Λίγες μέρες μετά την μεγάλη απώλεια του Μίκη Θεοδωράκη μια φωτογραφία, ίσως η πιο συγκινητική, έκανε το γύρο του διαδικτύου αφού την ανήρτησε στον λογαριασμό του ο οικογενειακός φίλος του συνθέτη Θοδωρής Σεργιάδης. Η εικόνα μιλά μόνη της καθώς ο φακός συλλαμβάνει τον κλινήρη Μίκη να χαμογελά έχοντας δίπλα του την πολυαγαπημένη σύντροφο της ζωής του, Μυρτώ.
Το ζευγάρι ήταν μαζί από τη δεκαετία του 40 και έζησε δεμένο όλες τις μεγάλες θύελλες, πολέμους, εξορίες, αλλά και τους καλλιτεχνικούς θριάμβους της πολυκύμαντής πορείας ζωής που ακολούθησαν έχοντας πάντα ο ένας τον άλλο: Μέχρι το τέλος, μέχρι που τους χώρισε ο θάνατος.
Ο καλός φίλος του ζευγαριού Βύρων Σάμιος περιγράφει στο mikisguide.gr:
«Κατοχή, φθινόπωρο του 1943, προχωρημένο απόγευμα. Σε λίγο η παρέα θ’ άπρεπε να κλειστεί στα σπίτια της.
Η παρέα μαζεμένη έξω από το σπίτι της Μυρτώς (Κωνσταντινουπόλεως 39 στη Νέα Σμύρνη). Όταν έφθασα συζητούσαν για το τι θα γίνει με το Πανεπιστήμιο, θα μας δεχτεί χωρίς εξετάσεις ή με εξετάσεις.
Πλησιάζω τη Μυρτώ, δίπλα της υπάρχει μια καινούρια παρουσία, ένα ψηλό – λεπτό αγόρι με πλούσια σγουρά μαλλιά. Επειδή εκείνη την εποχή κάθε νέα παρουσία μας τρόμαζε η Μυρτώ σπεύδει να με συστήσει στο νεοφερμένο : «Από δω ο Βύρων κι αυτός υποψήφιος για την ιατρική».
Ο ψηλός με χαιρετά. Η παρουσία του φίλου πρέπει να ερευνηθεί γι’ αυτό και τον ρωτώ : «και συ για την ιατρική;», «Όχι» μου απαντά και συνεχίζει, « ο πατέρας μου θέλει να μπω στη Νομική, εγώ όμως σκοπεύω να ασχοληθώ με τη μουσική».
Το είπε με κοφτό αποφασιστικό τόνο που δήλωνε την αμετάκλητη απόφασή του, κι άσε τον πατέρα του να λέει, παρόλο που ο Μίκης τον υπεραγαπούσε το Γιώργο Θεοδωράκη.
Προσπαθώ να καταλάβω καλύτερα τι θα σπουδάσει αυτό το παιδί και τον ρωτώ : «καλά μουσικός αλλά για πιο όργανο;». Η απάντησή του με αποπροσανατόλισε τελείως : «κανένα» μου λέει, «δηλαδή;» Ο Μίκης κατάλαβε ότι δεν είχα ιδέα μουσικής και συμπληρώνει : «θα γράφω μουσική, θα διευθύνω μουσική, θα διδάσκω μουσική, κάτι τέτοια».
Όλα αυτά χωρίς όργανο; σκέφτηκα. Τα λόγια του ούτε με φώτισαν ούτε με καθησύχασαν. Εκτός από εμένα όμως θα πρέπει ν’ ανησύχησε και ο πατέρας της Μυρτώς ο Ηλίας Αλτίνογλου καθηγητής, πρόσφυγας απ’ την Σμύρνη.
Σ’ αυτό που θα σας διηγηθώ δεν ήμουνα παρών, μου το μετέφερε ο Μίκης πολύ αργότερα, όταν πια είχε γίνει γνωστός μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Ο αυστηρών αρχών πατέρας της Μυρτώς, βλέποντας την κόρη του παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις επτά, να επιστρέφει σπίτι της στο παραπέντε, θα ανησύχησε και θα τη ρώτησε γιατί αργεί τόσο. Η Μυρτώ δεν ήταν από τα άτομα που θα’ λέγε ψέματα στον πατέρα της. Πήρε το θάρρος και ομολόγησε τη φιλία της με το Μίκη. Του είπε ότι έχει καλό σκοπό για να τον καθησυχάσει.
Ο πατέρας με τη σειρά του, θα ρώτησε για το ποιο ήταν το μέλλον του Μίκη. Η Μυρτώ, περίεργο γιατί, παρακάμπτοντας την προτροπή του πατέρα του για νομικές σπουδές, απάντησε απευθείας ότι ο Μίκης, θέλει να γίνει μουσικός, χωρίς ασφαλώς τις επεξηγήσεις του Μίκη για το ρόλο του ως μουσικοσυνθέτη, μαέστρου και ότι άλλο σκόπευε να κατακτήσει στη ζωή του, όπως ασφαλώς θα είχε εξομολογηθεί στη Μυρτώ. Στο σκέτο «μουσικός», της Μυρτώς, η αντίδραση του πατέρα ολιγόλογη, αλλά μεστή φόβου είναι αποκαλυπτική της απογοήτευσής του : «Μουσικός; Aδειο πιάτο»!
Ο Μίκης πολύ αργότερα ,όταν μου διηγήθηκε το συμβάν δικαιολόγησε απόλυτα την αγωνία του πατέρα Ηλία Αλτίνογλου και πάντα μιλούσε με πολύ συμπάθεια και σεβασμό, γ’ αυτόν όπως και για τη σύζυγο του Μαργαρίτα, μητέρα της Μυρτώς.”
O Mίκης και η Μυρτώ παντρεύτηκαν τελικά χάρη στην προκαταβολή που εισέπραξε ο Μίκης Θεοδωράκης για την ταινία «Ξυπόλυτο τάγμα», ύψους 5.000 δραχμών.
Όταν ο Μίκης Θεοδωράκης πήρε υποτροφία στο Conservatoire στο Παρίσι, το 1954, η Μυρτώ, τον ακολούθησε και εργάστηκε εκεί ως γιατρός. Εκεί απέκτησαν δύο παιδιά την Μαργαρίτα και το Γιώργο. Οι δυο τους επέστρεψαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60.
Στο βιβλίο «Πολυαγαπημένη μου Μυρτώ» της Μαργαρίτας Ισηγόνη (εκδ. «Λιβάνη», 2006), μια συλλογή της νεανικής, ερωτικής αλληλογραφίας τους η συγγραφέας αναφέρει: «Πίσω από κάθε μεγάλο άνδρα υπάρχει πάντα μια μεγάλη γυναίκα;
Στην περίπτωση του Mίκη Θεοδωράκη αυτό είναι γεγονός. Mια μεγάλη αλήθεια με το όνομα Mυρτώ Aλτίνογλου».
«Η μαμά ήταν πολύ δυναμική. Κρατούσε την οικογένεια, κρατούσε τα χρήματα. Ο πατέρας μου χαρτζιλίκι έπαιρνε, δεν είχε ποτέ λεφτά πάνω του. Τα πάντα έλεγχε η μάνα μου και ανακατευόταν με τις συναυλίες σαν μάνατζερ!» είπε η Μαργαρίτα Θεοδωράκη περιγράφοντας τη δυναμική της σχέσης των γονιών της στον Αντώνη Μποσκοΐτη.
Η ουσία της σχέσης τους ωστόσο αναδύεται μέσα από τις τρυφερές επιστολές τους:
Ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει για τη Μυρτώ: “Γλυκό χαμόγελο, τα παιδιάστικα μάτια με τις αιφνίδιες λάμψεις… με τη μεγαλύτερη φινέτσα και χάρη…” “Mια μορφή φαντασίας και ονείρου που είχε έρθει περήφανα και ξαφνικά να κατακτήσει την ύπαρξή μου όμοια με τα παράξενα κι ανεξήγητα στοιχειά της Φύσης, σαν Φως και σαν Xαρά…”
Η σύντροφός του Μυρτώ: «Δεν μπορώ πια να ζήσω μακριά σου. Η μόνη παρηγοριά είναι το γράμμα σου. Η έγνοια μήπως σου συμβαίνει τίποτα με σκοτώνει (…) Ελπίζω πια αυτός να είναι ο τελευταίος μας χωρισμός και πως, όταν συναντηθούμε, θα παντρευτούμε! Όλες οι μέρες μου περνούν με τη σκέψη τη δική σου. Όλες τις νύχτες είμαστε πάντα μαζί! Δε συλλογίζομαι τίποτε άλλο παρά πότε θα γυρίσεις. Τότε μόνο θ’ αρχίσω πάλι να ζω πραγματικά. Μη με ξεχνάς· θέλω να ’σαι σίγουρος για μένα και να με θυμάσαι όπως και εγώ».
Διαβάστε επίσης
Μίκης Θεοδωράκης: Η ζωή του μέσα από σπάνιες φωτογραφίες & διηγήσεις (hellomagazine.com)
Μίκης Θεοδωράκης: Ξεκίνησε το τριήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού του (hellomagazine.com)
Photo: mikisguide.gr