Υπάρχουν αυξανόμενα δεδομένα για την ύπαρξη μίας ισχυρής σχέσης μεταξύ παχέος εντέρου και θυρεοειδούς αδένα. Ως αποτέλεσμα αυτής της σχέσης, η ενδογενής εντερική μικροχλωρίδα φαίνεται να επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα καθώς και τη θυρεοειδική λειτουργία. Επίσης η συνύπαρξη θυρεοειδικών και γαστρεντερικών διαταραχών είναι συχνές όπως η Θ.Hashimoto/Graves με τις Κοιλιοκάκη/ευαισθησία στην γλουτένη (NCGS). H Ενδοκρινολόγος–Διαβητολόγος Οδύσσεια Κωνστάντουρα μας αναλύει όσα πρέπει να γνωρίζουμε για το εντερικό μικροβίωμα και τη Θυρεοειδική Νόσο.
Η θυρεοεδική νόσος σχετίζεται ακόμα με δυσβίωση του εντέρου δηλαδή τη διαταραχή της ισορροπίας της μικροχλωρίδας που έχει ως αποτέλεσμα τη δυσλειτουργία πολλών μεταβολικών οδών. H δυσβίωση αυτή μπορεί να απορρυθμίσει σημαντικά το ανοσοποιητικό σύστημα και τον έλεγχο της φλεγμονής προκαλώντας εν τέλει αυτοάνοσες ασθένειες του θυρεοειδούς. Πιο συγκεκριμένα το εντερικό μικροβίωμα επηρεάζει την πρόσληψη μετάλλων σχετικών με το θυρεοειδή αδένα όπως το ιώδιο, το σελήνιο, τον ψευδάργυρο και το σίδηρο. Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με τη εύρρυθμη λειτουργία του αδένα και φαίνεται να υπάρχει απόλυτη συσχέτιση μεταξύ της θυρεοειδικής νόσου και των διαταραγμένων ποσοτήτων των μετάλλων αυτών.
Επιπρόσθετα τα γένη των Γαλακτοβακιλλωδών (Lactobacillaceae) και Μπιφιδοβακτηρίου (Bifidobacterium) φαίνεται να έχουν αρνητική σχέση με το διαιτητικό σίδηρο και αντιθέτως να ευνοούν το σελήνιο και τον ψευδάργυρο. Επειδή αυτά τα είδη βακτηρίων είναι μειωμένα στη Θ.Hashimoto και τη ν.Graves θεωρείται ότι η σύνθεση του εντέρου και η ρύθμιση των μετάλλων του σώματος έχει σημαντικό ρόλο και στις δύο νόσους. Επίσης τα Γαλακτοβακιλλώδη και τα Μπιφιδοβακτήρια είναι συχνά μειωμένα στον υπο- και υπερθυρεοειδισμό. Η συμπληρωματική χορήγηση προ- και πρεβιοτικών έχει δείξει να ευνοεί άτομα με υποθυρεοειδισμό μειώνοντας σημαντικά την TSH, την δόση λεβοθυροξίνης και αυξάνοντας την FT3. Ωστόσο δεν παρατηρήθηκε διαφορά στα anti-TPO αντισώματα και την αρτηριακή πίεση.
Το οξειδωτικό στρες που δέχεται το σώμα καθημερινά είναι μία από τις κυριότερες αιτίες δυσβίωσης της εντερικής μικροχλωρίδας. Τόσο οι εξωγενείς παράγοντες (π.χ ακτινοβολία) όσο και οι προ-φλεγμονώδεις ουσίες που περιέχουν πολλά από τα τρόφιμα που καταναλώνουμε σε καθημερινή βάση ευθύνονται για την απορρύθμιση του συστήματος αυτού. Τροφές πλούσιες σε αντιοξειδωτικά και κατ’ επέκταση οι δίαιτες που τις περιλαμβάνουν συμβάλουν στη ρύθμιση του οξειδωτικού στρές μέσω της παραγωγής αντιοξειδωτικών ενώσεων.
Όσο αφορά τα θρεπτικά συστατικά με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση και επίδραση στο εντερικό μικροβίωμα σημειώνονται επιγραμματικά τα παρακάτω.
- Μαγνήσιο: Συμμετέχει σε πολλές ενζυμικές αντιδράσεις και έχει αντιφλεγμονώδεις δράσεις. Η έλλειψη μαγνησίου συνδέεται με διαταραχές του ανοσοποιητικού.
- Φυτικές ίνες: Υποστηρίζουν ένα υγιές εντερικό μικροβίωμα
- Λιπαρά οξέα: Η έλλειψη ακόρεστων λιπαρών οξέων από τη διατροφή μας και η υπερκατανάλωση των ανάλογων κορεσμένων αυξάνουν τη φλεγμονή και δυσχεραίνουν το εντερικό μικροβίωμα. Ιδιαίτερη και ισχυρή δράση φαίνεται να έχουν τα ω-3 και τα ω-9 λιπαρά οξέα.
- Φλαβονοειδη και διατροφικές πολυφαινόλες: Έχουν ανοσορυθμιστική δράση με αύξηση των Β- και Τ- λεμφοκυττάρων. Ακόμα μειώνουν τη φλεγμονή μειώνοντας τις προφλεγμονώδεις κυττοκίνες του οργανισμού.
Αντιθέτως τροφές όπως τα απλά σάκχαρα φαίνεται να προκαλούν δυσβίωση του εντερικού μικροβιώματος και αύξηση της φλεγμονής μέσω αύξησης του σωματικού βάρους.
Παρακάτω εμφανίζονται οι σημαντικότεροι τύποι διατροφών καθώς και η σχέση τους με το οξειδωτικό στρές:
Τρόφιμα | Επιπτώσεις |
Μεσογειακή Διατροφή | Μειώνει το φλεγμονώδες φορτίο και ταυτόχρονα ευνοεί την εντερική μικροχλωρίδα |
Διατροφή τύπου Paleo | Μείωση της φλεγμονής του εντέρου |
Σκανδιναβικού τύπου Διατροφή | Αυξημένη πρόσληψη αντιοξειδωτικών ουσιών και φυτικών ινών |
Αυτοάνοση διατροφή (τύπου Paleo) | Υποχώρηση της φλεγμονής του εντέρου |
Δυτικού τύπου διατροφή | Προάγει το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή |
Η επίδραση των τροφών, η ποικιλότητα του εντερικού μικροβιώματος καθώς και η αλληλεπίδραση με τα κύτταρα του ανοσοποιητικού βρίσκεται ακόμα σε πρώιμα στάδια και απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση ώστε να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς των νόσων αυτών. Εξετάζοντας τις πολλαπλές δράσεις του μικροβιώματος και των μικροσυστατικών στις θυρεοειδικές λειτουργίες, νέες και καινοτόμες μέθοδοι για τη διαχείριση των θυρεοειδικών νόσων πρόκειται να αναπτυχθούν εξατομικευμένα για τις ανάγκες του κάθε ασθενούς.
Ωστόσο η επιστημονική κοινότητα είναι πεπεισμένη ότι μια ισορροπημένη διατροφή και ένας τρόπος ζωής με μειωμένους φλεγμονώδεις παράγοντες αποτελεί έως τώρα την καλύτερη αντιμετώπιση μέχρι να έχουμε περισσότερες διαθέσιμες λύσεις για την διαχείρισή τους.
Η Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος κα Οδύσσεια Κωνστάντουρα είναι πτυχιούχος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Διαβήτη & Ενδοκρινολογίας στο Radcliffe Infirmary Oxford University.
Έχει ειδικευθεί στην Παιδοενδοκρινολογία στο Νοσοκομείο Π & Α Κυριακού, καθώς επίσης και στην Ενδοκρινολογία στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών.