Ο Λουτσιάνο Καλεστίνι είναι εκπρόσωπος της Unicef στην Ελλάδα και ο ίδιος μιλάει με τα καλύτερα λόγια για τη χώρα. Νιώθει ότι κυλάει μέσα του ελληνικό αίμα παρ’ όλο που ζει εδώ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. «Είναι η αγαπημένη μου χώρα, αν κάποιος μου έλεγε πως πρέπει να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου εδώ θα ήμουν πολύ χαρούμενος», δήλωσε ο πρώτος επίσημος εκπρόσωπος της Unicef στην Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων ο Καλεστίνι παρατήρησε τα εξής: «Η Ελλάδα μπορεί να ισχυριστεί πως είναι η χειρότερη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση για να είσαι παιδί. Αυτό μας λένε τα δεδομένα. Αυτά αφορούν την παχυσαρκία, την παιδική φτώχεια, την ψυχική υγεία – μεταξύ άλλων δεικτών. Παραδείγματος χάριν, η Ελλάδα είναι πρώτη σε παιδική παχυσαρκία στην Ε.Ε. και τρίτη σε παιδική φτώχεια. Η κατάσταση για τα παιδιά στην Ελλάδα δεν είναι πολύ καλή», λέει ο ίδιος.
Κατά τη γνώμη του, οι λόγοι είναι τέσσερις. Ο πρώτος λόγος αφορά την ημιτελή πολιτική ατζέντα για τα παιδιά στην Ελλάδα. Από όταν η Ελλάδα επικύρωσε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού το 1993, έχει περάσει περισσότερους από 80 νόμους ή σχέδια δράσης που αφορούν τα παιδιά, δηλώνει, αλλά αυτά τα σχέδια δράσης δεν έχουν οριοθετημένους στόχους και χρονικά πλαίσια, ούτε κοστολογήσεις. «Έχουν γίνει γενναίες προσπάθειες από –μάλλον– κάθε κυβέρνηση τον τελευταίο μισό αιώνα, αλλά ακόμα δεν είναι ξεκάθαρο ποια είναι η εθνική ατζέντα για τα παιδιά και ποιος είναι υπεύθυνος», σημειώνει.
Ο δεύτερος λόγος αφορά την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στα παιδιά. «Η ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος αναφέρεται πιο συχνά –τι μαθαίνουν τα παιδιά μας και πώς;– αλλά είναι και η ποιότητα του συστήματος υγείας και η δυνατότητα του συστήματος κοινωνικής προστασίας να δεχθούν όλα τα ευάλωτα παιδιά μέσα σε ένα δίχτυ ασφαλείας, κάτι που δεν συμβαίνει», τονίζει.
Τρίτος λόγος είναι ότι δεν ξοδεύουμε αρκετά για τα παιδιά μας – «η μέση χώρα της Ε.Ε. ξοδεύει 7.000 ευρώ τον χρόνο για την εκπαίδευση κάθε παιδιού, εδώ ξοδεύουμε 2.688», λέει, τονίζοντας ότι η Ελλάδα ακόμα βγαίνει από μία από τις πιο δύσκολες περιόδους στην Ιστορία της αλλά και τις μελλοντικές επιπτώσεις των δημοσιονομικών επιλογών μας.
Τα στοιχεία, σημειώνει, δεν αναφέρονται μόνο σε παιδιά προσφύγων ή Ρομά. Περίπου 600.000 παιδιά στην Ελλάδα είναι παχύσαρκα, παραδείγματος χάριν. «Τα παιδιά πρόσφυγες είναι λιγότερα από 30.000 κι αν υποθέσουμε πως τα παιδιά Ρομά είναι γύρω στις 100.000, μένουν περίπου 300.000 με 400.000 παιδιά. Κάποιες κοινωνικές ομάδες επηρεάζονται περισσότερο, αλλά θέλουμε να προσποιούμαστε πως αυτά τα θέματα δεν είναι σε εθνικό επίπεδο, είναι όμως», τονίζει.