Το 2002 λίγο καιρό μετά την συγκλονιστική παρουσίαση της «Μυθωδίας» στον ναό του Ολυμπίου Διός, και ενώ είχε γίνει γνωστό ότι δεν θα συμμετείχε καλλιτεχνικά στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου είχε παραχωρήσει μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του στο περιοδικό Status. Συνομιλητής του ήταν ο Νίκος Μουρατίδης τον οποίο ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης εκτιμούσε ιδιαίτερα και γνώριζε καλά.
Χαρακτηριστικά σεμνός, μακριά από οποιαδήποτε προσποίηση και κυνισμό, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου μας ξεναγεί στον κόσμο του, όπου οι τέχνες, οι επιστήμες, τα όνειρα και οι μύθοι της Ελλάδας είναι οι πρωταγωνιστές.
«Η επιστήμη και η μυθολογία ήταν τα θέματα που με γοήτευαν από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια. Άκουγα τέτοιες ιστορίες από τους δικούς μου και από τους γύρω μου και έτσι άρχισα να θυμάμαι…
Με το πέρασμα του χρόνου κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι να θυμάσαι, να θυμάσαι όσο πιο βαθιά μπορείς γιατί είναι βέβαιο ότι μέσα μας εμπεριέχεται όλη η ανθρώπινη ιστορία και συγχρόνως όλοι οι κώδικες της δημιουργίας και της εξέλιξης του σύμπαντος:
O Ουρανός και η Γαία, οι Τιτανομαχίες και Γιγαντομαχίες, η αρπαγή της Ευρώπης, οι Αργοναύτες και το χρυσόμαλλο δέρας, ο Θησέας και ο Μινώταυρος, ο Ηρακλής οι Σειρήνες και οι Νύμφες, ο κόκκινος πλανήτης Άρης με τα δυο παιδιά του-δορυφόρους το Δήμο και το Φόβο, η ελαία της Αθηνάς, oι εννέα μούσες που εναρμονίζουν όλα αυτά και άλλα, ήταν και είναι μερικά παραδείγματα από τους χώρους που πλανώμαι όπως η μουσική που γράφω.
Και κάθε φορά που θυμάμαι, ανακαλύπτω και αποκαλύπτω κάτι άλλο.»
«Άρχισα να ζωγραφίζω από τα παιδικά μου χρόνια. Η ζωγραφική για μένα όπως και η μουσική είναι δύο πράγματα που μέχρι σήμερα με απασχολούν, με συγκινούν, με προβληματίζουν με εκστασιάζουν, με άλλα λόγια που διαμορφώνουν τον τρόπο που ζω σε καθημερινή βάση. Είναι αδύνατον να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς ένα από τα δύο.
Υπάρχει βέβαια μια διαφορά ανάμεσα στην ζωγραφική και την μουσική: Η μουσική περνάει μέσα από μένα, ενώ η ζωγραφική πηγάζει μέσα από εμένα. Με άλλα λόγια ο ήχος προϋπάρχει του ανθρώπου, ενώ η ζωγραφική χρειάζεται τον άνθρωπο για να υπάρξει.
Εδώ βέβαια έχουμε ένα άλλο θέμα περί αντικειμενικής-υποκειμενικής προσέγγισης σε σχέση με τη δημιουργία και ίσως αυτό θα μπορούσαμε να το συζητήσουμε μια άλλη φορά.»
Η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου ποτέ δεν μπόρεσε να κατηγοριοποιηθεί, σε μια εποχή που οι ταμπέλες δίνουν και παίρνουν. « Ο Βαγγέλης είναι ένας επιστήμονας, χρησιμοποιεί τη μουσική σαν εργαλείο και βρίσκεται πάντοτε στα όρια της μουσικής ανακάλυψης και αποκάλυψης» σχολιάζει ο Νίκος Μουρατίδης.
“Όταν οι άμορφες γιγαντιαίες πολυεθνικές εταιρείες προσπαθούν λυσσαλέα με κάθε διαφημιστικό μέσο να εκπαιδεύσουν τον κόσμο ως προς τι να κάνει, πως να το κάνει, που να το κάνει, τι να το κάνει, τι να φάει, ή να πιεί, πώς να ντυθεί, τι να αποφασίσει πως να αποφασίσει, πότε να αποφασίσει κτλ, κτλ, καταλαβαίνετε ότι αυτό δεν είναι μια απλή υπόθεση:
Το σύστημα είναι σαν μια τεράστια μασέλα η οποία καταβροχθίζει τα πάντα και τα μετατρέπει σε χρήμα. Χρήμα λοιπόν το ζητούμενο. Για να μας διευκολύνουν λοιπόν όπως και όλο το κοπάδι κύριε Μουρατίδη, μας δημιουργούν ταμπελίτσες δικής τους σύλληψης και επιλογής.
Έτσι όταν βρισκόμαστε σε ένα πολυκατάστημα είτε αυτό είναι τροφών, είτε δισκογραφικού περιεχομένου είναι πιο εύκολο να αγοράζουμε, να αγοράζουμε τις περισσότερες φορές άχρηστα πράγματα και να αισθανόμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι.
Όπως αντιλαμβάνεστε η μουσική, αυτό το θείο Δώρο δεν γλίτωσε από τα σαγόνια του θηρίου καταλήγοντας κι αυτή ένα από τα πάμπολλα προϊόντα προς κατανάλωση. Θα μου πείτε και οι καλλιτέχνες; τι γίνεται με αυτούς; Δυστυχώς τις περισσότερες φορές ακολουθούν κι αυτοί την ίδια πρακτική και πολλές φορές γίνονται πιο άπληστοι και από τις πολυεθνικές. Δυστυχώς αυτή είναι πραγματικότητα, ευτυχώς υπάρχουν και εξαιρέσεις και αντιδράσεις.»
Για τον Βαγγέλη Παπαθανασίου η Ελλάδα και ο κόσμος της ήταν πάντα η αφετηρία.
«Δεν υπάρχει άνθρωπος στον πλανήτη που να μην τον συγκινεί η χώρα του. Έτσι και εγώ γεννήθηκα σε μία χώρα η οποία εκτός από τη σπάνια γεωγραφική της θέση και το κλίμα της έχει δημιουργήσει μία τέτοια ιστορία, φιλοσοφία, επιστήμη, παιδεία και έπη τέτοιου μεγέθους που δεν άφησαν και δεν αφήνουν αδιάφορο κανέναν σε όλο τον κόσμο.
Μια τέτοια κληρονομιά είναι κινητήρια δύναμη για το μέλλον μας. Δυστυχώς για πολλούς μετατρέπεται σε δυσβάστακτο φορτίο. Βλέπετε αυτές οι αξίες θα υπάρχουν για πάντα και εξακολουθούν να εμπνέουν, επίκαιρες όσο ποτέ και αυτό πολλούς τους ενοχλεί.»
«Από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου ήμουν συνδεδεμένος απόλυτα με τη μουσική. H δισκογραφία μου προέκυψε και αν αυτή εκλείψει θα συνεχίσω ακόμα με περισσότερη αφοσίωση την μουσική μου πορεία. Με τον ίδιο τρόπο που αναπνέω γράφω μουσική. Αν περίμενα να αναπνεύσω κάθε φορά κατά παραγγελία θα είχα ήδη εκλείψει προ πολλού»
Κύριε Παπαθανασίου εξακολουθείτε να έχετε όνειρα και φιλοδοξίες ή αισθάνεστε ότι όλα έχουν πληρωθεί για εσάς;
«Προτιμώ να ονειρεύομαι το βράδυ, η φιλοδοξία είναι επικίνδυνο χαρακτηριστικό και παρόλο που το σύστημα προσπαθεί να μας ωθεί προς αυτή την κατεύθυνση, η επιστημονική έρευνα και η ανάγκη της προσφοράς είναι το έναυσμα και οι κινητήριες δυνάμεις για ό,τι πράττω και δυστυχώς είναι κάτι που πληρώνω πολύ ακριβά.
Ποτέ δε σκέφτηκα, άλλωστε ήμουν και πολύ μικρός να γίνω γνωστός και να ‘χω σχέση με πωλήσεις δίσκων, αυτά προέκυψαν αργότερα και σας εκμυστηρεύομαι ότι είναι κάτι με το οποίο δεν μπορώ εύκολα να συμβιβαστώ.
Μπορεί να σας φαίνεται παράξενο αλλά έτσι είναι. Όλη αυτή η πορεία μου έδωσε την ευκαιρία να μπορώ να επενδύω για τις έρευνες μου και να δύναμαι να προσφέρω όσο μπορώ αφιλοκερδώς-αν και οι κακόπιστοι δεν το πιστεύουν δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να προσφέρεις στον τόπο που γεννήθηκες.
Ο Έλληνας σκιαγράφησε το πορτραίτο του μέσα από τα βάθη των αιώνων. Σε μας έγκειται να συγκρίνουμε και να διαπιστώσουμε αν συνεχίζουμε να πράττουμε ανάλογα για να διατηρούμε αυτό τον τίτλο της γνώσης και της τιμής…
Αν και πιστεύω ότι η Ελλάδα δε μου χρωστάει απολύτως τίποτα, δε σας κρύβω ότι μεγαλύτερη τιμή από όλες εδώ είναι να σε τιμούν στη χώρα σο, αλλά ακόμα μεγαλύτερη τιμή είναι όταν η χώρα σου σε θεωρεί χρήσιμο.»