Γράφει ο Θάνος Ασκητής
Στην εποχή μας υπάρχουν πολλοί διαθέσιμοι τρόποι να αναζητήσουμε έναν σύντροφο, κυρίως μέσα από τα μέσα τεχνολογίας και ιδιαίτερα τις εφαρμογές γνωριμιών, μίας και πλέον φαντάζει πιο εύκολο να στείλουμε ένα μήνυμα και πιο σύνθετο να ανταλλάξουμε κάποιες κουβέντες από κοντά.
Η επελευθέρωση της σεξουαλικότητας ενίσχυσε την επιλογή πολλών διαφορετικών συντρόφων και στα δύο φύλα και κατέστησε τις ρομαντικές σχέσεις πιο εύθραυστες και μετέωρες. Ανοίγοντας μία εφαρμογή, μπορεί κανείς να βρεθεί μπροστά σε πλήθος επιλογών και πιθανών ερωτικών συντρόφων. Ταυτόχρονα όλο και περισσότερο ακούμε την από κοινού επιλογή της «ελεύθερης σχέσης». Επιπλέον, ένας νέος όρος είναι η πολυσυντροφικότητα (polyamory) και σημαίνει να διατηρεί κανείς σταθερές ερωτικές σχέσεις με δύο ή περισσότερα άτομα, με ειλικρίνεια και με τη συναίνεση όλων. Η πολυσυντροφικότητα είναι ένα είδος ανοιχτής (συναινετικά μη μονογαμικής) σχέσης. Όλα αυτά καταδεικνύουν μία νέα οπτική για τις ερωτικές σχέσεις, που απομακρύνονται από την κλασική δυαδική συντροφικότητα.
Από την άλλη, θα έλεγε κανείς ότι η έννοια της απιστίας ακούγεται όλο και συχνότερα, με ποσοστά αρκετά υψηλά και στα δύο φύλα, περίπου 20% των ανδρών και 10% των γυναικών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε εξοικειωθεί με το άκουσμα της απιστίας μέσα σε ένα ζευγάρι.
Με τον όρο απιστία εννούμε την «απώλεια» της εμπιστοσύνης μας, «χάνω την πίστη μου», έπειτα από κάτι που έμαθα ή είδα και αφορά την σεξουαλική εμπλοκή του συντρόφου μου με κάποιον άλλο. Ο φόβος της απιστίας απασχολεί πολλούς ανθρώπους στις ρομαντικές τους σχέσεις. Εάν κάποιος σύντροφος απιστήσει, αυτό μπορεί να οδηγήσει στο τέλος μίας σχέσης.
Μία λιγότερο δημοφιλής άποψη είναι ότι η απιστία μπορεί να είναι «μεταδοτική», τι σημαίνει, όμως, αυτό; Μία πρόσφατη έρευνα εξέτασε εάν τα άτομα που έμαθαν για την άπιστη συμπεριφορά άλλων, ανέπτυξαν στην συνέχεια κάποια προδιάθεση να είναι οι ίδιοι άπιστοι στις δικές τους ρομαντικές σχέσεις.
Υποστηρίζεται ότι η ενημέρωση για τον επιπολασμό της απιστίας, η οποία κυμαίνεται έως και 70%, μπορεί να μειώσει την επιθυμία και τη δέσμευση για τον σύντροφό μας και να αυξήσει την επιθυμία για έναν εναλλακτικό σύντροφο που θεωρούμε ελκυστικό. Με άλλα λόγια, το να γνωρίζουμε ότι οι άλλοι έχουν εξω-δυαδικές σχέσεις μπορεί να μας εξοικειώσει με την πρόθεση να προχωρήσουμε και εμείς σε τέτοιες συμπεριφορές. Οι ερευνητές υποστήριξαν ότι η «έκθεση» στην απιστία μπορεί να ομαλοποιήσει αυτή τη συμπεριφορά και να κάνει τις τρέχουσες ρομαντικές μας σχέσεις πιο ευάλωτες στην απιστία. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι γινόμαστε λιγότερο πρόθυμοι να προστατεύσουμε τις σχέσεις μας, κανοντάς μας πιο δεκτικούς να απιστήσουμε οι ίδιοι στο μέλλον. Ωστόσο, το να βλέπουμε άλλα άτομα ως εν δυνάμει νέους συντρόφους ή το να νιώσουμε την επιθυμία να ξαναδούμε ένα ελκυστικό άτομο, σε καμία περίπτωση δεν ισοδυναμεί με την απιστία, όμως, μπορεί να μειώσει τα συναισθήματα ενοχής ή να αμβλύνει την αντίσταση στην απιστία, μειώνοντας ταυτόχρονα το κίνητρο για προστασία της σχέσης μας. Το εύρημα της έρευνας αυτής αποτελεί μία νέα ανακάλυψη και απαιτείται περισσότερη μελέτη προκειμένου να καταλήξουμε σε συμπεράσματα.
Καταλήγοντας, λοιπόν, με τον όρο «μεταδοτική» απιστία δεν εννοούμε ότι πρόκειται για κάτι που θα μας «μολύνει» ή που είναι αναπόφευκτο, αλλά τον χρησιμοποιούμε δίνοντας το νόημα της εξοικείωσης. Στο άκουσμα ότι οι σχέσεις πια δεν έχουν τόση σημασία και με ευκολία κανείς ξεφεύγει από την συντροφικότητα στην εφήμερη ικανοποίηση ή στη δημιουργία παράλληλης σχέσης εξοικειωνόμαστε στην ιδέα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αξιολογούμε τις επιθυμίες μας και να προχωράμε σε συμπεριφορές, γνωριμίες και σχέσεις που μας ολοκληρώνουν ψυχικά και σεξουαλικά.