηση έρχεται από μέσα σου, φτιάχνεις διαλόγους. Στην αρχή νομίζεις ότι βλέπεις, νομίζεις ότι επικοινωνείς. Κανείς δεν έχει γυρίσει να μας πει – ή μπορεί και να έχει γυρίσει και να μην το έχουμε πάρει χαμπάρι γιατί είμαστε ανίδεοι. Σίγουρα ψάχνεις πιο βαθιά μέσα σου και συνδέεσαι με τη θεραπευτική σου ιδιότητα. Όλοι οι άνθρωποι άλλωστε είμαστε θεραπευτές από τη φύση μας καθώς θεραπεία σημαίνει άπτομαι διά χειρός, ακουμπώ τα χέρια μου σε έναν άλλο άνθρωπο, και όχι απαραίτητα με το σώμα μου, μπορεί να το κάνω με το μυαλό μου. Οπότε, ναι, ο διάλογός μου είναι ανοιχτός με την Ουρανία, που έφυγε το ’94.
Στη σχέση σου μιλάς, εκφράζεσαι, εκδηλώνεις το συναίσθημά σου;
Προσπαθώ, αυτός είναι ο στόχος μου, όχι πάντα με επιτυχία. Πολλές φορές συνειδητοποιείς ετεροχρονισμένα ότι άλλο εννοούσες και άλλο είπες, είτε από φόβο είτε από άγνοια ή από έλλειψη κάποιων συνθηκών. Συνειδητά, όμως, δεν έχω πει ψέματα.
Χρειάζεται δύναμη η αλήθεια;
Πολλή! Το να μπεις στη μνήμη –διότι η αλήθεια σημαίνει μη λήθη, το να είσαι συνδεδεμένος με τη ρίζα σου και με την ευρύτερη μνήμη, όχι τη δική σου, την ανθρώπινη– θέλει αρετή και τόλμη καθώς πάλι συνειδητοποιείς ότι δεν ξέρεις.
Πιστεύεις ότι υπάρχει μια μοίρα που μας καθορίζει;
Με την ευρεία έννοια, η μοίρα πάει λίγο αντίθετα με τις σύγχρονες επιστήμες επειδή, με τον τρόπο που την προσλαμβάνει ο περισσότερος κόσμος, δεν έχει την ποιότητα του γραμμικού χρόνου – ότι δηλαδή στο μέλλον θα μου συμβεί αυτό. Επιστημονικά αποδεδειγμένα από τον Αϊνστάιν, και από τους αρχαίους φιλόσοφους ακόμα, ο χρόνος δεν είναι γραμμικός. Πάντα μια εμπειρία εμπεριέχεται σε αυτό που κάνεις, ακόμα κι αν ανήκει στο μέλλον. Επομένως, υπό αυτή την έννοια, η μοίρα είναι ο κύκλος μέσα στον οποίο βρισκόμαστε. Μέχρι να μάθουμε το μάθημά μας και να διευρύνουμε αυτό τον κύκλο, συνεχίζουμε την ίδια πορεία.
Ποιο είναι το μάθημα που πιστεύεις εσύ ότι έπρεπε να πάρεις σε αυτή την ενσάρκωση – αν υποθέσουμε ότι οι άνθρωποι ερχόμαστε και ξαναρχόμαστε;
Η συνειδητοποίηση της θνητότητας. Μικρός, όπως όλοι μας, είχα απόλυτη άγνοια και σαν να αψηφούσα το θάνατο. Το βαθύτερο φόβο για όλα, που διαμορφώθηκε σιγά σιγά λόγω εμπειριών, τον συνειδητοποίησα. Όταν ήμουν στην εφηβεία, έφυγε σε δυστύχημα ο εξάδελφός μου, αλλά και πιο μικρός πήγαινα σε κηδείες. Είχα χάσει τους δύο παππούδες μου και μετά τους άλλους δύο. Αργότερα χάθηκαν αγαπημένοι συγγενείς και φίλοι και στη συνέχεια, με ένα ατύχημα που είχα κι εγώ, μια συγκοπή που έπαθα στα γυρίσματα υπό πολλή πίεση, συνειδητοποίησα ότι ο θάνατος είναι εκεί και είναι ο βαθύτερος φόβος, η αλλαγή που δεν ξέρουμε τι ακριβώς σημαίνει. Όταν πεθαίνει ένας άνθρωπος, πού πάει, τι κάνει; Επίσης, αν είμαστε έτοιμοι να φύγουμε, διότι πρέπει να είμαστε αφού δεν ξέρουμε πότε θα συμβεί. Δεν μιλάμε εύκολα για αυτά οι άνθρωποι. Στο Θιβέτ, για παράδειγμα, κάνουν ασκήσεις που σε προετοιμάζουν για το θάνατο από μικρή ηλικία. Πρέπει να φύγεις ήσυχος. Μια συμβουλή ίσως να είναι αυτή: η αποδοχή του θανάτου.
Φαντάζομαι πως κάνεις ψυχοθεραπεία.
Κάνω ψυχανάλυση εδώ και πάνω από ένα χρόνο. Έχω βιώσει πολλά στάδια ψυχοθεραπείας και πολλών άλλων ειδών θεραπείες.
Δηλαδή;
Ρέικι και διάφορα τέτοια, πέρα από την πρώτη θεραπεία που έμαθα από πολύ μικρός, η οποία δεν είναι άλλη από το ξεμάτιασμα. Μου το είχε μάθει η γιαγιά μου.
Με ποια αφορμή ξεκίνησες την ψυχοθεραπεία;
Ξεκίνησα το 1998 για λίγο καθώς ήμουν σε μια δύσκολη σχέση με τον εαυτό μου. Μετά, το 2002, το 2004 λίγο πιο πολύ, το 2005 ακόμα περισσότερο, αλλά ουσιαστικά θεωρώ ότι άρχισα πέρυσι. Άφησα τον εαυτό μου να είναι μόνος του, σχεδόν επιζητούσα να έχω χρόνο για τον εαυτό μου. Παλαιότερα με έπιανε πανικός και μόνο στην ιδέα, ήθελα να είμαι συνεχώς με κόσμο. Όταν άρχισα να απολαμβάνω τη μοναξιά μου, είπα «κάτι γίνεται εδώ». Ξεκίνησα από πέρυσι διότι αισθανόμουν ότι ήμουν σε ένα στάδιο όπου μπορούσα να μπω πιο βαθιά. Όταν έχεις ένα πρόβλημα, αρχίζοντας την ψυχοθεραπεία, εστιάζεις σε αυτό, προσπαθείς να βρεις τι και ποιος φταίει. Όταν είσαι σε μια πιο ισορροπημένη φάση, μπορείς να εισχωρήσεις πιο βαθιά. Σου έρχονται οι προκλήσεις και συνειδητοποιείς ότι πρέπει να σε γνωρίσεις κι άλλο.
Τι έχεις συγχωρήσει αυτόν το χρόνο;
Δεν θέλω να μιλήσω για άλλους ανθρώπους καθώς βρίσκονται εν ζωή. Κάποιους κατάφερα να τους συγχωρήσω σε αυτήν τη διαδικασία. Το κομμάτι του εαυτού μου που συγχωρώ –ή τουλάχιστον έχω δουλέψει πολύ και τα έχω καταφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό– είναι αυτό της αχαριστίας, έχω υπάρξει αχάριστος. Μέσα από αυτό, λοιπόν, προσπαθώ να συγχωρήσω τους ανθρώπους στη ζωή μου που είναι αχάριστοι, με την έννοια ότι η συμπεριφορά τους δεν έχει χάρη –είναι τόσο ωραία η ελληνική γλώσσα!–, δεν εκτιμούν τη χάρη που τους κάνει ο άλλος. Αποτέλεσμα, να μην έχει χάρη η δράση τους, να μην έχει ευγένεια, ποιότητα. Δεύτερον, μου είναι πολύ δύσκολο να συγχωρήσω τα ψέματα που μου λένε. Γι’ αυτό και μπαίνω βαθιά στα ψέματα που λέω εγώ, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Προσπαθώ να συγχωρήσω τα δικά μου ψέματα και να καταλάβω σε ποιους φόβους πατάνε.
Σε ποιους φόβους πατάνε;
Στην απώλεια της δύναμης. Όλοι οι φόβοι ξεκινούν από έναν κοινό παρονομαστή, αυτόν του θανάτου. Να μην πεθάνει κάτι μέσα μας, μη μας θεωρήσουν πεθαμένους ή μην πεθάνουν άλλοι για μας.
Ο Μανώλης, ο ήρωας που υποδύεσαι στη σειρά της ΕΡΤ1, παλεύει με το σκοτάδι του και φοβάται να βγει στο φως.
Χτίζεται πολύ καλά ο ρόλος. Σαν κάτι να του συμβαίνει από τις μικρές εκλάμψεις και, όσο προχωρά, αρχίζει να τυφλώνεται από το φως, μέχρι να φτάσει στο φως.
Είναι δύσκολο να αποδεχθούμε τη χαρά;
Πολύ δύσκολο. Έχουμε μάθει να μην ξέρουμε. Αυτό μας λένε οι γονείς, αυτό μας λένε οι δάσκαλοι, ότι «δεν ξέρεις εσύ», αντί να μας πουν «ούτε εγώ ξέρω». Αντί να μας βάλουν στη διαδικασία της συνειδητοποίησης του ότι δεν ξέρουμε –και, άρα, να μπούμε στη διαδικασία του να μάθουμε–, μας εγκλωβίζουν σε μια συνθήκη εξετάσεων, ότι κάποιοι ξέρουν και ελέγχουν εμένα που δεν ξέρω. Σε ό,τι αφορά τη σειρά, είχα στα χέρια μου ένα εξαιρετικό σενάριο του Παναγιώτη Χριστόπουλου, κάτι που είναι σπάνιο. Είναι αδιαπραγμάτευτο. Αυτό εκτίμησα, ότι δεν έκανε καμία προσπάθεια να αρέσει, προσκαλεί τον κόσμο σε μια ατμόσφαιρα. Το σενάριο αυτό το πήρε η Ζωή Σγουρού –αυτό το μαγικό πλάσμα που είχα την τύχη να έρθει στο δρόμο μου– και το απογείωσε με τη βοήθεια ενός εξαιρετικού διευθυντή φωτογραφίας. Επίσης, πίσω υπάρχει μια παραγωγή που υποστήριξε όλες αυτές τις επιλογές. Κακά τα ψέματα, όταν έχεις μια παραγωγή που είναι είτε απούσα είτε πολύ πιεστική, δεν είναι δυνατόν να βγει αυτό το αποτέλεσμα.
Είναι ελευθερία το να μη σε ενδιαφέρει να αρέσεις;
Είναι εξαιρετική ελευθερία η αδιαφορία. Όταν μπαίνεις σε αυτήν τη διαδικασία, αδιαφορείς και για τους άλλους. Δεν σε ενδιαφέρει αν ο άλλος έχει μοβ ή κόκκινα μαλλιά, αν είναι straight ή gay, σε ενδιαφέρει το πώς συνδιαλέγεσαι εσύ μαζί του.
Στη σχέση σου πώς είσαι;
Νομίζω και εύχομαι να είμαι δοτικός. Κάποιες φορές είμαι και ενοχικός.
Στις ερωτικές σου σχέσεις βαδίζεις συνειδητά;
Σε ορισμένες μπορεί και τυχαία, αν μιλάμε για το παρελθόν. Στο τώρα είμαι αλλιώς. Νομίζω και εύχομαι πάλι να είμαι δοτικός και ανοιχτός να συζητήσω τα πάντα.
Ο Μανώλης, ο τηλεοπτικός σου ήρωας, επιμένει να μένει στην πληγή του. Είναι τόσο επώδυνο να αφήσουμε την πληγή;
Είναι εθιστικό το τραύμα. Οι κότες, όταν έχουν μια πληγή στη φτερούγα, αρχίζουν να την τσιμπούν και πίνουν το αίμα τους, τρέφονται από αυτό. Για να καταφέρεις να θεραπεύσεις την πληγή, ώστε να μην έχεις απώλεια ενέργειας και να γίνει το τραύμα ουλή, δηλαδή να υπάρχει το μάθημα χωρίς τον πόνο του, πρέπει να αναλάβεις την ευθύνη. Δυστυχώς, όμως, ζούμε σε μια εποχή πολύ βαθιάς κατάθλιψης. Οι περισσότεροι αρνούμαστε την ευθύνη, μας αρέσει να πετάμε το μπαλάκι αλλού, να κατηγορούμε τους άλλους για αυτό που μας συμβαίνει. Όταν μπεις στη διαδικασία να αναλάβεις την ευθύνη των επιλογών σου, τότε πολύ απλά θα καταλάβεις ότι αυτή την πληγή δεν την έχεις ανάγκη.
Εσύ πώς διαχειρίστηκες τις πληγές στη ζωή σου;
Ακόμη τις διαχειρίζομαι και συνειδητοποιώ ότι κάποιες από αυτές δεν έχουν επουλωθεί πλήρως. Τις αντιμετωπίζω με την ψυχανάλυση, με όποια θεραπεία κάνω, με μια βόλτα με το σκύλο μου, με το να δίνω εκεί όπου έχουν ανάγκη, ακόμα κι αν δεν φαίνομαι, με το να είμαι ανοιχτός στους ανθρώπους όλων των διαφορετικών επιλογών.
Έχεις πει ότι μέχρι ο γιος σου να γίνει 3 ετών, το κύριο μέλημά σου ήταν να μην του πεις όχι για κάτι χωρίς να του δώσεις εξήγηση.
Έχουμε μάθει να δίνουμε εύκολες λύσεις στη ζωή. Αυτό που εφάρμοσα το είχα ακούσει ή το είχα διαβάσει κάπου και άρχισα να το επιβάλλω κι εγώ στον εαυτό μου. Τις ελάχιστες φορές που είπα όχι μέχρι να γίνει 3 ετών ο μικρός ήταν όταν υπήρχε κίνδυνος – όχι γιατί θα πέσει στον γκρεμό, όχι το χέρι στη φωτιά. Αντί να του λέω όχι την ώρα που με πλησίαζε ενώ μαγείρευα, τον έπαιρνα αγκαλιά, πλησίαζα στη φωτιά και του έλεγα ότι εδώ καίει και έκανα τον ανάλογο ήχο. Επειδή στα παιδιά λέμε συνεχώς το όχι, όταν μεγαλώνουμε αρνούμαστε να λέμε εμείς όχι, να βάζουμε όρια.
Έχω την αίσθηση ότι αφήνεσαι στα γεγονότα.
Όχι αρκετά. Τα πρώτα χρόνια στο θέατρο υπέφερα πολύ προκειμένου να αποδείξω πράγματα, και γι’ αυτό είχα πάρα πολλά ψυχοσωματικά – αν αξίζω, αν θα το κάνω καλά, αν θα ξεχωρίσω, αν θα με ξεχωρίσουν. Από ένα σημείο και μετά, κατάλαβα ότι δεν έχει σημασία πού θα βρίσκεται το όνομά σου στη μαρκίζα. Δεν έχει σημασία αν εσύ ξεχωρίζεις. Σημασία έχει να είναι καλό το σύνολο. Αν κάνεις μια καλή ερμηνεία σε ένα κακό έργο, τι σημασία έχει;
Βοήθησαν σε αυτό τα χρόνια που έζησες στην Αμερική;
Πολύ! Ήταν σαν να μηδένισα το κοντέρ και να ξανάρχισα. Κατάλαβα ότι δεν ξεκινάμε ποτέ από το μηδέν στο κοντέρ, ξεκινάμε πάντα με μια γνώση. Από τη στιγμή που γεννιόμαστε, από τη στιγμή που βγαίνουμε από τη μήτρα, δεν είμαστε καθαροί, έχουμε εισπράξει ήδη εμπειρία.
Ποια ήταν η δική σου πρωταρχική καταγραφή;
Δεν ξέρω αν πρέπει να το αναφέρω. Για μένα, η πιο βαθιά μου καταγραφή είναι ότι είμαι βάρος. Κι αυτό είναι περίεργο διότι όλοι στη ζωή μου μου έλεγαν πόσο τους άρεσε η παρέα μου, το χιούμορ μου.
Τι λείπει από τη ζωή σου σήμερα;
Ο χρόνος, κι αυτό δουλεύω, να έχω περισσότερο χρόνο.
Κλείνοντας να πούμε για τα σεμινάριά σου. Πότε έχει προγραμματιστεί το επόμενο;
Εκκρεμεί ένα στην Κρήτη και θα ακολουθήσουν άλλα στην Αθήνα. Ωστόσο ακόμη δεν έχουν οριστεί οι ημερομηνίες.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΙΩΑΝΝΑ ΤΖΕΤΖΟΥΜΗ/CUBE DIGITAL PRODUCTIONS
ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΟΣ: ΒΑΡΒΆΡΑ ΚΈΒΓΑ
GROOMING: ΚΕΡΑΣΊΑ ΚΟΎΗ
Ευχαριστουμε την Cava nektar (Ερμού 121, Αθήνα 105 55, Τηλ. 210 3222216) για τη φιλοξενία