Στο γραφικό Μαρακές συνεχίζονται τα γυρίσματα του «Τιμωρού» και ο πρωταγωνιστής της σειράς, Δημήτρης Λάλος, αναλαμβάνει να μας δείξει τις πιο εντυπωσιακές γωνιές του…
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Βασίλη Ανδριτσάνου στο περιοδικό «Τηλέραμα» που κυκλοφορεί, Η αποστολή του «Τιμωρού» προσγειώθηκε το πρωί της Κυριακής 25 Αυγούστου στο αεροδρόμιο Μενάρα του Μαρακές.
Τα πρώτα γυρίσματα έγιναν εκεί, στην «κόκκινη πόλη», με τη σύγχρονη γοητεία και την πατίνα της παράδοσης αιώνων να συνυπάρχουν. Η κοσμοπολίτικη πλευρά της πόλης συναντά κάθε είδους αραβουργήματα, χωνεύοντας παρελθόν και παρόν και σχεδιάζοντας το μέλλον της με την κληρονομιά και των δύο.
Αντίθετα, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο Μάρκος (Δημήτρης Λάλος), δεν μπορεί να ξεχάσει το παρελθόν προκειμένου να προχωρήσει στο μέλλον. Με τη σφραγίδα της βιωμένης προδοσίας του παρελθόντος, το τραύμα της οποίας παραμένει ανοιχτό, συναντά το σήμερα. Με τη φωτιά του μίσους να καίει, αναζητά δικαιοσύνη σύμφωνα με τον δικό του ηθικό κώδικα. Εξυφαίνει την εκδίκησή του αργά και βασανιστικά. Όσοι έφταιξαν πρέπει να πληρώσουν!
Η… αρχή της περιπέτειας
Στην εμβληματική πλατεία Τζεμάα Ελ Φνα, την «πλατεία των θαυμάτων» με τα δεκάδες σοκάκια, η ομάδα του «Τιμωρού» έστησε τον εξοπλισμό της, με τους Δημήτρη Λάλο, Κώστα Νικούλι και Δημήτρη Κίτσο να κινούνται μέσα σε αυτό το πολύχρωμο και πολυποίκιλο τοπίο.
«Βρισκόμαστε στο Μαρόκο για τα γυρίσματα του “Τιμωρού”», λέει ο Δημήτρης Λάλος και εξηγεί: «Εγώ έχω το ρόλο του Μάρκου, ενός ανθρώπου που έχει αδικηθεί και γι’ αυτό το λόγο επιστρέφει, για να πάρει εκδίκηση. Τα καταπληκτικά μέρη που έχουμε επισκεφθεί εδώ στο Μαρακές, πιστεύω θα προσθέσουν στη σειρά μας ένα άρωμα Ανατολής».
Με ένα τουκ τουκ, ένα τρίκυκλο με σκεπαστή καρότσα σαν από άλλη δεκαετία, με ντόπιο οδηγό, η ομάδα μεταφέρθηκε σε μια περιπετειώδη μετακίνηση στην καρδιά της Μεντίνα. Πάνω στο όχημα 7 άτομα και σακβουαγιάζ με τα ρούχα των ηθοποιών μεταφέρθηκαν στον χώρο του γυρίσματος. Σε στενά δρομάκια πλάτους 2,5 μέτρων, με τα μαγαζιά δεξιά και αριστερά να απλώνουν την πραμάτεια τους, με κόσμο, ποδήλατα, μηχανάκια και ανθρώπους που έσερναν καρότσια να έρχονται από την αντίθετη μεριά, κάθε δευτερόλεπτο ήταν μια περιπέτεια, σαν σε ταινία του Τζέιμς Μποντ.
Στην «πλατεία των θαυμάτων», ανάμεσα σε γητευτές φιδιών που κάνουν κόμπρες και οχιές να «χορεύουν» στις νότες του φλάουτου, σε εκπαιδευτές μαϊμούδων, σε πάγκους που πουλούν φρούτα τοποθετημένα με τρόπο… εικαστικό, με τα χρώματα να δημιουργούν πίνακες ζωγραφικής, μέσα σε ένα πολύχρωμο και πολύβουο σμάρι κόσμου, ο Μάρκος μιλά στο κινητό του με κάποιον. Και ύστερα στρέφει το βλέμμα του μπροστά. Στο μέλλον του. Το οποίο τώρα ορίζει ο ίδιος, με γνώμονα την εκδίκηση…
Οι αναμνήσεις που επιστρέφουν
Το γύρισμα συνεχίστηκε σε ένα μαγαζί με κοσμήματα, όπου οι ντόπιοι συμμετείχαν με την παρουσία τους. Ο νεαρός Μάρκος (Δημήτρης Κίτσος) διαλέγει για την αγαπημένη του Έλλη ένα κόσμημα, ένα χέρι της Φατιμά. Στο σήμερα, χρόνια μετά, ο Μάρκος επιστρέφει στο ίδιο σημείο, για να βρεθεί συναισθηματικά στην ίδια κατάσταση όπως τότε και να βιώσει τα ίδια συναισθήματα που έχουν καθορίσει τη ζωή του. Οι αναμνήσεις, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, είναι νωπές, όπως και η πληγή της προδοσίας.
Στη συνέχεια, σε ένα μαγαζί με εκατοντάδες χάλκινα και μπρούντζινα αντικείμενα, από πιάτα και καθρέφτες μέχρι κρεμαστά φωτιστικά και λυχνάρια, σε έναν χώρο όπου το τζίνι του Αλαντίν νόμιζε κανείς ότι θα πεταχτεί από κάποιο σημείο, εκεί ο νεαρός Μάρκος και ο νεαρός Αλέξης (Κώστας Νικούλι) μιλούν με τους δικούς τους στην Ελλάδα, σε μια σκηνή καθοριστική για την εξέλιξη της σειράς.
Συνεχίζουν τη βόλτα τους στα πολύ στενά σοκάκια με τα δερμάτινα, στα δαιδαλώδη δρομάκια με τα υφάσματα και τις βαφές στα πήλινα δοχεία με τις οποίες οι τεχνίτες βάφουν υφάσματα και νήματα, και ύστερα στο υγρό και σκοτεινό κομμάτι των σουκς, σαν σε χρονοκάψουλα, όπου σιδηρουργοί δουλεύουν το σίδερο με τη φωτιά.
Στα ίδια μέρη βρίσκεται ο Μάρκος (Δημήτρης Λάλος) στο σήμερα, μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες. Θυμάται όλα αυτά που συνέβησαν, η ζωή του περνά σαν ταινία από μπροστά του, πριν χαθεί σε ένα κατάστημα με ογκώδη χειροποίητα σιδερένια αντικείμενα.
Σε άλλο σημείο της διαδρομής, σε μια γραφική γωνιά της ιστορικής πόλης, ο Ρασίντ (Σταύρος Καλλιγάς), αφού έχει δεχτεί ένα τηλεφώνημα που θα πυροδοτήσει τις εξελίξεις, επιβιβάζει σε ένα τζιπ τον νεαρό Μάρκο και τον νεαρό Αλέξη, για να τους οδηγήσει στην εκδρομή που θα αλλάξει ολόκληρη τη ζωή τους για πάντα.
«Υποδύομαι τον Ρασίντ, έναν Ελληνομαροκινό, ο οποίος παίζει καταλυτικό ρόλο για την έναρξη και την εξέλιξη της ιστορίας. Ανυπομονώ να βγούνε τα πρώτα επεισόδια και να τα δει ο κόσμος», λέει ο Σταύρος Καλλιγάς.
Όταν πέφτει η νύχτα…
Το βράδυ η πλατεία Τζεμάα Ελ Φνα αλλάζει όψη και ένα τεράστιο εντυπωσιακό πανηγύρι στήνεται σε κάθε της σημείο, μια γαστρονομική και όχι μόνο εμπειρία, με φαγητό που ετοιμάζουν διαφορετικές «ταβέρνες», με μικροπωλητές που πουλούν γλυκά, με καντίνες με τσάι μέντας και σαλιγκάρια σε αρωματικό ζωμό, ταχυδακτυλουργούς, γυναίκες που φτιάχνουν τατουάζ με χένα, παιχνίδια με κρίκους και δώρα αναψυκτικά…
Και στο κέντρο ο Μάρκος, μέσα σε αυτό το πολυποίκιλο τοπίο, την ώρα που ο ήλιος δύει πίσω από τα ροζ κτίρια που περιτριγυρίζουν την πλατεία. Οι φωτεινές ταμπέλες των γύρω μαγαζιών ανάβουν, αλλά στη ζωή του Μάρκου το σκοτάδι δεν έχει βρει το φως του…
Περιπλάνηση στην έρημο
Μακριά από το πολύβουο σκηνικό της πόλης και της αγοράς, στην έρημο του Μαρακές, ηθοποιοί και συνεργείο έμειναν άναυδοι μπροστά στην άγρια ομορφιά του τοπίου…
Εδώ, στο σημείο από όπου ξεκίνησαν όλα, επιστρέφει ο Μάρκος για να σταθεί ξανά στην αφετηρία. Όχι για να σβήσει το παρελθόν, που είναι χαραγμένο σαν σίδερο μέσα του, αλλά για να προδιαγράψει το μέλλον.
Σε ένα flashback της ιστορίας , ο νεαρός Μάρκος (Δ. Κίτσος) και ο νεαρός Αλέξης (Κ. Νικούλι) φτάνουν στην έρημο με τη βοήθεια του Ρασίντ (Σ. Καλλιγάς) και στήνουν μια σκηνή για να κατασκηνώσουν. Ανάβουν φωτιά για να περάσουν τη νύχτα. Ένας τραυματισμός κι ένας φόνος αλλάζουν τη ρότα της ζωής τους.
Ο Ρασίντ κρατά τη λύση στα όσα συνέβησαν αλλά είναι σε εντεταλμένη υπηρεσία. Σε αυτό το σημείο, σε αυτή τη τοποθεσία του πλανήτη, οι ζωές των Μάρκου και Αλέξη συμπλέκονται και περιπλέκονται, με μυστικά, ψέματα και μια μεγάλη προδοσία, που θα τους καθορίσει και θα τους διαμορφώσει. Για πάντα.
Οδηγώντας το μαύρο τζιπ του, μια κουκίδα στην απόλυτη ομοιομορφία, ο Μάρκος του σήμερα προσπερνά καραβάνια με καμήλες, για να σταματήσει στη μέση της ερήμου. Εκεί τον περιμένει ο σύμμαχος και φίλος του, Αντρέας (Ν. Γκέλια), στον οποίο και εξηγεί το σχέδιό του. Θέλει να πάρει εκδίκηση!
«Θα φτιάξουμε κάτι πολύ ωραίο με σασπένς, με έρωτα, με φόνο και με ό,τι συνεπάγεται για την τιμωρία όλων αυτών μαζί. Εγώ κάνω τον Αντρέα», λέει ο Νίκος Γκέλια για το ρόλο του.
«Ο Αντρέας είναι ο άνθρωπος ο οποίος βοηθάει κάπως σε αυτή την τιμωρία, γιατί είναι ο άνθρωπος μέσα στο σχέδιο μαζί με τον Τιμωρό. Δημιουργούμε μαζί ένα πλαίσιο για να μιλήσουμε και να εκφράσουμε όλους τους ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να έχουν αδικηθεί κάποια στιγμή στη ζωή τους και θέλουν να έρθει κάποια στιγμή μια δικαίωση».
Δείτε το σχετικό ρεπορτάζ για τα γυρίσματα του «Τιμωρού», που προβλήθηκε στο δελτίο ειδήσεων του ALPHA: