Ερωτευόμαστε τους «λάθος» ανθρώπους και οδηγούμαστε σε έρωτες «ναυάγια»…
Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πολύπλοκες και πολυδιάστατες. Κάποτε είναι θρεπτικές και κάποτε διασπαστικές.
Ο έρωτας, η πιο τραγουδισμένη συναισθηματική κατάσταση στον κόσμο, για τον οποίον έχουν γραφτεί τα περισσότερα ποιήματα, βιβλία, έργα είναι ευχή και κατάρα μαζί, ανάλογα πως θα βιωθεί και τι κατάληξη θα έχει.
Από την Στεφανία Ρουλάκη
Σύμβουλο Ψυχικής Υγείας – Συγγραφέα
Για όσους έχουν βιώσει έρωτες «ναυάγια» ή διαπιστώνουν πως κάθε φορά που ερωτεύονται πληγώνονται γιατί επιλέγουν τον «λάθος» άνθρωπο, υπάρχουν εξηγήσεις.
Η φύση προκειμένου να συνεχίσει το αιώνιο ταξίδι της, έχει προικίσει όλα τα έμβια όντα με μηχανισμούς επιβίωσης.
Έτσι και ο άνθρωπος, από τη γέννηση του, έχει έναν πρωταρχικό μηχανισμό πρόσδεσης που βοηθά το νεογέννητο, να προσκολληθεί στον φροντιστή του – που συνήθως είναι η μητέρα – ώστε να μπορέσει να καλύψει τις βασικές ανάγκες του και να μεγαλώσει.
Η αγάπη είναι μία από τις βασικές ανάγκες και μέσα από τη σχέση με τον «σημαντικό άλλο», το παιδί θα πάρει την αγάπη και ό,τι άλλο χρειάζεται και θα μάθει να φροντίζεται, να αγαπιέται και να κάνει το ίδιο για τους άλλους ανθρώπους.
Αν αυτή η διαδικασία διαρραγεί, για χίλιους δύο λόγους, δεν δημιουργείται ασφαλής δεσμός με τον φροντιστή. Κατ΄ επέκταση το παιδί απειλείται κι όλα βιώνονται μέσα από την μοναξιά, την ανασφάλεια και το άγχος, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στον κόσμο και στον εαυτό και κατά την πορεία προς την ενηλικίωση το άτομο βρίσκεται με αρκετά εσωτερικά κενά τα οποία θα ζητούν μόνιμα να καλυφθούν.
Παίζοντας το ρόλο που το άτομο γνωρίζει να παίζει μέσα στο οικογενειακό του σύστημα, θα αναζητήσει από άλλους (που παίζουν κι αυτοί από έναν ρόλο που του είναι οικείος) – με την προσδοκία και τη σφοδρή επιθυμία, που πια εκφράζεται μέσα από τον έρωτα και την ανάγκη για σεξουαλική σύνδεση – να αγαπηθεί, να προσκολληθεί κάπου κι έτσι να «σωθεί» από τα απειλητικά συναισθήματα και να επιβιώσει, αφού ο κόσμος και η ζωή είναι φοβιστικά για εκείνο.
Μόνο που δεν υπάρχει ανάσταση χωρίς σταύρωση…
Ο «σωτήρας» αρχικά, έχει θεϊκό πρόσωπο και ιδιότητες. Αποτελεί έναν καθρέφτη που πάνω του προβάλλουμε όλες μας τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις φαντασιώσεις, τα απωθημένα, τα ανεκπλήρωτα όνειρα και φανταζόμαστε ότι αυτός είναι που θα μας κάνει ευτυχισμένους.
Στην ουσία λοιπόν βρισκόμαστε εκτός πραγματικότητας αφού δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε ποιος αληθινά είναι ο άλλος.
Η σχέση ξεκινά με τις καλύτερες προϋποθέσεις στα μάτια μας και με ανυπομονησία ριχνόμαστε να την απολαύσουμε.
Όταν στην πορεία διαπιστώσουμε ότι ο άλλος είναι αυτός που είναι και όχι αυτός που νομίζουμε πως είναι, αρχίζουν οι συγκρούσεις οι οποίες κλιμακώνονται όταν βλέπουμε ότι ο άλλος δεν αλλάζει και δεν χωράει στο καλούπι που του έχουμε φτιάξει. Τότε έρχεται η «αποκαθήλωση», ο χωρισμός και ο πόνος.
Ο πόνος, μας δείχνει ότι κάτι πρέπει να αλλάξει. Είναι το συναίσθημα που θα μας οδηγήσει στη θεραπεία. Γι’ αυτό ο άνθρωπος που επιλέξαμε, δεν είναι ο «λάθος» άνθρωπος αλλά ο σωστός.
Είναι εκείνος που μπορεί να φωτίσει τα σκοτάδια της ψυχής μας και να μας αναγκάσει τα δούμε τα ελλείμματά μας. Να μας κάνει να φροντίσουμε τα τραύματά μας, να δυναμώσουμε και να βγούμε από αυτή τη σχέση πιο υγιείς, πιο δυνατοί, με επίγνωση για τον εαυτό μας, για το τι γυρεύουμε και να το διεκδικήσουμε ξεκάθαρα, ισότιμα κι ενήλικα.
Αν δεν έχω μάθει να αγαπιέμαι και να αγαπώ από την αρχή της ζωής μου, είναι κάτι που δεν έχει εγγραφεί στο μυαλό μου, άρα δεν το γνωρίζω και δεν μπορώ να το αναπαράγω.
Θα κάνω αυτό που ξέρω, να αγαπιέμαι σχεδόν ή καθόλου, να φροντίζομαι λίγο, ακόμη και η κακοποίηση μπορεί να είναι εντάξει.
Αν πάρω το μάθημα μέσα από έναν «αποτυχημένο» έρωτα, έχω την ευκαιρία να αναρωτηθώ, να ψάξω για να μάθω τι καλύτερο μπορώ να κάνω και να έχω, ώστε να φτάσω στην αγάπη και να μην περιμένω κάποιον να με σώσει, γιατί εγώ θα έχω σώσει τον εαυτό μου, θα τον πιστεύω, θα τον νοιάζομαι, θα τον φροντίζω και θα είμαι καλά και τότε αυτό το «καλά» μου θα μπορεί να γίνει διπλάσιο σε μία υγιή σχέση!