Οι πρώτες ενοχλήσεις είχαν αρχίσει τον χειμώνα του ’95. Η Αλίκη με τη μοναδική κράση, που δούλευε σκληρότερα και περισσότερο από όλους, ξαφνικά έδειχνε σημάδια πρωτόγνωρης εξάντλησης.
Στη δεύτερη σεζόν της «Μελωδίας της Ευτυχίας» η Μάρθα Βούρτση αναγκάζεται να της δίνει το χέρι προκειμένου να σηκωθεί από τη γονατιστή στάση της καλόγριας, κάτι που δεν συνέβαινε την προηγούμενη χρονιά. Από την αρχή της νέα χρονιάς, του ’96, παραπονιέται για κρίσεις που της ταράζουν τα πνευμόνια και σουβλιές στην κοιλιά.
«Πιάσε με να δεις, έχω δέκατα;» ρωτά τον κομμωτή της στα γυρίσματα του show της Ρούλας Κορομηλά τον Μάρτιο. Καταπραΰνει τα περίεργα συμπτώματα με αντιβίωση για βρογχίτιδα. Παρ όλη την κατάπτωση της όμως εξακολουθεί το πρόγραμμα της κανονικά.
Διπλές παραστάσεις το Σαββατοκύριακο στο Θέατρο. Χειραψία και αγκαλιά με όλους τους θαυμαστές που την περιμένουν πιστά έξω από το καμαρίνι. Τηλεοπτικές εμφανίσεις…Υπογράφει για εκατοντάδες μικρούς στον «Ελευθερουδάκη», τα παιδικά βιβλία που είχε πρόσφατα γράψει, ενώ ψήνεται στον πυρετό.
«Έβλεπα την Αλίκη» διηγήθηκε η Νόρα Βαλσάμη στη Φρίντα Μπιούμπι το 1997 «να μην μπορεί να πάρει τα πόδια της μετά την παράσταση. Κι όμως ήθελε σαν από αντίδραση ίσως να βγούμε για φαγητό. Της έλεγα “πήγαινε σπίτι, Τι θέλεις τώρα να πάμε να φάμε και είναι μία η ώρα! Έχεις και διπλές παραστάσεις αύριο”. Δεν με άκουγε…» Στο τέλος του μήνα έφυγε για τη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσει εκεί τη «Μελωδία της Ευτυχίας».
Η επιτυχία του έργου μεγάλη, η Αλίκη όμως δεν είχε κουράγιο πια να αφήσει τη σουίτα της. Το χρώμα της δεν είναι καλό, οι πόνοι στο στομάχι δεν λένε να περάσουν και μια κρίση βρογχίτιδας την ανησυχεί τόσο ώστε να κάνει εξετάσεις στο διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη.
«Εκεί μαθαίνουμε ότι κάποιο πρόβλημα υπάρχει στο συκώτι» διηγήθηκε ο Κώστας Σπυρόπουλος σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Status το 1997. «Δεν ήθελε να διακόψει τις παραστάσεις και πήγε μέχρι την Κυριακή. Ήμουν στο παρασκήνιο-στην τελευταία- παράσταση και κάποια στιγμή σε ένα τραγούδι που λέει “Τώρα που φεύγω”, γύρισε με κοίταξε στην κουΐντα και δάκρυσε. Δεν άντεξα».
«Οι γιατροί βρήκαν τη βίδα μου λίγο κουνημένη και πρέπει να μου την ξαναβιδώσουν» λέει με δακρυσμένα μάτια στο κοινό της τελευταίας παράστασης, «και μετά θα ξαναγυρίσω κοντά σας». «Όταν τελείωσε η παράσταση τη φίλησα και της είπα “και του χρόνου”. Με κοίταξε στα μάτια και γέλασε».
Επιστρέφουν στην Αθήνα και αμέσως επισκέπτονται το Γενικό Κρατικό για αξονική τομογραφία. «Άντε βρε παιδιά φουρνίστε με, τι να γίνει» λέει μπροστά στο μηχάνημα που της φαίνεται σαν φούρνος. «Με πήρε ο ύπνος, ονειρεύτηκα την Λαμπέτη και την Τζένη» λέει στους δικούς της βγαίνοντας από τον τομογράφο, ίσως για να τους ψαρέψει…
Τα νέα που έχουν οι γιατροί είναι τραγικά. Αν και τίποτα στην όψη της δεν το προδίδει, η Αλίκη έχει προχωρημένο καρκίνο στο πάγκρεας και το συκώτι. «Πήγαμε στον Πουλατζά, είδε τις εξετάσεις τις και μετά όταν έμεινα μόνος μου, μου είπε ότι έχει δύο με τέσσερις μήνες ζωή…» διηγήθηκε ο Κώστας Σπυρόπουλος.
«Μετά άρχισε η Γερμανία, το Μόναχο και οι εξετάσεις. Πάρα πολύ επώδυνες εξετάσεις. Στη Γερμανία μου λέει με το χιούμορ που πάντα είχε: «Εάν είναι να έχω τέτοιες δοκιμασίες, πες στους Γερμανούς να μου ρίξουν το αέριο να τελειώνουμε».
«Όταν μου είπαν για το συκώτι, είπα από μέσα μου έχετε γεια βρυσούλες» λέει γελώντας επιστρέφοντας από το Μόναχο. Η γενναιότητα απέναντι στην ασθένεια, μεγάλη.
Στην Αλίκη δεν είχαν πει πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση της. «Όταν ξέρεις ότι ο άνθρωπος σου θα φύγει σε δύο μήνες και πρέπει μπροστά του να υποκρίνεσαι ότι όλα είναι καλά και από πίσω να χτυπάς το κεφάλι σου, νομίζω ότι είναι οι πιο δύσκολος ρόλος. Είναι ο ρόλος που έτυχε σε μένα» θα έλεγε ο Γιάννης Παπαμιχαήλ στον Νίκο Φρονιμόπουλο σε συνέντευξή του στο περιοδικό Life& Style.
«Ήξερε ότι είναι κάποιοι όγκοι σε στάδιο μετάλλαξης, οριακοί» εξήγησε ο Κώστας Σπυρόπουλος στο Status. «Βέβαια επειδή μπορούσε να διαβάσει και το πίσω μέρος του μυαλού σου, πιστεύω ότι ήξερε. Έκανε ότι δεν ήξερε για να μην φέρνει εμάς σε δύσκολη θέση. Στα μέσα Μαΐου πήγαμε στην Αμερική. Μείναμε μόνο τρεις μέρες, γιατί μετά τις εξετάσεις μας έστειλαν πίσω άρον άρον. Μας είπαν ότι σε 4-5 μέρες θα πέσει σε ηπατικό κώμα και πρέπει να φύγει το γρηγορότερο.
Μόλις συνήλθε από τη νάρκωση ήταν στο δωμάτιο ο γιατρός. Του λέει «Μου δίνεις ένα χρόνο ζωής;». Ο γιατρός τα ‘χασε, του έπεσε ο φάκελος με τις εξετάσεις της από την ταραχή «Καλά, άστο» του λέει εκείνη…”
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, οι κάμερες την συλλαμβάνουν να βγαίνει κουρασμένη, προς την έξοδο του VIP του αεροδρομίου του Ελληνικού. Εκείνη μόλις αντιλαμβάνεται την παρουσία του φακού ορθώνεται και χαμογελά. «Από εδώ και μπρος θα σας ζητούσα να με αφήνατε να έχω εγώ την πρωτοβουλία για την ενημέρωση σας στο θέμα της υγείας μου» λέει.
«Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας και σας ζητώ να προσεύχεστε για μένα». Στις 21 Μαΐου του 1996 μπαίνει στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών. Η εισαγωγή της γίνεται με το όνομα Λίζα Παπασταύρου.
Την έχουν πείσει οι γιατροί της ότι η θεραπεία της προς το παρόν μπορούσε να γίνει μόνο εκεί. Έπρεπε να κάνει κούρα, της είχαν πει, αγωγή.
Στη σουίτα του 9ου ορόφου της κρατούσαν συντροφιά ο Σπυρόπουλος, ο αδελφός της Τάκης, η Νόρα, η Νότα, η Αλέκα Ζωγράφου. Τις καλές ημέρες έπαιζαν μπιρίμπα. Οι δύο μήνες που πέρασε η Αλίκη στο Ιατρικό Κέντρο είχαν ποιότητα ζωής. Η κατάσταση της ήταν τόσο προχωρημένη ώστε δεν υπήρχε νόημα επιθετικής αντιμετώπισης του καρκίνου. Οι παρεμβάσεις των γιατρών είχαν ανακουφιστικό χαρακτήρα.
Έτσι σε όλη της τη νοσηλεία η Αλίκη δεν υπέφερε, δεν χρειάστηκε να πάρει καν το παραμικρό παυσίπονο. Μόνο οι δυνάμεις της την εγκατέλειπαν μέρα με τη μέρα.
«Στο Ιατρικό περνούσε καλά» είπε στην Φρίντα Μιούμπι ο αδελφός της Τάκης «όσο καλά μπορούσε να περνά ένας βαριά άρρωστος. Ήταν πολύ ευχαριστημένη από τη φροντίδα όλων εκεί και αισθανόταν άνετα.».
Ενάντια στις προβλέψεις των γιατρών όμως η Αλίκη κρατούσε ακόμη δυνάμεις. Στις αρχές του δεύτερου μήνα της παραμονής της στο νοσοκομείο, είχε και σημαντική βελτίωση. Τότε έγινε γνωστό ότι υπήρχε και ένα φάρμακο στην Αμερική σε πειραματικό στάδιο. Ήταν όμως αργά για να την βοηθήσει.
Η ίδια είχε την ελπίδα ότι θα της δινόταν κάποιος χρόνος μετά την διάγνωση, όπως είχε συμβεί με την Τζένη Καρέζη. Ο Νίκος Φώσκολος όμως το είχε θέσει πολύ σωστά «Ήταν σαν να την χτύπησε σφαίρα. Στην Μελίνα, στην Λαμπέτη, δόθηκε η ευκαιρία να πολεμήσουν την ασθένεια. Στην Αλίκη όχι.»
«Άντε Βασίλη θα την καβαλήσουμε την μάντρα» είχε πει παρ’ όλα αυτά τον Ιούνιο στον θεατρικό της επιχειρηματία Βασίλη Πλατάκη. Είχε ποζάρει με το γιο της Γιάννη στην σουίτα του Ιατρικού. Πίστευε ότι θα τα καταφέρει. Στις φωτογραφίες είναι αμακιγιάριστη, δείχνει κουρασμένη. Είναι όμως πάντα η Αλίκη που ξέρουμε, χαμογελά δίπλα στον γιο της.
Είναι οι τελευταίες φωτογραφίες που θα βγάλει. Κοκέτα πάντα, είχε δίπλα της τον κομμωτή της Μιχάλη. Ήθελε να είναι όμορφη μέχρι τέλους. Και ήταν, με μόνη εξαίρεση το χρώμα της τις τελευταίες μέρες.
Πολλοί φίλοι αλλά και η Δήμητρα Λιάνη, η Λιάνα Καννέλη, ο Μίκης Θεοδωράκης, αλλά και η μικρή Μελίνα από τα παιδιά της «Μελωδίας» το αγαπημένο της «φρατζολάκι», την επισκέπτονται. Μόνο ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ δεν θα μπορέσει να την δει.
Η άτυχη συγκυρία έφερε μια συνέντευξη του, στην οποία την κατηγορούσε, να προβληθεί την ημέρα που έγινε γνωστή η ασθένεια της. Η Αλίκη θα αρνιόταν να τον δεχτεί μέχρι τέλους. Μόνο τις τελευταίες μέρες, όταν ήταν πλέον σε κώμα, μπόρεσε να πλησιάσει τα πόδια του κρεβατιού και να της ψιθυρίσει συντετριμμένος «Πίπη, πάμε να φύγουμε από εδώ…»
Η Αλίκη τηλεφωνεί στην κυρία Θεώνη την μητέρα της Τζένης. «Πήρα να σας ζητήσω να προσευχηθείτε για μένα και να σας ρωτήσω τι θέλετε να πω στην κόρη σας εκεί που θα πάω. «Να αφήσεις την κόρη μου ήσυχη και εσύ δεν έχεις να πας πουθενά» της απαντά.
Η αντίστροφη μέτρηση όμως πλησιάζει στο τέλος της. Με την είσοδο του Ιουλίου η ύστατη αναλαμπή δίνει τη θέση της σε μία καλπάζουσα κατάπτωση. Τα αγαπημένα της πρόσωπα δεν μπορούν να αντλήσουν πια κουράγιο από την Αλίκη.
Η μόνη της επιθυμία, να πάει στον αγαπημένο της Θεολόγο. Ήθελε να γιορτάσει εκεί τα γενέθλια της στις 20 Ιουλίου. Οι γιατροί είχαν πει ότι η ζωή της δεν θα συνέχιζε μετά την 19η Ιουλίου, οι τελευταίες δυνάμεις της Αλίκης την κράτησαν μέχρι την μέρα των γενεθλίων της και δύο μέρες μετά.
«Είχε πάντα ένα παράπονο,» είχε διηγηθεί ο Γιάννης Παπαμιχαήλ στο Life&Style για τις τελευταίες τους συζητήσεις, «έλεγε ότι δεν ήμουν αρκετά ανοιχτός και δεν της έδειχνα πόσο την αγαπούσα. Της εξήγησα ότι δεν ήταν έτσι, πως ήμουν γενικά κλειστός αλλά δεν σήμαινε ότι δεν την αγαπούσα όσο νόμιζε. Είπα ορισμένα πράγματα και ηρέμησα λίγο με τον εαυτό μου…
«Λίγες μέρες πριν πέσει σε κώμα μου είπε μια φράση που με σόκαρε» θα διηγείτο ο γιος της «Μου είπε, εγώ πρέπει να ξεκουραστώ και εσύ θα τα καταφέρεις…»
Τρεις μέρες, η καρδιά της Αλίκης θα πολεμήσει αρνούμενη να παραδώσει τα όπλα στην τελευταία, μάταιη μάχη, που θα χαθεί οριστικά με την τελευταία της πνοή το πρωινό της Δευτέρας 23 Ιουλίου. « Ένιωσα το τέλος να έρχεται. Άκουσα την ανάσα της να γίνεται πιο αργή και πιο ανάλαφρη» διηγήθηκε στην Φρίντα Μπιούμπι ο Τάκης Βουγιουκλάκης. «Κατάλαβα. Την πήρα στην αγκαλιά μου. Της ψιθύρισα «καληνύχτα Άγγελε μου» Στην τρίτη από τις επόμενες ανάσες έσβησε…»
Διαβάστε επίσης: